TΟ ΞΥΛΟ ΕΦ’ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ!

Μάλιστα, κύριε, πέφτει, για να μην πω και περισσότερο. Το απαθανάτισαν όλες οι κάμερες των καναλιών, μερικές από τις οποίες πλήρωσαν και οι ίδιες τον απαραβίαστο θεσμό του ξυλοφορτώματος…

Ξύλο με μαγκούρες, ξύλο με γκλομπς, ξύλο με καδρόνια. Δέρνανε οι αναρχικοί, δέρνανε οι αστυνομικοί, δέρνανε οι κουκουλοφόροι, δέρνανε οι κρανοφόροι, το ένα σύμπαν έδερνε το άλλο σύμπαν και τα δύο μαζί το όλο συναπάντημα. Και όλο αυτό το άγριο ξύλο χωρίς συγκεκριμένο λόγο, μάλλον γιατί έτσι το μάθαμε, έτσι το συνηθίσαμε, έτσι το αποδεχτήκαμε, μια ζωή στο ξύλο και το μόνο για το οποίο ποτέ δεν πίστεψα είναι ότι το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο, γιατί αν είναι έτσι, τότε, Άγιε Πέτρε μου και Άγιε Τάδε μου, κρατήστε το για λογαριασμό σας και φάτε το μόνοι σας ή πλακώστε στις φάπες τα χερουβικά σας αν καμιά ώρα ξεσηκωθούν κι αυτά στην περίπτωση που ο Πανάγαθος επιβάλλει κανένα Μνημόνιο στα μοσχολίβανα και στα κεράκια που κυκλοφορούν στον Παράδεισο…

Γιατί εμείς, έτσι κι αλλιώς, το μάθαμε πια να είμαστε μια ζωή επί ξύλου κρεμάμενοι με ένα ξύλο της αρκούδας εφ’ όλης ύλης…

ΚΑΙ Ο ΝΤΟΜΙΝΙΚ… ΣΕΞΙ ΚΑΙ ΞΕΡΟΣ!

Τύφλα να έχει όμως το ξύλο που έπεσε στους δρόμους της Αθήνας μεταξύ κρανοφόρων και κουκουλοφόρων μπροστά στο ξύλο που έφαγε ο Ντομινίκ Ξεστρός Καν-καν, ο ασυγκράτητος σέξι πρόεδρος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, από τα μέσα δημοσιότητας όταν η αμερικανική αστυνομία, ακοίμητος φρουρός πάσης ερωτικής ανωμαλίας, τον πρόλαβε, λέει, με τα σώβρακα κατεβασμένα και όρμησε μέσα την ώρα που η καμαριέρα έβαλε τις φωνές, φωνάζοντας έντρομη:

– Τρέξτε, χριστιανοί, ένας παππούς εδώ με βιάζει!

Για να τους πει ο ζωηρός Ντομινίκ αυτό που χιλιάδες φορές έχουμε ακούσει σε ανάλογες σκηνές από φαρσοκωμωδίες:

– Μη νομίζετε ότι είναι αυτό που φαντάζεστε…

Περίπου όπως ο Ντάστιν Χόφμαν όταν τον πιάνουν στον «Πρωτάρη» να πασπατεύει την Αν Μπάνκροφτ! Και εντάξει, γελάσαμε και μάλιστα όχι χωρίς χαιρεκακία, για να μην πω και με περισσευάμενη ύστερα για τα όσα είπε και για μας ο Ντομινίκ, ιδιαίτερα όταν τον είδαμε να τον κουβαλάνε σαν βρεμένη γάτα εκείνοι οι δύο μπάτσοι και να τον χώνουν δεμένο πισθάγκωνα για να τον πάνε στον εισαγγελέα, αλλά μη μας ζητήσετε και να την πιστέψουμε όλη αυτή την πατάτα, γιατί έχουμε την υποψία ότι περί βραστής πατάτας ήταν όλη αυτή η ιστορία, περίπου ανάλογης όπως εκείνης της Λεβίνσκι με Κλίντον στον Λευκό Οίκο… Που παραλίγο να του κοστίσει την προεδρία των ΗΠΑ. Και τη λέω «βραστή πατάτα» και «στημένη» όλη την ιστορία, ίσως για να μην τον δούνε καμιά ώρα και τον Ντομινίκ Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας. Ενώ με τον ενδοτικότερο Σαρκοζί τα πράγματα δείχνουν λιγότερο επικίνδυνα, γι’ αυτό «βάστα να σε κάνουμε ρόμπα, κύριε Ντομινίκ, να πάψεις να μας κουνιέσαι»!

