ΟΤΑΝ ΤΟ «ΣΚΑΪ»… ΤΟ ΣΚΑΕΙ!

Να αρχίσουμε από μια οφειλόμενη εξήγηση για το σημείωμα, σχετικά με το «1821», της περασμένης Κυριακής, όταν έχοντας την εντύπωση ότι έκλεισε ο κύκλος της πολυσυζητημένης και αμφιλεγόμενης σειράς, διατυπώσαμε συνολικά τις αντιρρήσεις και τις επιφυλάξεις μας για τον άστοχο και απαξιωτικό τρόπο που έγινε ο χειρισμός ενός τόσο μεγάλου θέματος.
Έτσι δηλαδή που όχι μόνο κορυφαίες φυσιογνωμίες του αγώνα έμειναν στο περιθώριο ή και αγνοήθηκαν, όπως και πολλά από τα μεγάλα γεγονότα της Επανάστασης εξαφανίστηκαν, με αποτέλεσμα να ακούσουμε περισσότερα για το πόσο…. δεινοπάθησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία στα 400 χρόνια της σκλαβωμένης Ελλάδας από ένα λαό «κλεφτουργιάς, σφαγέων και κατσαπλιάδων», όπως εμείς, που η μεγαλύτερη δραστηριότητά μας ήταν να σφάξουμε γυναικόπαιδα, παρά για το πώς θα βγάζαμε τον ζυγό από πάνω μας. Αυτά μας είπαν, αυτά ακούσαμε…
Μια τηλεοπτική σειρά, πολύ κατώτερη των εξαγγελιών που προηγήθηκαν, περισσότερο διαφημιστική μιας αντίστοιχης εκδοτικής «λαϊκών εικονογραφημένων», που οι περισσότεροι την καταδίκασαν όχι μόνο για παραποίηση της ιστορικής αλήθειας, αλλά και για μια εικόνα επιζήμια και επιβαρυντική γενικότερα για τα σημερινά μας προβλήματα σε παγκόσμιες αντιπαραθέσεις. Όταν την περασμένη Τρίτη, μετά το υποτιθέμενο τέλος της σειράς, ο ΣΚΑΪ παρουσίασε, αιφνιδιαστικά και χωρίς καμία σχετική προειδοποίηση, ένα ακόμα επεισόδιο, στο οποίο προσπάθησαν να αναφέρουν, συμπυκνωμένα, όλα όσα, ονόματα και μεγάλα γεγονότα, αποτελούν το μεγάλο ιστορικό του 1821 για τα οποία στα προηγούμενα επεισόδια δεν είχε γίνει η παραμικρή αναφορά, περίπου δηλαδή σαν μια «περίληψη των ανύπαρκτων προηγουμένων».
Έτσι θυμήθηκαν και τον Παπαφλέσσα και τον Καραϊσκάκη και τον Ανδρούτσο και την Μπουμπουλίνα και το ολοκαύτωμα της Χίου (σ’ αυτό ευτυχώς βοήθησαν και οι πίνακες του Ντελακρουά) και τη Μονή της Αγίας Λαύρας και το Μεσολόγγι και τα Δερβενάκια και τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη και με ανάγνωση μισής σελίδας από την ιστορία του Παπαρηγόπουλου και του Κοσομούλη και όλα τέλος πάντων τα από πρόθεση ή… και αφηρημάδα δεν ακούσαμε στα προηγούμενα επεισόδια. Όπως το ίδιο και στο τελευταίο και «καταληκτικό», όπως το χαρακτήρισε ο παρουσιαστής της εκπομπής κ. Πορτοσάλτε, ο οποίος ύστερα από κάθε επεισόδιο της σειράς είχε πάντα και μια συζήτηση με καθηγητές και ιστορικούς, προσπαθώντας να «μπαλώσει τις τρύπες» και που κάτι ανάλογο έκανε και στην τελευταία εκπομπή της Τρίτης που πέρασε, αλλά με απουσία και από τις δυο του μόνιμου παρουσιαστή της σειράς κ. Πέτρου Τατσόπουλου με αιφνιδιαστική μάλιστα αντικατάστασή του από τον ηθοποιό κ. Μηνά Χατζησάββα, μεταφέροντας έτσι εμμέσως πλην σαφώς επάνω του όλες τις παραλήψεις που είχαμε διατυπώσει, τόσο για το πολλές φορές απαξιωτικό τρόπο των αναφορών στον αγώνα του 1821, όσο και για τη μεταφορά της θηριωδίας από τους κατακτητές στους κατακτημένους.
Και ο μεν κ. Τατσόπουλος, την επoμένη της βάρβαρης «πόρτας» που είδε από τους υπευθύνους του ΣΚΑΪ, σε εμφάνισή του σε ανάλογη εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης, φρόντισε να αποκαταστήσει τις κακές εντυπώσεις που είχε δημιουργήσει, που περισσότερο «τουριστικός» ήταν ο χαρακτήρας του και λιγότερο και επί της ουσίας ιστορικός, αποκαθιστώντας έτσι και το αξιόλογο συγγραφικό του έργο και αν κάνω λάθος για την «εκπαραθύρωσή» του, ευχαρίστως να του παραχωρήσω όσο χώρο χρειάζεται στη σελίδα μου για να με διαψεύσει.
Και ενώ βέβαια παραμένει αναπάντητο το ερώτημα της περασμένης Κυριακής:
«Για ποιο 1821 μιλάμε;».
Και με λόγια πιο καθαρά: Μιλάμε για την αρχή μιας εποχής απαξίωσης και ξεπουλήματος των πάντων, ακόμα και της ιστορίας μας, για να καλύψουμε τα 50 δισ. που χρωστάμε;
Ή μιλάμε για το τέλος της ιστορίας που ως τώρα καταφέραμε να την κρατήσουμε ζωντανή έστω και με τα δόντια;
Μόνο που το ερώτημα αλλά στο κανάλι που μας πληροφόρησε ότι αναμένονται και άλλες «μεγάλες ιστορικές σειρές» και με τη δέουσα εκτίμηση να ρωτήσουμε:
«Τόσο μεγάλες και τόσο ιστορικές;».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ

