ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ ΔΟΜΟΥΝ ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Στην πραγματικότητα, θα πει κανείς, έχουμε μπει εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια, αλλά κι αυτό άχρηστο είναι, το χρησιμοποιεί ως επιχείρημα μια και τα πράγματα υπάρχουν μόνο όταν γίνονται αντιληπτά, αισθητά. Όταν μας θίγουν. Τότε αποκτούν υπόσταση. Η προηγούμενη υπόσταση και ύπαρξή τους αποτελεί για όσους δεν τα νιώθουν και δεν τα υφίστανται θεωρητικό σχήμα και μια απλή γνώση. Έτσι, στον βαθμό που οι συνθήκες ανεργίας, μιζέριας, απειλής του εισοδήματος και της επιβίωσης απλώνονται και κατακτούν όλο και μεγαλύτερες περιοχές του κοινωνικού χάρτη, αφορούν όλο και περισσότερους. Η μαζικοποίηση της φτώχειας, της νέας φτώχειας, μια και αυτή εμφανίζεται και λειτουργεί με όρους διαφορετικούς από εκείνους που γνωρίζαμε στις δεκαετίες του ʼ50 και του ʼ60 (για να μη μιλήσουμε για παλιότερα), εντάσσει στον κύκλο αντιδράσεων χιλιάδες ανθρώπους που δεν είχαν καν υποψιαστεί ότι μπορεί κάποια στιγμή να βρεθούν να ψάχνουν ακόμα και για τα έως τώρα αυτονόητα, την τροφή, την ένδυση, τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ.

Οι νέες συνθήκες μαζικοποιούν τη φτώχεια, άρα και την αντίδραση που έρχεται και θα έρθει από τους θιγόμενους. Οι θιγόμενοι δεν είναι πλέον τίποτα γραφικοί και ιδιόρρυθμοι κλοσάρ, δεν είναι περιθωριακοί αρνητές της συμβατικής καθημερινότητας ή άτυχοι δανειολήπτες που έπεσαν έξω και έμειναν χωρίς μισθό και στέγη. Είναι «μια χαρά άνθρωποι», συνηθισμένοι. Τακτοποιημένοι έως πριν από λίγες μέρες ή βδομάδες, που αίφνης βρέθηκαν αντιμέτωποι με το τέρας της ανεργίας και το φάσμα της πείνας. Κοντά τους είναι και όσοι βλέπουν ότι είναι από πιθανό έως πολύ πιθανό να βρεθούν κι εκείνοι σε ανάλογη κατάσταση: Αυτό είναι κάτι που κανείς δεν το ανέχεται. Και αντιδρά. Με μεθόδους που ίσως αρκετοί να μην εγκρίνουν και να μην επικροτούν, αλλά η αγανάκτηση και η απελπισία δεν έχουν τρόπους. Δεν έχουν λεπτότητα και τακτ, έχουν οργή, επιθετικότητα και τάση εκδίκησης για όσα συνέβησαν. Στο μέτρο που αυτά τα οποία συνέβησαν έχουν και προσωπικό χαρακτήρα, η ρεβάνς έχει τέτοια σκληρά χαρακτηριστικά. Σε αυτά περιλαμβάνεται η τάση διαπόμπευσης (ξεφτιλίσματος σε απλά ελληνικά) εκείνου του πολιτικού προσώπου που θεωρείται εκ των υπευθύνων για το χάλι της κοινωνίας.

Στην περίπτωση του Θεοδ. Πάγκαλου προστίθεται και μία ακόμα ιδιότητα, του προκλητικού δημοσίου προσώπου, που εκφράζεται συχνά άσχημα, απαξιωτικά για τους ανθρώπους, για κοινωνικές ομάδες, για επαγγέλματα. Είναι βέβαιο ότι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αποτελεί εύλογο και προφανή στόχο, όσο κι αν ο ίδιος δεν θεωρεί πως συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ακόμα και στην περίπτωση που όσα λέει και χαρακτηρίζει είναι σωστά (που δεν είναι), δεν παύει να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο αντιδράσεων, δίκαιων ή όχι, από πολίτες και ομάδες που θεωρούν ότι θίγονται. Ο Κ. Χατζηδάκης, βουλευτής και πρώην υπουργός της Νέας Δημοκρατίας, δεν είπε κάτι πιο προκλητικό απʼ όσα λέει κατά καιρούς ο κ. Πάγκαλος, αντιθέτως εκφράζει με μάλλον σεμνό τρόπο τις σκέψεις και τις απόψεις του για το πώς πρέπει να λειτουργεί η κοινωνία και η πολιτική. Και όμως αποτέλεσε θύμα επίθεσης από εξαγριωμένους πολίτες σε μέρα διαδήλωσης στο Σύνταγμα, κάτι που παραπέμπει ευθέως σε άνθηση ανεξέλεγκτων αντιδράσεων. Οι ενέργειες αυτές αποτελούν συχνή πρακτική, με μικρότερη ή μεγαλύτερη ένταση και έκταση. Οι οικονομικές συνθήκες, ο τρόπος διακυβέρνησης, τα αυξανόμενα μέλη στην τεράστια λέσχη της νέας φτώχειας οδηγούν σε απαξίωση της πολιτικής και των εκφραστών της, των λειτουργών της. Σε τέτοιες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες ελάχιστοι μπαίνουν στον κόπο της αξιολόγησης των πολιτικών και των δημοσίων προσώπων και η επιχειρηματολογία τού «δεν είμαστε όλοι ίδιοι» δεν βρίσκει πρόσφορο έδαφος. Ας είμαστε έτοιμοι για τη συνέχεια που πιθανώς θα είναι ανάλογη της κατάστασης που βιώνει η κοινωνία.


Σχολιάστε εδώ