Μεγαλόπνοα σχέδια, υποχθόνιες σκέψεις

Η πρόσφατη εξαγγελία του πρωθυπουργού της γείτονος χώρας Τ. Ερντογάν δεν μπορούσε παρά να είναι μια έκπληξη για όλους όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις της γεωστρατηγικής σκακιέρας στην ευρύτερη περιοχή μας.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις αυτές, μια νέα σύνδεση Μαύρης Θάλασσας και Θάλασσας Μαρμαρά θα υλοποιηθεί έως το 2023 δυτικά της Κωνσταντινούπολης, στην ευρωπαϊκή Τουρκία.

Οι συγκυρίες στον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο αλλά και οι οικονομικές εξελίξεις που έχουν εξασθενήσει το σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών κρατών της Μεσογείου, με πρώτη την Ελλάδα, μοιάζουν να αποτελούν ιδανικές συνθήκες για μια οικονομικά αναπτυσσόμενη Τουρκία, προκειμένου να εκδηλώσει τις νεοοθωμανικές της διαθέσεις με αυτοπεποίθηση αλλά και με υπερβολή.

Το εν λόγω σχέδιο όμως δεν περιορίζεται στο παιχνίδι των εντυπώσεων. Κατ’ αρχάς θα πρέπει να συνδεθεί άμεσα με το καθεστώς που διέπει τα Στενά -Ελλήσποντος, Μαρμαράς, Βόσπορος- όπως αυτό ρυθμίζεται από τη Συνθήκη του Μοντρέ (1936).

Η δυσφορία της Τουρκίας για το καθεστώς αυτό και η προσπάθειά της να το παρακάμψει έχουν εκδηλωθεί εδώ και αρκετά χρόνια με πολλούς τρόπους. Η προσπάθειά της να μετονομάσει τα Στενά σε «Τουρκικά Στενά» εκδηλώθηκε σε όλους σχεδόν τους διεθνείς οργανισμούς (ΝΑΤΟ, ΙΜΟ κ.ά.), με απώτερο σκοπό όχι απλώς μια άλλη ονομασία, αλλά κυρίως να δηλώσει παντού ότι αποτελούν ζώνη κυριαρχίας της και κατά συνέπεια οι περιορισμοί στους οποίους υπόκειται δεν μπορούν πλέον να εξακολουθήσουν να ισχύουν. Πριν από μία δωδεκαετία επίσης εκδόθηκε ένας τουρκικός εθνικός κανονισμός για τη διέλευση των Στενών του Βοσπόρου σύμφωνα με τον οποίο η Τουρκία θα μπορούσε να διακόψει μονομερώς την κυκλοφορία από το Στενό με επίκληση ζητημάτων ασφαλείας.

Το ερώτημα είναι εάν η νέα διώρυγα θα διέπεται από τη συνθήκη αυτή. Μια τέτοια άποψη δύσκολα θα μπορούσε να υποστηριχθεί. Θα πρόκειται για ένα κυριολεκτικά και μεταφορικά «Τουρκικό Στενό», στην απόλυτη δικαιοδοσία και στον έλεγχο του τουρκικού κράτους, το οποίο μονομερώς θα καθορίζει τους κανόνες διέλευσης. Βέβαια θα εξακολουθήσουν να υφίστανται τα Στενά όπως και σήμερα, τα οποία όμως με πολλούς τρόπους θα μπορούσαν να καταστούν λιγότερο «λειτουργικά» στο τμήμα του Βοσπόρου και, κατά συνέπεια, μη επιλέξιμα από τη διεθνή ναυτιλιακή κίνηση. Αυτό μπορεί να σημαίνει ασφαλώς δυνατότητα για ισχυρές πιέσεις προς διάφορους παίκτες με συμφέροντα στην περιοχή. Εξάλλου, η αναθεώρηση της Συνθήκης του Μοντρέ, που κατά καιρούς έχει ακουστεί από ακαδημαϊκούς κύκλους της Τουρκίας, θα μπορούσε υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες να προσδιοριστεί ως «ανάγκη» από τουρκικής πλευράς προκειμένου να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου στην περιοχή των Στενών.

Η πρώτη επίσημη αντίδραση της Ρωσίας ήταν απλώς μια υπόμνηση για σεβασμό της Συνθήκης του Μοντρέ και μια επισήμανση για το ότι θα παρακολουθεί στενά το θέμα. Από την άλλη, οι πρώτες πληροφορίες που έχουν κυκλοφορήσει αναφέρουν ότι το σχήμα που θα αναλάβει την κατασκευή και την εκμετάλλευση θα αποτελείται κυρίως από ρωσικές εταιρείες. Εάν όντως οι πληροφορίες αυτές ευσταθούν, τότε μάλλον δεν πρόκειται για ένα ξεκάθαρο γεωστρατηγικό παιχνίδι. Για άλλη μια φορά η Ελλάδα θα πρέπει να επιδείξει ευαισθησία και αντανακλαστικά για τα τεκταινόμενα στη γειτονιά της, ειδικά αυτήν την περίοδο που, αν και περισσότερο ευάλωτη από ποτέ, θα πρέπει εκτός από την προσπάθεια ανάκτησης της οικονομικής της υπόστασης, να εξακολουθήσει να έχει υπόσταση και στην εξωτερική της πολιτική.


Σχολιάστε εδώ