Το στίγμα (των ΜΜΕ) και το τραύμα
Στον ερειπιώνα της σημερινής Ελλάδας υπάρχει ένα οικοδόμημα που καταρρέει σιγά σιγά: τα ΜΜΕ. Εφημερίδες έκλεισαν, κανάλια κλονίζονται, περιοδικά αργοσβήνουν, μεγάλα συγκροτήματα βρίσκονται στο κόκκινο, οι μισθοί περικόπτονται, οι απολύσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και η «ευέλικτη εργασία» (δουλειά εκ περιτροπής σε εφημερίδες της Θεσσαλονίκης) παγερό γεγονός. Το εφιαλτικό σκηνικό προϊδεάζει για το χειρότερο: Ακολουθώντας τη μοίρα της χώρας, το ενδιαίτημα των ΜΜΕ ενδέχεται να καταρρεύσει ολοκληρωτικά…
Ο κόσμος των μίντια, αλαφιασμένος, ανήσυχος και αμήχανος, βρίσκεται τραγικά μόνος σʼ αυτήν τη δύσκολη στιγμή. Η κοινωνία έχει τα δικά της βάσανα και προβλήματα, ακριβώς ίδια με αυτά που ταλανίζουν και τα μίντια. Αλλά το τελευταίο που –φαίνεται να– τη νοιάζει είναι τι θʼ απογίνουν οι εκδότες, οι καναλάρχες και οι δημοσιογράφοι. Όλους αυτούς η κοινωνία τούς έχει στο στόχαστρο από χρόνια. Θεωρούνται δυνάστες οι μεν και τσιράκια της εργοδοσίας και της εξουσίας οι δε.
Η σταδιακή εναντίωση εξελίχθηκε σε οξειδωτική απαξίωση. Συνολική. Χωρίς διακρίσεις. Μαζί με τους πολιτικούς, οι δημοσιογράφοι βρίσκονται πρώτοι στον κατάλογο της κοινωνικής κακολογίας. Θεωρούνται καλοπληρωμένοι, πολυθεσίτες και βολεμένοι. Όλοι. Κι ας είναι χαώδεις οι μισθολογικές διαφορές. Κι ας χειμάζεται η πλειονότης των δημοσιογράφων προσπαθώντας με δυο και τρεις δουλειές (στη ρευστή και άγρια ελεύθερη αγορά, οι περισσότεροι) να τα βγάλουν πέρα. Η κοινωνία νομίζει ότι ο μέσος όρος προκύπτει από τους ιλιγγιώδεις μισθούς που ακούει ότι δίνονται στη δράκα των τηλεοπτικών αστέρων ή σε μερικούς κρατικοδίαιτους που βολεύονται ποικιλοτρόπως από την κεντρική εξουσία με παχυλούς μισθούς από δυο και τρία κρατικά μέσα. Αγνοεί η κοινωνία –ή απλώς δεν την ενδιαφέρει να μάθει– ότι η πλειονότης δεν έχει καμιά σχέση μισθολογικά με τις απολαβές των «αστέρων». Ούτε μπαίνει στον κόπο να σκεφτεί ότι οι «αστέρες» –τουλάχιστον εκείνοι που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα– δεν τα παίρνουν από τις τσέπες του Δημοσίου αλλά από τους ιδιώτες. Και καλά κάνουν, αφού έτσι λειτουργεί η αγορά.
Όμως η αγορά είναι σαν τον άνεμο. Αλλάζει κατευθύνσεις… Η αγορά των μίντια είχε προβλήματα πολύ πριν ενσκήψει στη χώρα η οικονομική κρίση και το σαρωτικό Μνημόνιο. Προβλήματα σοβαρά και ποικίλα. Οι υψηλές κυκλοφορίες των εφημερίδων, η θυελλώδης εισβολή της ιδιωτικής ραδιο-τηλοψίας, τα φθηνά δάνεια που ευνόησαν εκδοτικές επενδύσεις και ριψοκίνδυνα «ανοίγματα» και, βεβαίως, η συνεχής πλουτοφόρα ροή της διαφήμισης (κρατικής και ιδιωτικής) έντυσαν χρυσό τον κόσμο των μίντια. Η Ελλάδα «πέταγε» οικονομικά (φευ! έτσι νόμιζαν όλοι, και την εντύπωση αυτή την καλλιεργούσαν τα μίντια) και το βολεμένο εκδοτικό κατεστημένο –μαζί και το σώμα των δημοσιογράφων– απολάμβανε την ευτυχία των καιρών. Δεν αξιολογούσε σοβαρά το ρίσκο των επενδυτικών ανοιγμάτων ούτε τη συσσώρευση παθογενειών, που έκαναν τα μίντια να μοιάζουν με ΔΕΚΟ… Δεν έβλεπε «τη βουή των πλησιαζόντων γεγονότων», δηλαδή τη δυναμική εισβολή των free press και του διαδικτύου, ούτε τις επιπτώσεις κυρίως στην κυκλοφορία των εφημερίδων. Αλλά πρωτίστως δεν έβλεπε –ούτε νοιάστηκε ποτέ– για την εντεινόμενη καχυποψία της κοινωνίας απέναντι στα ΜΜΕ, καχυποψία που εξελίχθηκε σε αβυσσαλέα εχθρότητα και χλευαστική απόρριψη. Δεν αναρωτήθηκε για τα αίτια της στροφής αυτής. Και συνέχισε το βιολί του. Δηλαδή, να είναι δεκανίκι της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας και των επιλογών της…
Εδώ το στίγμα και το τραύμα: Με σημείο καμπής το δυσώνυμο ʼ89, η αξιοπιστία των εφημερίδων δέχθηκε βαρύ πλήγμα. Όπως βαθμηδόν και η κυκλοφορία τους. Ένα μεγάλο μέρος του κόσμου ένιωσε προδομένο από τις «μεγάλες εφημερίδες», οι οποίες αξιοποίησαν ένα υπαρκτό σκάνδαλο (Κοσκωτά), αλλά προώθησαν υστερικά ένα δήθεν καθαρτήριο εγχείρημα και έδωσαν την –επικρατούσα, άλλωστε– εντύπωση ότι τα μίντια «ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις» και έχουν ρόλο καθοριστικού ρυθμιστή στα πολιτικά πράγματα της χώρας… Ο θυμός μεγάλου μέρους της κοινωνίας «δούλευε» σαν τους τερμίτες: Απαξίωνε σιγά σιγά την αξιοπιστία του Τύπου και δημιουργούσε κλίμα κυκλοφοριακής ύφεσης στις πωλήσεις των εφημερίδων. Ανεπαίσθητο στην αρχή, «επιδοτήθηκε» σταδιακά το κλίμα αυτό από την επέλαση της τηλοψίας και των «νέων μέσων», ώσπου η μικρή αλλά κλιμακούμενη ύφεση (αξιοπιστίας και πωλήσεων) έγινε ρεύμα και καθεστώς.
