ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΑ Κ. ΣΗΜΙΤΗ

Απόψεις που μπορεί να είναι σωστές ή λάθος, συζητήσιμες ή όχι, αλλά που δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να εκφράζονται ως ακαδημαϊκοί προβληματισμοί από έναν πρώην πρωθυπουργό της χώρας. Ακαδημαϊκούς προβληματισμούς ο κ. Σημίτης μπορεί να έχει για τη Δανία π.χ. ή τη Μαλαισία και τη Βενεζουέλα, όχι όμως για τη χώρα που κυβέρνησε και τις τύχες της οποίας καθόρισε με τις επιλογές του. Μια από αυτές τις επιλογές, η ένταξη στο κοινό νομισματικό σύστημα, στο ευρώ, έφερε την κατάσταση εδώ που σήμερα βρίσκεται. Πριν από δέκα χρόνια ο κ. Σημίτης αποφάσισε ότι η Ελλάδα μπορεί να ενταχθεί στο σύστημα ευρώ με ισοτιμία της τάξης των 340,75 δραχμών ανά ευρώ, όταν ήξερε καλά (τον είχαν όλοι προειδοποιήσει περί αυτού) ότι η χώρα μας δεν θα τα κατάφερνε να επιβιώσει με ισοτιμία μεγαλύτερη των 270 δραχμών ανά ευρώ. Παρʼ όλʼ αυτά ο ψυχρός, ευρωλάγνος τεχνοκράτης δεν δίστασε να αποδεχθεί την προταθείσα από τα διεθνή κέντρα, ανθυγιεινή για τις ελληνικές αντοχές, ισοτιμία και να κοστολογηθεί το ευρώ προς 340,75 δραχμές. Για τη χώρα που κυβέρνησε, λοιπόν, θα πρέπει να έχει απαντήσεις για το πώς φτάσαμε εδώ και για το τι γίνεται τώρα. Εκτός αν την αισθάνεται ως «μια ακόμα χώρα στον κόσμο», ως πολίτης του κόσμου που είναι και εξ ορισμού διεθνιστής. Βεβαίως, δεν επελέγη από τον λαό και δεν ψηφίστηκε ως φιλέλλην και κοσμοπολίτης, αλλά αυτά μετά φαίνονται.

Έτσι, πριν από οτιδήποτε άλλο, θα πρέπει ο κ. Σημίτης να απαντήσει πώς και γιατί επελέγη αυτή η ισοτιμία από την κυβέρνησή του, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται η Ελλάδα (ψευδώς) ισοδύναμη με τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο. Δεν εννοούμε με αυτό πως ο κ. Σημίτης δεν πρέπει να λέει τις απόψεις του ή να του επιβάλουμε να μιλάει για όλα και όχι για όσα εκείνος επιλέγει [διότι κι αυτό το βλακώδες/παρανοϊκό ακούστηκε σε ραδιοφωνική εκπομπή: «ή πρέπει να μιλάει για όλα ή για τίποτα» (!)] αλλά καλό είναι να τοποθετείται και για θέματα που γέννησαν τα σημερινά προβλήματα. Θα πει κανείς ναι, αλλά κάποιος πρέπει να ρωτά, να θέτει τα ζητήματα, αλλιώς αυτόκλητος ποτέ κανένας (έστω και πρώην πρωθυπουργός ή υπουργός) δεν πρόκειται να αγγίξει θέμα που τον θίγει: «Ναι, ξέρετε τότε ίσως δεν είχα δίκιο» ή «έκανα λάθος». Σωστή παρατήρηση, αλλά οι πρώην πρωθυπουργοί απαντούν επιλεκτικά σε όσους θέλουν και αυτοί που ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία δεν θα θελήσουν ποτέ να φέρουν σε δύσκολη θέση τον κ. Σημίτη: Τα περισσότερα ΜΜΕ εξακολουθούν να τον τοποθετούν σε ένα αγιογραφημένο περιβάλλον απομονώνοντας ή απορρίπτοντας καθετί που θα μπορούσε να θίξει τον ίδιο, την εικόνα και το έργο του. Κάτι που φυσικά δεν κάνει καθόλου καλό στη χώρα, αλλά αυτό μικρή σημασία έχει. Σημασία έχει να μη θιγούν οι παρέες, τα συμφέροντα στα οποία αυτές ανήκουν και οι ισορροπίες. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα είδος σκυταλοδρομίας: Ο ένας παραδίδει τη σκυτάλη στον άλλο με σκοπό να τερματίσει επιτυχώς η ομάδα στην καλύτερη δυνατή θέση. Όλοι είναι προσεκτικοί πρώτα απʼ όλα να μην πέσει από κάποιον η σκυτάλη, μια και τότε θα ακυρωθεί η ομάδα. Δεν θα βαθμολογηθεί καν, κι αυτό δεν συμφέρει κανέναν από την ομάδα. Μια επικίνδυνη ερώτηση στον κ. Σημίτη θα ισοδυναμούσε με πτώση της σκυτάλης, αφού θα άνοιγε έναν κύκλο συζητήσεων που δεν έχει γίνει μέχρι τώρα. Αν γίνει σε βάθος χρόνου, θα έχουν μεσολαβήσει τόσο πολλά που θα είναι ανώδυνη για τον πρωταγωνιστή (τον κ. Σημίτη στην προκειμένη περίπτωση), αλλά και τους συνεργάτες του εντός και εκτός κυβέρνησης. Πρόκειται για μια από τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας που θα πάρει πολλά χρόνια για να θεραπευτεί. Πολύ περισσότερο στον βαθμό που είναι ταυτισμένη με την προστασία ατομικών μικροσυμφερόντων που συνασπίζονται σε ομάδες. Αλήθεια, αν και είναι πια τόσο αναγκαίο, ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία να ανοίξει την κουβέντα για το ευρώ και τη συμμετοχή μας σε αυτό, αφήνοντας κατά μέρος τις γενικεύσεις του τύπου «όλοι φταίνε» και «να ερευνήσουμε τα πάντα από το 1974 και μετά»; Κανείς μάλλον. Άλλωστε οι γενικεύσεις και οι συμψηφισμοί βολεύουν πολλούς, θίγοντας την αξιοπρέπεια μόνο όσων τη διαθέτουν.


Σχολιάστε εδώ