ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ

Και στις εκλογές για περιφερειάρχες και στις δημοτικές για εκλογή των δημοτικών αρχόντων. Όλα τα κόμματα δήλωσαν ότι είναι ικανοποιημένα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Και μάλιστα όλα αναγνώρισαν ότι αποκόμισαν κέρδη από την κάλπη της 7ης Νοεμβρίου.
Αν όλα τα κόμματα κέρδισαν, τότε ποιος ζημιώθηκε από τις εκλογές;

Tο κρίσιμο ερώτημα είναι μήπως ζημιωμένος τελικά βγει ο ελληνικός λαός. Και καθόσον αφορά την εκλογή δημάρχων και δημοτικών συμβούλων, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι το αποτέλεσμα αποτελεί αποτύπωση της δύναμης των κομμάτων. Γιατί η ανάδειξη τοπικών αρχόντων ενέχει έντονα το στοιχείο της εκτίμησης των ψηφοφόρων στους διαφόρους υποψηφίους, που άλλοι είναι συγγενείς, φίλοι, γείτονες. Κι αυτό σημαίνει ότι στην επιλογή υπεισέρχεται το συναισθηματικό στοιχείο και ατονεί η όποια κομματική τοποθέτηση του ψηφοφόρου. Και με το σκεπτικό αυτό μπορούμε να έχουμε επιφυλάξεις για τη δύναμη των διαφόρων κομμάτων, όπως αυτή προκύπτει από την κάλπη των δημοτικών εκλογών. Για τον λόγο αυτόν στις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής και καθόσον αφορά την απήχηση των κομμάτων στο εκλογικό σώμα, οι εκλογές για την ανάδειξη τοπικών αρχόντων δεν μπορούν να θεωρηθούν ασφαλές κριτήριο για την εξαγωγή συμπερασμάτων.

Όμως οι εκλογές για την ανάδειξη περιφερειαρχών στις 13 διοικητικές περιφέρειες στις οποίες διαίρεσε την Ελλάδα ο «Καλλικράτης», αποτελούν ασφαλές κριτήριο για τη δύναμη των κομμάτων. Παρά τις λίγες εξαιρέσεις λόγω συμμαχίας των δύο μεγάλων κομμάτων με άλλα μικρότερα συγγενή κόμματα, μπορούμε με βάση τα αποτελέσματα για τις 13 περιφέρειες να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Το πρώτο, όπως είπαμε και προηγουμένως, είναι η ακλόνητη προσήλωση του εκλογικού σώματος στα δύο μεγάλα κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που κυριαρχούν 35 χρόνια τώρα στην πολιτική σκηνή της χώρας μας. Τα υπόλοιπα μικρά κόμματα απλώς διατήρησαν την πολύ περιορισμένη εκλογική τους δύναμη, με εξαίρεση ασφαλώς το ΚΚΕ που παρουσιάζει κάποια αύξηση της δύναμής του λόγω μετακίνησης ψηφοφόρων προς αυτό μετά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Η πρώτη ζημιά λοιπόν για τον λαό είναι ότι δεν έχει ξεπηδήσει κόμμα που να προσφέρει φρέσκες ιδέες και οράματα για ένα καλύτερο μέλλον. Έτσι ο λαός καλείται τα τελευταία χρόνια να επιλέγει τα ίδια κόμματα που φέρουν όλα τα στοιχεία μιας πολιτικής παρακμής και αποδεικνύουν τη νοσηρότητα του πολιτικού μας συστήματος. Μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας μόνον παρατηρείται μια αλλαγή στην προτίμηση του εκλογικού σώματος. Γι’ αυτό και παρουσιάζεται η συνεχής εναλλαγή της εξουσίας μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και με βάση την κείμενη νομοθεσία, αυτή η εναλλαγή κάθε φορά προσφέρεται και ως κριτήριο παραγραφής των όποιων ανομημάτων των στελεχών τους. Αυτά είναι τα στοιχεία που συνιστούν τις ζημιές για τον λαό.

Ας δούμε όμως ποια είναι η σημερινή δύναμη των δύο μεγάλων κομμάτων, όπως προκύπτει αυτή από το αποτέλεσμα των εκλογών για την ανάδειξη των 13 περιφερειαρχών. Διαπιστώνεται χωρίς αμφιβολία μια μείωση της δύναμης του ΠΑΣΟΚ και μια ενδυνάμωση της ΝΔ σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2009. Σε εκείνες τις εκλογές, όπως όλοι θυμούνται, η διαφορά των δύο κομμάτων είχε φτάσει πάνω από τις 10 μονάδες. Κάτι ασυνήθιστο για τις εκλογές από τη μεταπολίτευση και μετά. Αυτό το σημαντικό άνοιγμα της ψαλίδας έκλεισε κατά μεγάλο ποσοστό στις εκλογές της περασμένης Κυριακής. Και ξεκινάμε από το ΠΑΣΟΚ.

