Ιστορική ανάγκη μια συμφωνία Ελλάδος-Κύπρου
Οπότε και δημιουργήθηκε νέα ιστορική ευκαιρία (και ρόλος) για τα δύο διακριτά κρατικά κέντρα του Ελληνισμού, που σήμερα μπορούν να συμπορεύονται και συνετά να διεκδικούν καλύτερες προοπτικές σʼ αυτό το περιβάλλον. Κάτι που η Άγκυρα δεν έχει ακόμη χωνέψει. Και που με κάθε τρόπο προσπαθεί να υπονομεύσει. Όταν προπαντός αντιλαμβάνεται ότι:
• Της ίδιας ο μείζων στρατηγικός στόχος, που αφορά τον δικό της διασκελισμό της κοινοτικής πύλης, περνά μονοδρομικώς (και αφεύκτως) από τη Λευκωσία. Την κρατική υπόσταση της οποίας δεν αναγνωρίζει μεν, αλλά τη θεσμική συναίνεση της οποίας πρέπει να έχει διασφαλίσει προκειμένου να ελπίζει. Και για συνέχιση της ενταξιακής πορείας. Και για ενταξιακή κατάληξη.
Τα πράγματα όπως έχουν διαμορφωθεί φέρνουν τον κόμπο στο χτένι. Και αν δεν υπάρξουν άρδην διαφοροποιήσεις και νέες αδόκητες δυναμικές, η τουρκική ευρωπαϊκή πορεία θα καθηλωθεί οριστικά. Και τελικά θα εκφυλισθεί πλήρως. Κάτι που δεν χρειάζεται προβλεπτική δεινότητα για να προδιαπιστωθεί, αφού εξάλλου αυτό αποτελεί και τον βασικό παράγοντα της τουρκικής οργής. Η οποία και αναζητεί προσχήματα και προλειαίνει αφορμές νέων εκβιαστικών πρακτικών. Και προς την κατεύθυνση της Ελλάδος. Και προς εκείνην της Κύπρου. Καθώς μάλιστα προκύπτουν εν τω μεταξύ νέα γεωστρατηγικά δεδομένα, που την ενοχλούν ακόμη περισσότερο.
Και που τείνουν να την απομονώσουν, σε μεγάλο βαθμό, από κοσμογονικές εξελίξεις στη γεωγραφία όπου ακριβώς με ηγεμονικά σύνδρομα επεδίωξε να επιβάλει κηδεμονευτική παρουσία.
Εννοούμε όσα διαμορφώνονται με τα θέματα των ΑΟΖ και την επιβεβαίωση των τεράστιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που υπάρχουν στην Ανατολική Μεσόγειο. Και που στο βραχυπρόθεσμο μέλλον πρόκειται νʼ αξιοποιηθούν από κράτη της περιοχής. Με τα οποία η Κύπρος ήδη έχει συνομολογήσει συναφείς συμφωνίες, τόσο για την οριοθέτηση των ΑΟΖ όσο και για πρακτικές προαγωγής εξορύξεως και διακινήσεως φυσικού αερίου.
Βλέποντας η Τουρκία τι συνέβηκε με το Ισραήλ και διαβλέποντας τι θα γίνει εφόσον η Κύπρος στρεφόμενη και προς δυσμάς επιδιώξει την υπογραφή παρόμοιας συμφωνίας και με την Ελλάδα (μετά την Αίγυπτο, τον Λίβανο και το Ισραήλ) σπεύδει να δημιουργήσει αυθαιρέτως συνθήκες τετελεσμένων προς την πλευρά της Αθήνας. Και όσα διατείνεται για το Καστελλόριζο δεν είναι παρά η απαρχή όσων θʼ αποπειραθεί εν συνεχεία. Με πρωταρχικό (και προφανή) στόχο:
• Να προκαταλάβει ανακήρυξη από την Ελλάδα δικής της ΑΟΖ πέραν της Ρόδου και του Καστελλορίζου. Κάτι που θα οδηγήσει αναποδράστως σε συμφωνία με την Κυπριακή Δημοκρατία. Και που αυτομάτως θα ενοποιήσει τον θαλάσσιο χώρο μεταξύ των δύο κρατών. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει περισσότερα εκείνων που εκ πρώτης όψεως φαίνονται.
Αυτό επαναφέρει στο προσκήνιο, έστω και ως σημείο αναφοράς, το ιστορικής σημασίας Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος – Κύπρου. Που –κακώς– αφέθηκε να εκφυλισθεί! Επιπολαίως. Από μυωπικές και μικρόψυχες πολιτικές ένθεν και ένθεν. Η πικρή αλήθεια. Και χωρίς να υπονοούμε ότι το Κυπριακό θα έπρεπε να στρατιωτικοποιηθεί. Καθόλου.
Γιατί και αυτό θα ήτο σφάλμα. Όμως χειρότερη ασφαλώς υπήρξεν η επιλογή του ηθελημένου αμυντικού παροπλισμού, που αναιρούσε τους μόνους υπολογίσιμους μοχλούς συντηρητικής έστω αντιστηρίξεως των πολιτικών μας στο εθνικό θέμα.
Τώρα, και όπως διαμορφώνονται τα πράγματα στην περιοχή, στο κενό που έχει προκύψει μπορεί να υπεισέλθει ακριβώς μια νέα δυναμική Ενιαίου Δόγματος. Αυτή της κοινής ΑΟΖ. Όχι με παλικαρισμούς ασφαλώς. Αλλʼ οπωσδήποτε με άσκηση νομίμων δικαιωμάτων και αποδεκτών από τη διεθνή κοινότητα ενεργειών. Κυρίως με σύμπραξη και των άλλων ομόρων χωρών.