ΜΕ ΣΥΜΠΑΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΔΗΜΑΡΧΟ…

Δύσκολες ημέρες περνάει ο νέος δήμαρχος της Αθήνας, ο κ. Καμίνης, όπου η κάθε μια ημέρα που διαδέχεται την άλλη κάνει την κατάσταση όλο και πιο δύσκολη από την προηγούμενη και δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί κι αυτός την ίδια δικαιολογητική ασπίδα που προβάλλει και η κυβέρνηση, ότι για όλα τα στραβά και τα ανάποδα φταίνε οι προηγούμενοι και από τη στιγμή μάλιστα που τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει, τα ίδια ακριβώς ήταν σε όλους γνωστά. Ίσως όχι στην τραγική τους έκταση, που κάθε μέρα, για να μην πούμε και κάθε ώρα, η κατάσταση γίνεται ακόμα χειρότερη, απελπιστικά χειρότερη.

Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι και γιατί να μην είμαστε δηλαδή απέναντι σε έναν άνθρωπο κατά τα άλλα συμπαθέστατο που κυριολεκτικά τον καταδικάσαμε γιατί το αξίωμα που του δώσαμε μόνο σαν «καταδίκη» μπορεί να χαρακτηριστεί, αφού και πριν αναλάβει και σε όλες τις προεκλογικές του δηλώσεις και υποσχέσεις, ήταν ιδιαίτερα φειδωλός και συγκρατημένος και με πολύ λίγα «ΘΑ» και «ΘΑ» είναι χρεωμένος. Χωρίς αυτό όμως να σημαίνει μια απραξία ως τώρα στα τόσα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει μια ανοχύρωτη πρωτεύουσα, που κοντά στα άλλα ο Τουρισμός και η Ασφάλεια είναι η πρωταρχική προϋπόθεσή της για τη βιωσιμότητά της. Και για ποια ασφάλεια να μιλήσεις όταν στο κάθε σου βήμα σε περιμένει κι από ένας απρόβλεπτος ή και προβλέψιμος κίνδυνος και όταν κάθε μέρα που ξημερώνει γίνεται όλο και μεγαλύτερο το γκέτο της Αθήνας.

Μπαίνεις σε ταξί και όταν πεις στον οδηγό να σε πάει στον Άγιο Παντελεήμονα, τραβάει χειρόφρενο και σου λέει όσο μπορεί πιο ευγενικά «πάρτε καλύτερα μηχανοκίνητο, το ταξί δεν περνάει από εκεί ούτε με πολυβόλο» και σε κατεβάζει κάτω.

Από τους 12 κινηματογράφους που είχε η Πατησίων με τις παρόδους της, έμεινε ένας και από τα θέατρα παραμένει ακόμα ηρωικά μόνο το θέατρο της Κάτιας Δανδουλάκη…

Θυμάμαι στη Νέα Υόρκη το 1970 όταν ζήτησα από ένα ταξί να με πάει στο Χάρλεμ, τη συνοικία των μαύρων, ο οδηγός με κοίταξε θυμωμένος και μου είπε «γιου αρ κρέιζι;», γιατί μόνο αν ήσουν τρελός θα τολμούσες να περάσεις και ήταν αμφίβολο αν θα ξανάβγαινες ζωντανός… Ύστερα από 20 χρόνια, όταν ξαναμπήκα σε ταξί και ξαναείπα, τρέμοντας, να με περάσει από το Χάρλεμ, μου απάντησε με χαμόγελο «γουίθ πλέζαρ» και το περάσαμε και ξαναβγήκαμε ζωντανοί!