***

Ο ΒΟΥΤΣΑΣ ΜΕ ΕΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ – ΦΑΝΤΑΣΜΑ!

Έβλεπα το περασμένο σαββατόβραδο στη ΝΕΤ την εκπομπή «Στην υγειά μας» που παρουσιάζει ο ηθοποιός κ. Σπύρος Παπαδόπουλος, έναντι αδροτάτης αμοιβής, δηλαδή 9.000 ευρώ για προσωπική του αμοιβή, πλέον ΦΠΑ για κάθε επεισόδιο, δηλαδή 36.000 ευρώ μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει για τις 4 «με τις υγείες μας» κάθε μήνα και που στο σύνολο για τις 36 εκπομπές που ορίζει η σύμβαση, ο κ. Παπαδόπουλος θα εισπράξει 324.000 ευρώ, δηλαδή για να το πούμε και διαφορετικά, κάπου (κρατηθείτε) εκατόν δέκα εκατομμύρια και κάτι ψιλά σε παλιές δραχμές, που ούτε η συγχωρεμένη η Βουγιουκλάκη, στις καλύτερές της, δεν έπαιρνε τόσα… Και που τα 36 επεισόδια θα στοιχίσουν συνολικά στην κρατική τηλεόραση ένα εκατομμύριο οκτακόσιες χιλιάδες, τριακόσια ευρώ, συν και ο απαραίτητος ΦΠΑ!
Βλέποντάς το όμως, το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, προσπαθούσα να καταλάβω αν παρακολουθούσα μια οργανωμένη παραγωγή, με σενάριο, συγκεκριμένο στόχο και σκοπό ή αν επρόκειτο για κάτι μεταξύ αλαλούμ και απερίγραπτου παρεΐστικου χαβαλέ σε συνοικιακή ταβέρνα, που τρία χρόνια τώρα παίζεται στο ίδιο σκηνικό, χωρίς εξωτερικά γυρίσματα, χωρίς σκηνοθετική φαντασία, σε μια σειρά από τραπέζια με μερικά φρούτα και χύμα κρασί και όπου ο καθένας έπαιρνε τον λόγο για να δηλώσει την παρουσία του ή για να σηκωθεί κάποια καλλίγραμμη (κι αυτό όχι πάντα) για να μας επιδείξει τις ικανότητές της στον καρσιλαμά, το περασμένο Σάββατο μάλιστα, μια ξαναμμένη, περισσότερες από 10 φορές έφερε τις βόλτες της στην τετράωρη διάρκειας εκπομπή και «α λα πασά μου, κάνε μου τέτοια, κάνε μου σκέρτσα και μπερεκέτια…».
Τελικά, όπως μας πληροφόρησε ο παρουσιαστής – ηθοποιός, είχαμε να κάνουμε για ένα αφιέρωμα προς τιμή ενός από τους μεγαλύτερους κωμικούς πρωταγωνιστές μας, του Κώστα Βουτσά. Έτσι λοιπόν στρώθηκα να το δω, με τη βεβαιότητα ότι θα χαρώ ένα αφιέρωμα για το τεράστιο θεατρικό και κινηματογραφικό οδοιπορικό του, με 140 ίσως και περισσότερες ταινίες και που στο σημείο αυτό τον συναγωνίζεται μόνο ο Βέγγος, ενώ στο θέατρο δεν νομίζω ότι μπορεί κανένας άλλος να του παραβγεί. Και έκατσα και για ένα λόγο παραπάνω, επειδή, εκτός από τις αμέτρητες συνεργασίες μας στον κινηματογράφο και στο θέατρο, ήμουν αυτός που του έδωσε και το εναρκτήριο λάκτισμα για ηθοποιός, πριν πολλά χρόνια στην πρώτη μας γνωριμία στη Θεσσαλονίκη.
