Λείπουν σήμερα οι οραματιστές!

// Πώς θα χαρακτηρίσετε το ταξίδι της ζωής;

«Το ταξίδι της ζωής είναι πάντα συναρπαστικό γιατί είναι απρόβλεπτο. Θέλω να ελπίζω ό,τι κοιτάω μπροστά και ό,τι έχω κάνει, μικρό, μεγάλο, ασήμαντο, σημαντικό, έχει γίνει και έχει τελειώσει. Το κουβαλάω μέσα μου, αλλά πάντα κοιτάω τι θα κάνω μετά. Ο Καζαντζάκης είχε πει ότι την κάθε μέρα πρέπει να τη βλέπουμε σαν κάτι καινούργιο. Το ταξίδι της ζωής είναι συναρπαστικό σε όποια ηλικία και αν είσαι, με τα συν και τα πλην του. Και αυτήν τη στιγμή όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και όλος ο κόσμος περνά δύσκολα. Η κρίση που περνάει ο πλανήτης δεν είναι μόνο οικονομική αλλά κρίση βαθύτερη, αξιών, ιδεολογιών. Και καλό είναι να κοιτάμε πέρα από την κρίση. Να κοιτάμε μακριά και να στοχεύουμε μακριά. Από τη φύση μου είμαι αισιόδοξος. Ο καθένας μας έχει περάσει πολλά, αλλά δεν πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε και τα πολύ ωραία της ζωής. Στη Νότια Ιταλία ένας ταξιτζής που αγαπούσε την Ελλάδα μου είπε “Έχετε κρίση, έχουμε και εμείς κρίση, αλλά κοιτά τι λαμπερή μέρα. Αυτόν τον ήλιο δεν πρόκειται να μας τον πάρουν ποτέ”. Την ομορφιά της φύσης».

// Ποιες δημοσιογραφικές συναντήσεις θυμάστε;

«Είχα τη μεγάλη τύχη μέσα από τη δουλειά μου στην ΕΡΤ να γνωρίσω πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Γι’ αυτό και οφείλω και πολλά στην ΕΡΤ. Έμαθα πολλά. Γνώρισα τον Μάριο Πλωρίτη. Ήρεμος άνθρωπος, βαθύτατα ευγενής, πολύ απλός, με κανένα κομπασμό. Θυμάμαι την πρόσκληση που μου έκανε ο Μάνος Χατζιδάκις. Με κάλεσε σ’ ένα δείπνο με το χορογράφο Μορίς Μπεζάρ. Έβλεπα αυτά τα δυο τέρατα που είχαν βαθιά φιλιά και αγάπη και εγώ έλεγα όσα χρειάζονταν για να κεντρίζω το λόγο τους και να λένε περισσότερα. Διεισδυτικά μυαλά που κουβαλούσαν μεγάλη ιστορία πίσω τους. Μίκης Θεοδωράκης. Τι να πω; Εύχομαι να είναι κοντά μας για πολλά χρόνια. Όταν ο Μίκης αρχίζει και ξεδιπλώνει αυτά που έχει ζήσει, αισθάνεσαι ότι έχεις να κάνεις με μια φρεγάτα που ανοίγει τα πανιά της και λες “να, η ιστορία της Ελλάδας ταξιδεύει”».

// Οι προσωπικότητες αυτές είναι γέννημα της εποχής τους;

«Οι μεγάλες προσωπικότητες δεν έρχονται κάθε λίγο και λιγάκι. Απλά στην Ελλάδα ήμασταν τυχεροί γιατί στη δεκαετία του ’50 και του ’60 συνέπεσαν πολύ ταλαντούχοι άνθρωποι μαζί. Ήταν η πνευματική άνοιξη της Ελλάδας και ήμουν τυχερός που την έζησα. Πάντα θα βγαίνουν μεγάλες προσωπικότητες, αρκεί να έχουμε ανοιχτές τις κεραίες μας για να τις αναγνωρίζουμε. Και να πάμε πέρα από την εικόνα».

