ΕΡΧΕΤΑΙ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΜΑ ΔΕΝ ΚΡΥΩΝΩ ΕΧΩ ΖΕΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΗΛΩΝΩ
Οι μέρες φέρνουν παγωνιά
κι οι νύχτες άσπρο χιόνι,
αλλοίμονο στόν άνθρωπο
πού κλαίει σάν παγώνι.
Ακούγεται βαρύθυμη
η κάθε μας κουβέντα
είτε σέ σπίτι είμαστε
ή κάτω από μιά τέντα.
Κοράκια καί μπουμπουνητά
σκίζουνε τά ουράνια
καί νιώθουμε πώς είμαστε
τσογλάνια καί αλάνια.
Περιπατούμε άγνωστοι
στήν ιδική μας χώρα
τήν ώρα πού κανοναρχεί
τής προσφυγιάς η μπόρα.
Αύριο πού θά είμαστε
κανείς δέν τό γνωρίζει
ούτε θεοί υπάρχουνε
ούτε φωτιά φλογίζει.
Απέραντη η έκταση
αυτής τής σκοτοδίνης
μόνο οι λύκοι χαίρονται
καί πάντα εξ απήνης.
Λιπόσαρκοι προσκυνητές
οδεύουμε καί κλαίμε
ζητώντας μίαν αγκαλιά
λέγοντας πώς δέν φταίμε.
Έτσι στήν κόλαση τού νού
τό δάκρυ μάς μαστίζει
κι ένα χαμόγελο ζεστό
χίλιες ζωές κοστίζει.
Κοιτάς στά μάτια τά παιδιά
καί τί νά πείς δέν ξέρεις
η μοναξιά κυριαρχεί
καί σύ ποτέ δέν χαίρεις.
Η φύση άλλαξε μορφή
καί μοιάζει μέ καμίνι
καί στόν βαθύ ορίζοντα
περιπολούν τά κτήνη.
Όλα στραβά κι ανάποδα
όλα μέ λάβα μοιάζουν
ακόμα καί στόν ύπνο μας
φαντάσματα ουρλιάζουν.
Καμία πόρτα ανοιχτή
έξω μάς έχουν κλείσει
όλοι κοιτάμε τόν γκρεμό
ως μιά καί μόνη λύση.
Κι όμως υπάρχει λυτρωμός
υπάρχει, ναί υπάρχει
μπορεί τό πλοίο νά σωθεί
νά κερδηθεί η μάχη.
Βάλτε βαθιά στά σωθικά
χλεύη καί ειρωνεία.
Ξεδιπλωθείτε σάν πανιά
κάψετε τά θρανία.
Βρείτε μιάν άλλη παιδωμή
ακούστε τήν καρδιά σας
γίνετε φλόγες άσβηστες
γιά σάς καί τά παιδιά σας.
Από ψηλά, πάνω απ’ τήν Γη
ο Ήλιος θ’ ανατείλει
όλοι σας χαιρετήστε τον
μέ κόκκινο μαντήλι.
Όχι ιδέας κόκκινο
μά μιάς ζεστής πλημμύρας.
Ένα μαντήλι ανθρωπιάς
μιά μελωδία λύρας.
Άν η καρδιά είναι ζεστή
ο Κόσμος θά γλιτώσει.
Οι πάγοι θά θρυμματιστούν
καί η σκλαβιά θά λιώσει.
…………………
…………………
Άν ξεκινήσουμε, στόν ερημότοπο πού ζούμε,
νά στήνουμε αντίσκηνα, θά μάς τά πάρει
ο άνεμος. Η καταιγίδα θά μάς συντρίψει.
Άς σηκώσουμε οχυρά μέ βιβλία καί τραγούδια.
Αυτά ποτέ κανείς δέν μπόρεσε νά τά νικήσει.