Τι είχε προηγηθεί και συνετέλεσε στο να δοθεί η χαριστική βολή; Η «εποχή Σημίτη» και η σκανδαλώδης ολοκληρωτική υποστήριξη του «εκσυγχρονισμού», ακόμη και από ναυαρχίδες του δεξιού Τύπου. Η Ελλάδα ζούσε ένα τεράστιο ψέμα, τη δήθεν άνοιξη της οικονομίας, και τα μίντια ζητωκραύγαζαν. Ποτέ κανένας πρωθυπουργός –ούτε καν οι αείμνηστοι ιδρυτές των δύο μεγάλων κομμάτων τον καιρό της παντοδυναμίας τους– δεν είχαν τέτοια προκλητική εύνοια. Ο κόσμος ζούσε το δικό του ψέμα και βίωνε τις δικές του ψευδαισθήσεις, ώσπου ήρθε το δράμα του χρηματιστηρίου, η πρωτοφανής ακρίβεια με την είσοδο του ευρώ και η πλήρης αποκάλυψη της «εκσυγχρονιστικής» πολιτικής απάτης. Η κοινωνία αναστατώθηκε, θύμωσε ξανά και στράφηκε καταλυτικά εναντίον των ΜΜΕ. Η εντύπωση ότι τα μίντια και οι δημοσιογράφοι είναι τσιράκια της εξουσίας και των «μεγάλων συμφερόντων» εξελίχθηκε σε οριστική βαθύρριζη άποψη…
Βέβαια, εδώ υπάρχει μια κραυγαλέα αντίφαση: Πώς γίνεται να εγκαλούνται τα Μέσα από την κοινωνία ως βακτηρίες του «συστήματος» (δηλαδή των δύο μεγάλων κομμάτων), όταν η ίδια η κοινωνία ανανεώνει διαρκώς διά της ψήφου της την εμπιστοσύνη στα δύο αυτά κόμματα; Το ερώτημα θα μείνει αναπάντητο. Αλλά, εν των μεταξύ, τα μίντια –και πρωτίστως οι εφημερίδες– δεν έχουν καμία απάντηση για την κρίση που ταλανίζει τον κόσμο τους. Συνεχίζουν (τα περισσότερα) να υπερασπίζονται σθεναρά τις καθεστωτικές επιλογές, να ψέγουν περισσότερο την κοινωνία παρά τη λογική και τη λειτουργία του συστήματος που ευθύνεται για την τραγική σημερινή κατάσταση, και, βέβαια, να μην ανανεώνονται (κυρίως οι εφημερίδες). Αποτέλεσμα; Εμφανίζονται κουρασμένες και κουραστικές, σκονισμένες και αδιάφορες για το ευρύ κοινό, και ιδίως για τους νέους… Στο ίδιο μήκος και η χειμαζόμενη κοινωνία: Αδυνατεί –ή δεν ενδιαφέρεται– να διακρίνει και να επιβραβεύσει κυκλοφοριακά τις έντιμες προσπάθειες και τα ανιδιοτελή εγχειρήματα. Αρκείται στο δέλεαρ των προσφορών, αδιαφορώντας κατʼ ουσίαν για τα χυμώδη κείμενα, τα τεκμηριωμένα ρεπορτάζ και τις αποκαλύψεις (…που δεν περισσεύουν, είναι η αλήθεια)…
Τι μέλλει γενέσθαι; Πιθανόν, το χειρότερο: ολοκληρωτική κατάρρευση. Η οποία ενδέχεται να μην απασχολήσει ιδιαιτέρως την κοινωνία. Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν… Πάντως εκείνη η κατακλείδα, διατυπωμένη ως ευχετική ικεσία, που ακούγεται για την κατάσταση της χώρας, ισχύει και για τον κόσμο των μίντια: «Ο Θεός να βάλει το χέρι του»…