// Τέτοια γεγονότα γίνονται

σήμερα;

«Στην εποχή μας υπάρχει έλλειψη οραματιστών. Εάν κοιτάξουμε γύρω μας στην πολιτική παγκόσμια δεν βλέπω μεγάλους οραματιστές. Πού είναι ένας Μιτεράν, ένας Μαντέλα, ένας Κένεντι, χωρίς να λέμε ότι αυτοί ήταν άγιοι. Τώρα έχω την αίσθηση ότι έχουμε διαχειριστές. Οι πολιτικοί προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα του σήμερα χωρίς ιδέες. Μιλάω σαν πολίτης του κόσμου. Χρειαζόμαστε ανθρώπους που θα μας εμπνεύσουν. Όταν ένας πολιτικός μπορεί να σ’ εμπνεύσει θα δεχθείς περικοπές, γιατί πιστεύεις στο μέλλον. Πάντα θα σου κόβουν το μισθό ή θα σ’ τον αυξάνουν. Αυτό δεν τελειώνει ποτέ. Πρέπει να βλέπουμε πέρα από το ευρώ, το δολάριο, το γιεν. Να βλέπουμε πέρα από το λάιφ στάιλ. Να βλέπεις το όνειρο και να θέλεις να το πραγματοποιήσεις. Πρέπει να βλέπουμε πέρα από την καθημερινότητα. Το όραμα της άλλης Ευρώπης πότε επιτέλους θα το δούμε;».

// Νιώθετε άσχημα ως Έλληνας στο εξωτερικό;

«Δεν νιώθω άσχημα που είμαι Έλληνας. Αυτό ξεκινά από εμάς τους ίδιους. Καμία χώρα δεν έχει την αποκλειστικότητα του καλού ή του κακού. Ναι, κάποια μέλη της Ευρώπης περνάνε δύσκολες στιγμές. Αλλά για τις δύσκολες στιγμές που περνάμε δεν φταίμε μόνο εμείς. Ένας φίλος μου από τη Νορβηγία μου λέει “έχετε πολλά προβλήματα;”. Και του απαντάω “κοίτα, φίλε μου, είμαστε πολλά χρόνια πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη και θα είμαστε μπροστά σας για πολλά χρόνια ακόμη. Γι’ αυτό συνηθίστε το”. Δηλαδή δεν κατάλαβα; Αναγνωρίζω τα λάθη μας, τις ατέλειές μας, αλλά προς Θεού δεν μπορώ να βλέπω κανένα να μου κουνάει το δάχτυλο. Δεν δέχομαι από κανένα να μου κουνάει το δάχτυλο, γιατί κανείς δεν είναι αναμάρτητος».

// Όταν διαβάζετε ανθελληνικά δημοσιεύματα στο εξωτερικό πώς αισθάνεστε;

«Και τι, πρέπει να απολογηθώ σε κανένα; Δεν νιώθω καμία ανάγκη για να απολογηθώ. Ας αναγνωρίσει η Γερμανία τα δικά της λάθη. Και δεν εννοώ μόνο τα ιστορικά. Τις κομπίνες με τους Γερμανούς δεν τις έκαναν μόνο οι Έλληνες. Κάποιοι από τη Γερμανία χρηματίζουν τον Νότο. Οι Έλληνες έχουμε περάσει πολύ δύσκολες στιγμές στην ιστορία μας -πολέμους, προσφυγιά, πείνα, εμφύλιο, χούντα. Μαθημένοι είμαστε, θα επιβιώσουμε. Θα τα ξεπεράσουμε. Από τα λάθη μας θα μάθουμε και θα γίνουμε καλύτεροι».

// Τι ρόλο παίζουν οι δημοσιογράφοι στη μιζερολαγνεία του Έλληνα;

«Είναι καλό να θυμόμαστε οι δημοσιογράφοι, γιατί λόγω της δουλειάς μας αναφερόμαστε δημόσια, την ευθύνη που έχουμε απέναντι στον κόσμο. Αυτή η ευθύνη έρχεται πρώτη. Δεύτερη η ευθύνη απέναντι στην αλήθεια. Τρίτη η ευθύνη απέναντι στην αξιοπρέπειά σου. Και μετά είναι η ευθύνη απέναντι στο έντυπο που δουλεύουμε. Ο εντυπωσιασμός, ο οποίος έχει μπει αρκετά στην τηλεόραση και στον Τύπο για να πουλήσουμε λίγο περισσότερο, είναι λάθος. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να σκεφτούμε ξανά το ποιοι είμαστε. Εγώ μιλάω για τη μουσική, για το καλλιτεχνικό πατινάζ. Σιγά μήπως τον κόσμο τον ενδιαφέρει ο Κωστάλας! Τον ενδιαφέρει ο χορός, το γεγονός στο οποίο αναφέρομαι. Εγώ είμαι ο μεσάζων. Δεν είναι ο ρόλος μου να προβληθώ εγώ και το σινιέ κοστούμι μου. Η αγάπη μου για το γεγονός που παρουσιάζω μπορεί να τον ενδιαφέρει».