Τι είχε συμβεί; Απλούστατα είχαν μεσολαβήσει δύο, αν δεν κάνω λάθος, θητείες ενός πολύ δραστήριου και αποφασιστικού δημάρχου, του Τζουλιάνι, που με σήμα του μάλιστα ένα πορτοκάλι και τη φράση «I LOVE N.Y.», δηλαδή «αγαπώ τη Νέα Υόρκη», έκανε το θαύμα του και η Νέα Υόρκη έγινε πόλη βιώσιμη και παραμένει…

Δεν ξέρω αν ζει ακόμα ο Τζουλιάνι, αν όμως δεν ζει, κάποιοι δικοί του πρέπει να υπάρχουν, γιατί δεν τους συμβουλεύεται ο κ. Καμίνης;

Μόνο οι Νεοϋορκέζοι δηλαδή αγαπούν τη Νέα Υόρκη τους; Εμείς τη δικιά μας δεν την αγαπάμε για να βάλουμε ένα χέρι να τη σώσουμε;

Πώς το έλεγε εκείνο η Βούλα όταν έκοψε το νήμα; Γιατί δεν το αντιγράφουμε;

«Για την Αθήνα, ρε γαμώτο».

ΤΑ ΝΕΑ «ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΑΤΣΑΣ»…

Σίγουρα αν ζούσε ο Τσιφόρος θα συμπλήρωνε με ένα δεύτερο, αν όχι και ογκωδέστερο τόμο, τα θρυλικά «Παιδιά της πιάτσας» του, με τις καινούργιες επινοήσεις, που κι αυτές δεν στερούνται πρωτοτυπίας, όπως αυτή που εφαρμόστηκε με ιδιαίτερη επιτυχία με αφορμή την πρόσφατη απογραφή…

Σου χτυπάνε την πόρτα. Ρωτάς «ποιος είναι;» και σου απαντούν «για την απογραφή». Τους ανοίγεις, σε κρατάνε σούζα στη γωνία, σου αρπάζουν ό,τι βρουν και μένεις να καταγράφεις τα κλεμμένα. Και το πιο νόστιμο (;) να σε προειδοποιεί από τηλεοράσεως και η Αστυνομία να προσέχετε γιατί κυκλοφορούν και «απογραφείς – μαϊμούδες»!

Ευτυχώς δηλαδή που η Αστυνομία έκανε τη δουλειά της. Μας ειδοποίησε…

Όπως και το άλλο: Σου χτυπάνε το κουδούνι. Πας να ανοίξεις και βλέπεις από την πόρτα να μπαίνουν νερά. Απορείς για το πώς βρέθηκαν τα νερά κάτω από την πόρτα και μόλις ανοίξεις, ορμάνε μέσα και σου το κάνουν καλοκαιρινό! Και ο μόνος που λείπει πια είναι ο Νίκος ο Ρίζος για να παίξει τον ρόλο! Άγριο το ξύλο και από τα παιδιά της πιάτσας και πού είσαι, Τσιφόρε, που έφυγες τόσο νωρίς…

ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΘΕΣΗ ΣΤΗ ΓΙΟΥΡΟΒΙΖΙΟΝ

Όχι απλώς «συμπαθητικούτσικη», αλλά συμπαθέστατη η 7η θέση που πήρε το τραγούδι μας στη Γιουροβίζιον. Μια επιτυχία μέσα σε 40 συμμετοχές, μερικές από τις οποίες και πολύ ευχάριστες να τις ακούς, όπως της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Αυστρίας, όπως και τόσες απαράδεκτες που ήταν να απορείς με τη διανοητική κατάσταση εκείνων που τα έστειλαν, με χειρότερη την εμετική συμμετοχή των δύο παρλιακών της Ιρλανδίας, που κάνω κάθε προσπάθεια για να τα ξεχάσω.

Επιτυχημένη και η επιλογή του όμορφου ευθύγραμμου παλικαριού, του Λούκα, που τραγούδησε την «Ελληναριά» του. Ακούστηκε τόσο ευχάριστα με την άνεση της φωνής του, το βλέμμα του, τη σιγουριά του, έτσι που όλα έπαιζαν ρόλο, χωρίς καθόλου να χρειαζόταν η παρεμβολή της ραπ-αμερικανιάς, με αποτέλεσμα το τραγούδι να μοιάζει ελαφρώς «τραβεστί». Γι’ αυτό και την είπαμε «συμπαθητικούτσικη» τη συμμετοχή μας, με το σκέτο δωρικό της θα μπορούσε να κερδίσει πολλά περισσότερα.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση ευτυχώς το γλιτώσαμε το ξύλο, όπως οι διάφορες τηλε-Κασσάνδρες το είχαμε προβλέψει, ίσως γιατί αυτή τη φορά δεν φάγαμε εκείνα τα τρελά λεφτά που τρώγαμε στις προηγούμενες γιουροβιζιονοαρπαχτές!


Σχολιάστε εδώ