Κόμμα των Μίντια στο DNA της αποστασίας…

Η ανθρώπινη μνήμη πάντοτε λειτουργεί σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό αξίωμα «Προς γαρ το τελευταίον εκβάν, έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται» και ανασύρει από το υποσυνείδητο στο συνειδητό τις ζημιογόνες για το κοινωνικό σύνολο πράξεις ατόμων ή ομάδων ατόμων, σε κρίσιμες για την πορεία του στιγμών.

Η Συντηρητική Παράταξη, τον Νοέμβριο του 2009, με την ειρηνική κοινωνική επανάσταση που πραγματοποίησε, όχι μόνο έθεσε στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας» τις «Φαμίλιες», αλλά και ανέδειξε στο προσκήνιο των εξελίξεων την Κοινωνία ή, τουλάχιστον, το ισχυρό εκείνο τμήμα της κοινωνίας που «η θέση του στην παραγωγή προσδιορίζει και τη θέση του στην κοινωνική διαστρωμάτωση και την πολιτική (κομματική) πορεία της χώρας» και εκφράζεται από το επονομαζόμενο Κεντροδεξιό σκέλος του ελληνικού πολιτικού φάσματος.

Παραλλήλως το ίδιο τμήμα της κοινωνίας –και ο χρόνος θα κρίνει αν «ορθοτόμησε τον λόγον της αληθείας»– απαιτεί να έχει Γνώμη στο πολιτικό γίγνεσθαι με ίδια συμμετοχή και όχι με τη Μεσσιανική Αντίληψη «κάποιοι άλλοι σκέπτονται και ενεργούν πριν απʼ αυτό γιʼ αυτό»!

Στο πλαίσιο αυτό δρομολογεί και ομνύει πίστη στον ηθικό κανόνα να εκπροσωπείται στο Κοινοβούλιο από τα πρόσωπα που αυτό ανέδειξε και για την πολιτική (κομματική) θέση που τα ανέδειξε.

Η σύνθεση του Κοινοβουλίου, στις Κοινοβουλευτικές Δημοκρατίες Δυτικού τύπου, καθορίζεται από το κυρίαρχο εκλογικό σώμα και ουχί από σκοτεινές διεργασίες κορυφής και παρασκηνίου.

Στην αντίθετη περίπτωση, εκείνη των βοναπαρτιστικών πραξικοπημάτων, παραβιάζει τον ηθικόν αυτόν κανόνα, καταπατεί την εκπεφρασμένη βούληση του εκλογικού σώματος και συνιστά παράγοντα επικινδύνου ανωμαλίας στη λειτουργία του κοινοβουλευτικού συστήματος.

Πας πολίτης έχει το Συνταγματικό Δικαίωμα να επιζητεί την επιδοκιμασία του εκλογικού σώματος θέτοντας στην κρίση του στόχους και επιδιώξεις. Είναι, όμως, ηθικώς έκθετος να καταχράται της εμπιστοσύνης του εκλογικού σώματος, που τον ανέδειξε στο Κοινοβούλιο σε συγκεκριμένη στιγμή και κάτω από καθορισμένο κομματικό σχήμα.

Η προκατασκευασμένη αιτιολογία, «διαφωνώ με την τακτική του κομματικού σχηματισμού υπό τη σημαία του οποίου αναδείχθηκα στο Κοινοβούλιο και επομένως ή ανεξαρτητοποιούμαι, ή προσχωρώ σε άλλον κομματικό σχηματισμό», συνιστά επικίνδυνο ηθικό και πολιτικό παράπτωμα, που τραυματίζει επικίνδυνα την ομαλή λειτουργία του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. Και το ουσιωδέστερο, συνιστά περιφρόνηση, κατά τον μετριότερο χαρακτηρισμό, της βούλησης του εκλογικού σώματος.

Η «Φαμίλια Μητσοτάκη», στη μακρά ιστορία της, δεν διακρίθηκε για τον σεβασμό αυτών των κανόνων της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας.