// Αυτός ο μεγάλος γίγαντας που λέγεται ΕΡΤ, τι πρέπει να κάνει για να μην απαξιωθεί;

«Να την αφήσουμε να κάνει τη δουλειά της. Πιστεύω στην ΕΡΤ. Πιστεύω και στην ιδιωτική τηλεόραση. Και ότι ο ανταγωνισμός αυτός ωφελεί. Αλλά η ΕΡΤ θέλει καλούς αθλητές για να τρέξει, γιατί λειτουργεί μέσα σε μια αγορά. Γι’ αυτό ας δούμε τις αμοιβές στην πιάτσα γενικά. Γιατί αν η ιδιωτική τηλεόραση δίνει περισσότερα, τα ονόματα δεν θα πάνε στην ΕΡΤ. Και να βγάλει νέα ταλέντα η ΕΡΤ, η ιδιωτική τηλεόραση θα προσφέρει περισσότερα και θα τα πάρει. Η ΕΡΤ στοχοποιήθηκε φέτος και ξαφνικά όλοι ξεχάσαμε τα καλά της. Όταν κάνουμε μια αποτίμηση μη βλέπουμε μόνο τα πλην. Η ΕΡΤ είναι μεγάλος οργανισμός. Έχει σημαντικούς ανθρώπους μέσα».

// Πάντα είστε δίπλα στη Eurovision… Σας αρέσει ως θεσμός;

«Η συμμετοχή μου στη Eurovision είναι ένα σκέρτσο. Όταν μου προτάθηκε πριν από χρόνια να εκφωνώ την ελληνική βαθμολογία, σκέφτηκα ότι δεν μ’ αρέσει να καλησπερίζω την Ευρώπη μόνο στα αγγλικά ή τα γαλλικά. Και επειδή δεν μ’ αρέσουν τα υποχρεωτικά, είπα ότι θα καλησπερίζω την Ευρώπη στη γλώσσα που φιλοξενεί κάθε φορά τον θεσμό. Και αυτό ήταν ένα παιχνιδάκι. Αυτή είναι μια φιλοφρόνηση προς τη χώρα που το διοργανώνει. Ένα αστείο. Από την άλλη μεριά, η Eurovision είναι ένα σόου. Ούτε θα τρελαθώ ούτε θα την πετάξω στην κόλαση. Αυτό που δεν μ’ αρέσει είναι ότι όλα τα τραγούδια είναι στα αγγλικά. Η ομορφιά για μένα είναι να ακούς τις διάφορες γλώσσες, να το φαντάζομαι το τραγούδι. Δυστυχώς, το σόου έγινε πιο δυνατό από το μουσικό περιεχόμενο. Χαίρομαι που οι βαλκανικές χώρες πάνε με τη γλώσσα τους. Έχει γοητεία».

// Όσον αφορά το καλλιτεχνικό πατινάζ, μας έχετε κάνει όλους να το αγαπήσουμε. Πού μάθατε όλους αυτούς τους όρους;

«Στο καλλιτεχνικό πατινάζ πρέπει να είσαι πολύ άχρηστος για να κάνεις κακή μετάδοση. Ξέχασε τους όρους. Το ίδιο το άθλημα σε βοηθάει να κάνεις κάτι πολύ καλό. Έχει ωραία πλάσματα, ωραία μουσική, ωραία κίνηση, έχει αγωνία. Και είναι κρίμα που οι προπονήσεις χρόνων μπορεί σ’ ένα δευτερόλεπτο να γκρεμιστούν από λαθάκια. Πονάς για αυτούς τους σπουδαίους αθλητές. Λυπάμαι στην Ελλάδα που δεν καλλιεργείται σωστά το άθλημα, γιατί δεν υπάρχουν πίστες πάγου ολυμπιακών διαστάσεων με καλή ποιότητα πάγου. Προπονητές υπάρχουν, παιδιά ταλέντα υπάρχουν, υποδομές δεν υπάρχουν. Αν υπάρξουν καλές υποδομές θα δούμε και διακρίσεις όπως στην ενόργανη γυμναστική και στη ρυθμική. Οι αθλητές δεν παίρνουν αυτές τις διακρίσεις για τα χρήματα. Είναι μια ανάγκη και αγάπη βαθύτερη. Δεν κάνεις ποτέ την υπέρβαση για το χρήμα, αλλά από μια βαθύτερη εσωτερική ανάγκη».