Μόνο που αυτό που ακολούθησε το περασμένο Σάββατο ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από τιμητικό αφιέρωμα σε ένα σπουδαίο ηθοποιό. Φλύαρο, άσχετο και τελικά βαρετό και το πιο σπουδαίο χωρίς συγκεκριμένες αναφορές στα έργα που έπαιξε ο τιμώμενος δημιουργός, εκτός από μερικά στιγμιότυπα από ταινίες του Γιάννη Δαλιανίδη κι αυτές προφανώς δανεισμένες από άλλες εκπομπές, παραβλέποντας όλες τις ταινίες του Κώστα Καραγιάννη, μερικές μάλιστα και από τις καλύτερές του και που τελικά όταν ο παρουσιαστής ηθοποιός φιλοξενεί στην εκπομπή του έναν Κώστα Βουτσά στα ογδόντα του, το λιγότερο από τον σεβασμό που οφείλει στην ιστορία του, έχει την υποχρέωση και μιας έρευνας στο θεατρικό και κινηματογραφικό ιστορικό του, φτάνει βέβαια και να έχει την ικανότητα για να το κάνει. Μια χαμένη ευκαιρία για τον κ. Παπαδόπουλο για να αποδείξει ότι οι 9.000 ευρώ εβδομαδιαίως ανταποκρίνονται σε μια υπεύθυνη εργασία.
Χρειάζεται να πω ότι οι περισσότεροι από τους ομοτράπεζους που είχαν καλέσει, με εξαίρεση ενός ή δύο, δεν είχαν παίξει ποτέ με τον Κώστα Βουτσά, όπως δεν είδα καμιά από τις συμπρωταγωνίστριές του από το θέατρο και τον κινηματογράφο, όπως την Ξένια Καλογεροπούλου, τη Μάρω Κοντού, τη Ζωή Λάσκαρη, τη Μάρθα Καραγιάννη, τη Νόρα Βαλσάμη, τη Χλόη Λιάσκου, την Αιμιλία Υψηλάντη, την Καίτη Παπανίκα, για να θυμηθούν κάτι από τη συνεργασία τους μαζί του και για να δώσουν ένα άρωμα του ελληνικού κινηματογράφου. Τίποτα! Καμιά και δεν θα το πιστέψω ότι αρνήθηκαν να μιλήσουν για τη συνεργασία τους μαζί του. Να μην πω τώρα και για τους 5 συγγραφείς που γράψαμε τα περισσότερα από τα έργα που τα ζωντάνεψε πάντα με επιτυχία ο Κώστας. Δυστυχώς, από τους «πέντε μας», ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο Κώστας Πρετεντέρης, ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Λάκης Μιχαηλίδης είναι πια «απόντες» και ο μόνος επιζών παραμένει ο υποφαινόμενος.
Είπα να πεταχτώ ως το στούντιο για να πω μερικά από τα προσωπικά μας, τόσο από τις ταινίες όσο και από το θέατρο, όσες φορές συνεργαστήκαμε, δίνοντας πάντα δέκα και εκατό φορές περισσότερα από όσα του ζητούσε ο ρόλος που του γράφαμε. Έβαλα το σακάκι και στην πόρτα σταμάτησα.
«Πού πας, ρε;», λέω του εαυτού μου, «σε κάλεσε ο παρουσιαστής των 36.000 ευρώ τον μήνα; Σε ξέρει;».
Καιρός να με μάθει, μαζί και με πολλά άλλα που θα έπρεπε να ξέρει, όπως, για παράδειγμα, επειδή από ό,τι τουλάχιστον προδίδει ο τίτλος της εκπομπής του, θέλει να έχει και μια γεύση παρελθοντολογίας, όπως το προδίδει και η επιλογή των πλάνων από παλιές ελληνικές ταινίες που έχουν για φόντο τα γράμματα των συντελεστών, τον πληροφορώ ότι τα περισσότερα πλάνα είναι από ταινίες δικές μου, που σε άλλες από αυτές είμαι ο παραγωγός τους και σε άλλες ο σεναριογράφος τους και που βέβαια ο παρουσιαστής – ηθοποιός κ. Παπαδόπουλος τα χρησιμοποιεί χωρίς έστω και τυπικά να μου ζητήσει την άδεια.
Αλλά δεν βαριέστε, στη χώρα της λαμογιάς ζούμε, για «μια χούφτα πλάνα» θα τσακωνόμαστε τώρα; Χαλάλι του και στην υγειά του…

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ

***


Σχολιάστε εδώ