Η κουλτούρα της διαφθοράς
«Το της πόλεως όλης ήθος, ομοιούται τοις άρχουσιν…»
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ
ΔΥΟ και αλληλοεμπλεκόμενες κακοήθεις νεοπλασίες «εν μεταστάσει» φθείρουν σήμερα τον εθνικόν οργανισμόν και απελπίζουν τον πολίτη. Και για καμιά, κανένας των αρμοδίων (ή γενικότερα των παραγόντων που ποδηγετούν τη χώρα) δεν τολμά να πει την πάσαν αλήθειαν.
Το ένα είναι η προϊούσα χρεοκοπία. Που δεν επισημοποιείται μεν, είναι γεγονός δε. Το άλλο είναι η βαθύτατη διαφθορά. Η οποία όχι μόνον καθομολογείται, αλλά έχει και ονοματεπώνυμο! Κατ’ ακρίβειαν είναι πολυώνυμη. Κανένας όμως από εκείνους που όφειλαν να παρέμβουν με τομές που ν’ αποτρέπουν μοιραιότερες υποτροπές, δεν αποτολμά ν’ απλώσει το χέρι του για ν’ αποκαθάρει το σηψαιμικό τραύμα. Απομακρύνοντας την κόπρο που καταπνίγει την πολιτική ζωή. Και που ήδη την έχει οδηγήσει σε πλήρη απαξίωση. Με μόνη διέξοδο από τις ενοχές του πολιτικού συστήματος, το εφεύρημα «τα φάγαμε όλοι μαζί»!
Το δράμα, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, είναι ότι: Από τα επώνυμα κρούσματα της παρεκτροπής και της λεηλατοκρατίας, η χώρα (ως κοινωνία) έχει οδηγηθεί στην κουλτούρα της διαφθοράς. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και πρωταρχικά σημαίνει διάβρωση του κοινού ήθους. Με την έννοια τουλάχιστον της ανοχής. Διότι: Εάν δεν είχαμε οδηγηθεί στην οικονομική βαράθρωση, ουδείς θα οχλείτο! Και κανένας δεν θ’ άρθρωνε τις σημερινές κραυγές «φέρτε πίσω τα κλεμμένα». Ψιθυρίζοντας οργίλως ονόματα και διευθύνσεις.
Για να δούμε όμως τα πράγματα εναργέστερα: Το θέμα λοιπόν δεν είναι η επισήμανση αυτού ή του άλλου σκανδάλου, απ’ όσα κατά συρροήν πλέον αποβαίνουν σημείο αναφοράς για τον εθνικό βίο. Το θέμα είναι τελικά ο εμβολισμός του κοινού ήθους της πόλεως. Η διάβρωση δηλαδή της κοινής συνειδήσεως, σε βαθμό που ν’ αποβαίνει ως το φυσικό πλέον περιβάλλον για τον πολίτη. Σε σημείο που όταν ανθίσταται και δεν μετέχει σ’ αυτήν, θεωρείται περίπου ως γραφική, το λιγότερο, εξαίρεση. Και για τον οποίον η αβάστακτη νεοελληνική ελαφρότης διαθέτει πλειάδα απαξιωτικών (κι εν πολλοίς αισχρών) χαρακτηρισμών. Μέρος και αυτοί της ευημερούσης νεοελληνικής λεξιπενίας.
Το χειρότερο δηλαδή που αυτές οι ακοές των σκανδάλων επιφέρουν, δεν είναι άλλο από την καταλυτική (και αυτόχρημα καταθλιπτική) διάβρωση αυτού που νοείται ως ήθος. Σε βαθμό που καταλήγει από αυτονόητη αρετή, κοινωνική δυσανεξία και μειονέκτημα σ’ επίπεδο μέσου πολίτη. Καθώς ο ίδιος αρχίζει, α) ν’ αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να κατοχυρώνει τα βασικά του κοινωνικά δικαιώματα, ούτε να διεκπεραιώνει τις απλούστερες διαδικασίες (που αφορούν τις σχέσεις του με την Πολιτεία) παρά μόνο με ανορθόδοξες (στην καλύτερη περίπτωση) μεθόδους, και β) να συνειδητοποιεί ότι και ο ίδιος είναι τελικώς είδος εξαγοράσιμον. Και αυτός μπορεί να εξαγοράζει προκειμένου να λειτουργεί αποτελεσματικά.
Δεκάζων και δεκαζόμενος.
Ακόμη λοιπόν και αν μέρος μόνον όσων καθίσταται κοινωνός (με ημερήσιες τηλεοπτικές ριπές σκανδαλολογίας) επισυμβαίνουν, αυτά είναι ικανά ν’ αποδομήσουν τις απομένουσες συντεταγμένες ακεραιότητος του μέσου πολίτη. Και να δημιουργήσουν συνθήκες συνειδητής εκτροπής και τελικά «φυσικής παρανομίας», ως αναγκαίο περιβάλλον: α) σε σχέση με τους άλλους γύρω του, και β) σε ό,τι αφορά τις συναλλαγές του με το Δημόσιο.
Αυτά είναι τα προφανή. Δεν είναι όμως και τα χειρότερα. Τα χειρότερα είναι όσα συν τω χρόνω (και αφεύκτως) θ’ αναπαραχθούν, δίκην κακοήθους νεοπλασίας. Και θ’ αποδώσουν τα δηλητηριώδη τους απότοκα στη συνέχεια, εφόσον δεν υπάρξουν ανασχέσεις. Εφόσον δηλαδή αφεθούν τα πράγματα ν’ αποβούν εν δυνάμει, μέρος των εσωτερικών κοινωνικών δομών. Και χαρακτήρας αυτού που προσδιορίζεται ως εθνικός βίος.
Οπόταν και ό,τι αποκαλείται διαφθορά, δεν θα είναι αναστρέψιμο…