Στη συλλογική μνήμη παραμένουν ανεξιτήλως καταγεγραμμένες οι ευτελιστικές για την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία ενέργειες και πράξεις του αρχηγέτη της «Φαμίλιας» τον καταραμένο εκείνο Ιούλιο του 1965, όπου με τη συνέργεια της οικογένειας Γλύξμπουργκ, της αμερικανικής πρεσβείας (ο αναγνώστης μπορεί να καταφύγει και στη μαρτυρία του τέως πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα, Ρόμπερτ Κήλυ, «Η αμερικανική πρεσβεία και η κατάρρευση της δημοκρατίας στην Ελλάδα 1966-1969»), η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία υπονομεύτηκε σε τέτοιον βαθμό, ώστε η καταχνιά της «Χούντας των Συνταγματαρχών» να σκεπάσει επί μία επταετία τον γαλανό ουρανό της Ελλάδας και να συμπαρασύρει τη μαρτυρική Κύπρο στην καταστροφή…

Στη συλλογική μνήμη έχουν, επίσης, αποτυπωθεί και οι πρόσφατες ενέργειες της κ. Ντόρας Μπακογιάννη, όταν ο τέως πρωθυπουργός και «Συν-Φαμελίτης», Κ. Καραμανλής ο Νεώτερος, της ανέθεσε το υπουργείο Εξωτερικών.

Η κ. Μπακογιάννη ταύτισε τις προσωπικές επιδιώξεις της –διαπιστευτήρια σε εξωχώρια κέντρα εξουσίας προς υπογραφήν υποθηκών για τα μελλοντικά της πολιτικά σχέδια– με την εθνική εξωτερική πολιτική.

Με ενέργειες και πράξεις υπονόμευσε ακόμη και τα δειλά βήματα της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή του Νεώτερου, για μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική προς το συμφέρον της χώρας.

Υπενθυμίζονται, διʼ όσους διακρίνονται για διαλείψεις μνήμης: οι δηλώσεις της κ. Μπακογιάννη υπέρ της αντιπυραυλικής ζώνης, διακαούς επιδίωξης της Ουάσινγκτον, η πρόκληση, εν αγνοία της τότε ηγεσίας της κυβέρνησης, προς τον ρωσικό παράγοντα μέσω της πρόσκλησης του αμερικανού υπουργού Ενέργειας στα εγκαίνια του αγωγού «Σάουθ Στριμ», η προβολή σε πρώτο πλάνο του διαβόητου «Σχεδίου Ανάν», με επακόλουθο ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος να διαμηνύσει στην ελληνική κυβέρνηση ότι η κ. Μπακογιάννη είναι οιονεί ανεπιθύμητος στη Μεγαλόνησο, οι θέσεις της στο ΚΥΣΕΑ για την αποστράτευση ικανών και φιλοπάτριδων στελεχών του στρατεύματος…

Η κ. Μπακογιάννη, –η ευθύνη εδώ δεν επιμερίζεται μόνο στην ίδια αλλά και στον τότε πρωθυπουργό– εγκατέστησε στο υπουργείο Εξωτερικών ένα στενό οικογενειακό και ημετέρων κύκλο εξουσίας, με σαφή περιθωριοποίηση των στελεχών της ελληνικής διπλωματίας, ενώ παραμένει άγνωστο αν στο Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών είναι κατατεθειμένα «Μνημόνια» των κατʼ ιδίαν συναντήσεών της με ξένους ομολόγους της και ηγεσίες ξένων χωρών.

Υπενθυμίζεται ότι ο Μέγας Ελευθέριος Βενιζέλος ουδέποτε παρέλειπε να συντάσσει, και μάλιστα ιδιοχείρως, «Μνημόνια» των συναντήσεών του, όχι μόνο με κορυφαίους ξένους ηγέτες, αλλά και χαμηλόβαθμους ακόμη παράγοντες της τότε διεθνούς σκηνής. Το Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών, αψευδής μάρτυρας της ΕΥΘΥΝΗΣ και του ΧΡΕΟΥΣ του μεγάλου αυτού πολιτικού.

Το «κόμμα» της κ. Μπακογιάννη, πριν ακόμη τεθεί στη βάσανο της λαϊκής δοκιμασίας, αποτελεί προνομιακό συνομιλητή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και τυγχάνει ασυνηθίστου προβολής. Εμφανίζεται ως «κατασκεύασμα» των «Μίντια» και ουδείς αποσυνδέει αυτήν την τακτική από τις επιδιώξεις των τελευταίων να επιβάλουν τη σαλαμοποίηση της πολιτικής ζωής της χώρας, προς εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών και στόχων.

Είναι, άραγε, τυχαίο;


Σχολιάστε εδώ