// Στους Ολυμπιακούς Αγώνες τι έγινε;

«Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας ήταν μια από τις υπέροχες στιγμές της Ελλάδας. Ωραίος καιρός, κούκλα η Αθήνα, οι εθελοντές έδωσαν την ψυχή τους, η ολυμπιακή λωρίδα για τα λεωφορεία άδεια. Μας είχαν βομβαρδίσει τόσο αρνητικά τα ΜΜΕ του εξωτερικού, που ο κάθε Έλληνας το πήρε προσωπικά για να σηκώσει τη χώρα του στους ώμους του. Το συγγνώμη στην Ελλάδα που γράφτηκε στον ξένο Τύπο έπρεπε να μας το πουν. Και θα το ξαναπούν όταν θα περάσει η οικονομική κρίση γιατί μας έχουν φερθεί άδικα. Τώρα υπερ-απλουστεύουν, υπερ-γενικεύουν. Και είμαστε πολύ καλύτεροι από αυτούς. Σε ό,τι αφορά εμένα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μου είχε γίνει η πρόταση να είμαι η φωνή των μεταδόσεων μέσα από το Ολυμπιακό Στάδιο. Δεν πήρα καμία αμοιβή, το έκανα δώρο, αφιλοκερδώς. Στην τελετή έναρξης, απέτυχα. Στενοχωρήθηκα απίστευτα (βουρκώνει και δακρύζει). Όχι γιατί εγώ απέτυχα. Μόνο όποιος δεν κάνει τίποτα δεν έχει αποτυχίες. Λυπήθηκα γιατί ο Δημήτρης Παπαϊωάννου δημιούργησε μια μαγική στιγμή και οι δικές μου παρεμβάσεις ενόχλησαν την απόλαυση των τηλεθεατών. Έπρεπε να είχα πει δυο κουβέντες. Δεν κατάφερα να ανταποκριθώ. Δεν ήμουν σύντομος. Σε μια ζωντανή εκπομπή της ΕΡΤ, μετά την τελετή έναρξης, ήμουν τόσο χάλια που αν κρατούσε περισσότερο θα ξέσπαγα σε λυγμούς».

// Ηρώδειο, Επίδαυρος, η φωνή σας εκεί… Συνεχίζονται οι καλές παραστάσεις σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια;

«Στο Ηρώδειο έχω ζήσει απίστευτες στιγμές και ήταν ένας τρόπος να ζητήσω ευχαριστώ, όχι να ζητήσω και χρήματα από πάνω. Θα ήθελα να τονίσω ότι ο χώρος είναι πιο σημαντικός από εμάς. Είμαστε ένας κρίκος σε μια μεγάλη αλυσίδα που έχουν γίνει πολύ ωραία πράγματα. Όποιος αναλαμβάνει αυτήν τη θέση να ξέρει την ιστορία του Ηρωδείου και της Επιδαύρου. Οι χώροι αυτοί είναι παγκόσμιας πολιτιστικής ομορφιάς. Κουβαλάνε την αρχαία Αθήνα, το Βυζάντιο, την αστική Αθήνα, το Νέο Μουσείο Ακρόπολης. Η χορογράφος Τίνα Μπάους μου είχε πει στο Ηρώδειο “από εδώ ξεκίνησαν όλα”, ενώ η χορογράφος Μάρθα Γκράχαμ μου είχε πει “επέστρεψα πίσω στις ρίζες μου”. Ο Μπέζαρ μου ανέφερε “η καλύτερη σκηνή είναι το Ηρώδειο”, ενώ η Φοντέιν είχε πει “όταν δεν χόρευα κοίταζα ψηλά τον Παρθενώνα”».

