«Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός και δραγουμάνος του ο λαός»
Η Ανάσταση του Κυρίου βρήκε εφέτος τον ελληνικό λαό εσταυρωμένο. Προς-ευχή μας να μην τον βρει παρατημένον απ’ την προσδοκία και την ελπίδα που κομίζει η Ανάσταση για την προσωπική και εθνική μας ανάσταση.
Αφότου η χρηματοοικονομική εξουσία υποκατέστησε την αιρετή και θεσμικά λογοδοτούσα πολιτική τάξη, την οποία τελικά κατέστησε υποτελή της, οι κρίσεις, προς οικτρή διάψευση των ποικίλων γκουρού του νεοφιλελευθερισμού, είναι δομικό και χρόνιο φαινόμενο.
Ο αχαλίνωτος καπιταλισμός υποσκάπτει την προοπτική μιας βιώσιμης πραγματικής οικονομίας που συγκεφαλαιώνει αποτελεσματικότητα, δικαιοσύνη, συνοχή και αλληλεγγύη.
Το σκληρό πρόσωπο της καθημερινότητας γίνεται όλο και πιο αποκρουστικό, καθώς η ανέχεια και η απόγνωση απλώνονται στις γειτονιές του κόσμου με απίστευτη ταχύτητα.
Τα θύματα της ύφεσης, οι στρατιές των ανέργων, πολλαπλασιάζονται. Προχθές μετρούσαν ότι το 60% των Ελλήνων ζουν με δανεικά ή από τα «έτοιμα», αλλά αυτά έχουν ημερομηνία λήξεως.
Αφύλαχτες οι σκοπιές της ιστορίας, «σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα» (Παλαμάς).
Η αναστάσιμη βεβαιότητα της πίστεώς μας είναι τεράστια κινητήρια δύναμη στον αγώνα για έναν κόσμο πιο δίκαιο και πιο ανθρώπινο. Σε ώρες που το σύστημα έχει ενσταλάξει παντού την κατάθλιψη -εργαλείο που το βολεύει για να αποτρέψει την εξέγερση των συνειδήσεων-, η άντληση ψυχικού σθένους από τα πνευματικά αποθέματα της πίστεως για να αντιρροπήσουμε το κακό, είναι ευλογία.
Το φως, το αναστάσιμο φως -νυν πάντα πεπλήρωται φωτός-, μπορεί να διαλύσει τα σκοτάδια που μας επιβάλλουν δυνάμεις εξωελλαδικές και εγχώριοι «πρόθυμοι».
Το Πάθος είναι η επώδυνη πραγματικότητα. Η Ανάσταση είναι η λύτρωση από το Πάθος. Είναι το συγκλονιστικότερο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας. «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών « (Κορινθ. Α΄, 17).
Ο άνθρωπος αναζητεί και δικαιούται την ευτυχία. Το ερώτημα είναι πού «βρίσκεται» αυτή. «Η ευτυχία», μας λέει ο αγλαός Πασκάλ, «δεν βρίσκεται ούτε έξω από μας, ούτε μέσα μας. Είναι στον Θεό. Και έξω και μέσα μας».
Τελικά τι νόημα αναγνωρίζουμε στη ζωή μας; Αν μας το γεμίζει η προσμονή της πασχαλινής χαράς, το καταυγάζει και το ζωογονεί. Τότε η αγάπη νικά το μίσος. Άλλωστε, αρχαιόθεν, «μίσος μεν γαρ ουκ επί πολύ αντέχει» (Θουκυδίδης ΙΙ, 64,5). Καταρρέει γρήγορα. Και η αλήθεια νικά το ψεύδος.
Είναι ο Αϊνστάιν που λέει πως ο άνθρωπος που αντιμετωπίζει τη ζωή, τη δική του και των συνανθρώπων του, σαν κάτι χωρίς νόημα «δεν είναι απλώς δυστυχής αλλά και σχεδόν ανάξιος να ζει».
Χαριτωμένος και ανεπισκίαστος
ο Παπαδιαμάντης μας:
«Ο μπάρμπα-Κίτσος, αφού ησπάσθη τρις ή τετράκις την τσότραν, ήρχισε να ψάλλη το Χριστός ανέστη
κατ’ ιδιάζοντα τρόπον, ως εξής:
Κ’στό -μπρε- Κ’στός ανέστη
Εκ νεκρών θανάτων,
Θάνατον μπατήσας,
Κ’έντοις-έντοις μνήμασι,
ζωήν παμμακάριστε!
Και όμως, μεθ’ όλην την ιδιορρυθμίαν ταύτην, ουδείς ποτέ έψαλε ιερόν άσμα μετά πλείονος χριστιανικού αισθήματος και ενθουσιασμού, εξαιρουμένου ίσως του γνωστού εν Αθήναις γηραιού και σεβασμίου Κρητός, του ψάλλοντος το «Άλαλα τα χείλη των ασεβών» με την εξής προσθήκην: «Άλαλα τα χείλη των ασεβών των μη προσκυνούντων, οι κερατάδες! Την εικόνα σου την σεπτήν…».
«Αληθείς ορθόδοξοι Έλληνες!» (Εξοχική Λαμπρή).
Όντως αληθείς που πιστεύουν ότι:
«Κριτής κι αφέντης είν’ ο θεός
και δραγουμάνος του ο λαός»
(Γκάτσος).