// Θέλετε να βγάλετε τον επόμενο Κωστάλα;

«Δυο φορές επιχείρησα να πω σε δυο συναδέλφους κάτι στην ΕΡΤ και γύρισαν και μου είπαν “ποιος είσαι εσύ;”. Για να πεις σε κάποιον κάτι, πρέπει να έχει δεχθεί ότι θέλει να μάθει. Εγώ ξεκίνησα με τον Αναστόπουλο τον εκφωνητή και τη Βίκυ Καρέλια, μια από τις καλύτερες φωνές στα ντοκιμαντέρ. Δεν βιάστηκα να βγάλω λεφτά γρήγορα ή να γίνω διάσημος. Τα πράγματα χτίζονται στη ζωή. Όπως και στον έρωτα. Υπάρχει η αρχική έλξη και μετά χτίζεται η σχέση από την τριβή. Έτσι και μια καριέρα χτίζεται με δουλειά και γνώση. Η φωνή από μόνη της είναι ένα εργαλείο. Σημασία όμως έχει το τι λες. Τι μήνυμα μεταφέρεις. Τι να κάνω μια ωραία φωνή και να λέει βλακείες; Σημαντικός ο ήχος και το βλέμμα, αλλά πιο σημαντικός ο λόγος. Αυτό που κάνω το αγαπάω. Και θεωρώ ότι είναι ευλογία να κάνω αυτό που αγαπάω. Ο Λευτέρης Κογκαλίδης, ο Γιώργος Παπαστεφάνου, ο Γιάννης Πετρίδης κάναμε το χόμπι μας επάγγελμα».

// Σπουδάσατε πάνω στα ΜΜΕ;

«Η μητέρα μου με μεγάλωσε μόνη της, μοδίστρα ήταν, στα φτωχικά Άνω Πετράλωνα μετά από έναν εμφύλιο. Κι όμως μου άνοιξε ένα παράθυρο στον κόσμο, με έστελνε αγγλικά, γαλλικά πιάνο και για σπουδές στη φιλολογία-γλωσσολογία στην Αμερική. Ο παππούς μου, εργάτης στο Γκάζι, η θεία μου φιλόλογος μου έλεγαν “διάβασε και φύγε στο εξωτερικό”. Αυτοί οι άνθρωποι δεν με εγκλώβισαν, μου πρόσφεραν τα πάντα, χωρίς να ζητήσουν τίποτα. Η μάνα μου δεν μου μίκρυνε τους ορίζοντες, αλλά μου τους διεύρυνε για να κάνω και άλλα πράγματα».

// Δεν θα μπορούσα να μη σας ρωτήσω για τη συμμετοχή σας στο «Dancing with the stars»… Πώς θα πάει φέτος;

«Πολύ ωραία. Είναι πολύ όμορφο πράγμα ο χορός. Ένας μεγάλος χορογράφος, ο Τζον Πλάνκοφ, από το μπαλέτο της Στουτγκάρδης έλεγε στους χορευτές του “Θέλω να χορεύετε όπως οι Έλληνες, με λεβεντιά και μαγκιά”. Το υλικό μας φέτος είναι πάρα πολύ καλό, υπάρχει φιλοδοξία από τα ζευγάρια».

// Θα γράψετε τις εμπειρίες σας σ’ ένα βιβλίο;

«Μου το έχουν ζητήσει για το Ηρώδειο, αλλά δεν έχω συγγραφικό ταλέντο. Ωστόσο, όλα είναι καταγεγραμμένα στην ΕΡΤ. Όταν ήρθα από την Αμερική έψαχνα για δουλειά και έκανα αίτηση στην ΕΙΡ. Διευθυντής ήταν ο Αναστάσιος Πεπονής και γραμματέας του η κυρία Καλοστύπη. Η οποία είπε τόσα καλά λόγια για μένα μετά τη συνέντευξη. Σπουδαία κυρία. Προσλήφθηκα τον Ιούνιο του ’65 και τους χρωστάω πολλά, γιατί δεν με γνώριζαν, αλλά μου έδωσαν την ευκαιρία για το μεγάλο ταξίδι που συνεχίζει ακόμη. Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα στη ζωή ψιλοκρεμαστά. Να βλέπουμε το όνειρό μας πέρα και πάνω από τις δυσκολίες σ’ οποιαδήποτε ηλικία. Να μη χάνουμε την επαφή με το όνειρό μας!».


Σχολιάστε εδώ