Το κυβερνών κόμμα, παρά τα πλεονεκτήματα που του παρέχει η νομή της εξουσίας, στις εκλογές κατάφερε να βγει πρώτο συγκεντρώνοντας το 34,6% των ψήφων έναντι 32,6% που συγκέντρωσε η ΝΔ. Κέρδισε από τον πρώτο γύρο δύο περιφέρειες. Την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου και την Περιφέρεια Κρήτης, καθώς εκεί οι κυβερνητικοί υποψήφιοι συγκέντρωσαν πάνω από το 50% των ψήφων. Σε τρεις περιφέρειες το ΠΑΣΟΚ προηγείται (Αττικής, Στερεάς Ελλάδας και Δυτικής Ελλάδας), ενώ η ΝΔ προηγείται σε έξι περιφέρειες. Και σε δύο περιφέρειες (Πελοποννήσου και Αν. Μακεδονίας – Θράκης) παρατηρείται σχεδόν ισοψηφία και εκεί ο δεύτερος γύρος θα προκαλέσει σκληρή μάχη μεταξύ των υποψηφίων των δύο κομμάτων με εντελώς αβέβαιο το αποτέλεσμα. Πάντως τα όποια αποτελέσματα των σημερινών εκλογών του β΄ γύρου δεν μπορούν να αποτελέσουν κριτήριο της δύναμης των κομμάτων, δεδομένου ότι στις 11 περιφέρειες στις οποίες θα διεξαχθούν εκλογές, οι υποψήφιοι θα ψηφιστούν και από οπαδούς των μικρότερων κομμάτων. Γι’ αυτό και τα αποτελέσματα του σημερινού δεύτερου γύρου δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. Εκείνο όμως που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς το ΠΑΣΟΚ έχασε γύρω στο 1 εκατ. ψηφοφόρους και η διαφορά του από τη ΝΔ έπεσε στις 2 μονάδες (34,6% το ΠΑΣΟΚ και 32,6% η ΝΔ). Έτσι η ΝΔ ξαναμπαίνει στο παιγνίδι της διεκδίκησης της εξουσίας με την κάλυψη της σημαντικής μείωσης της διαφοράς που είχε από το ΠΑΣΟΚ και παρότι ο Σαμαράς πραγματοποίησε την κάθαρση με την απομάκρυνση της Ντόρας Μπακογιάννη και ορισμένων οπαδών της μέσα στον κομματικό μηχανισμό. Είναι μια πραγματική νίκη για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που, από κομματική σκοπιά, φαίνεται ότι βαδίζει στη σωστή κατεύθυνση.

Ο πρωθυπουργός έδειξε ευχαριστημένος από τα αποτελέσματα των εκλογών και ανακάλεσε το δίλημμα που είχε θέσει στον λαό για διεξαγωγή εθνικών εκλογών. Παρότι δεν πρέπει να είναι ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα, δήλωσε το αντίθετο. Και στην ομιλία του το βράδυ της Κυριακής μας είπε: «Συνεχίζουμε και αλλάζουμε». Το «συνεχίζουμε» το καταλαβαίνουμε. Σημαίνει ματαίωση των εθνικών εκλογών. Για το «αλλάζουμε» έχουμε πολλές αμφιβολίες. Ο πρωθυπουργός στην ομιλία του αυτή δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα λάβει μέτρα ώστε να δημιουργηθεί ένα δίχτυ προστασίας των χαμηλού εισοδήματος πολιτών, θέλοντας να μην αποξενωθούν οι ψηφοφόροι από το ΠΑΣΟΚ κατά τον β΄ γύρο. Η υπόσχεση αυτή είναι μέσα στα πελώρια ψεύδη που μας σερβίρει προεκλογικά το ΠΑΣΟΚ. Και να θέλει όμως να μετριάσει τις επιπτώσεις των μέτρων που προβλέπει το Μνημόνιο, δεν θα του το επιτρέψει η «τρόικα». Ήδη ο επικεφαλής του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, μιλώντας την περασμένη Δευτέρα, επομένη των εκλογών, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δήλωσε ότι στην Ελλάδα για να πετύχει η δημοσιονομική εξυγίανση απαιτείται η λήψη πρόσθετων μέτρων και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων (που προβλέπει το Μνημόνιο). Επομένως αυτά που υπόσχεται ο κ. Παπανδρέου είναι εντελώς απίθανο να πραγματοποιηθούν, γιατί η «τρόικα» φαίνεται να θεωρεί ότι ο ελληνικός λαός ψηφίζοντας ΠΑΣΟΚ εγκρίνει και τα μέτρα που προβλέπει το Μνημόνιο. Και τώρα θα πρέπει να περιμένουμε τσουχτερά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Ίσως και μέσα στο 2010 ή σίγουρα στις αρχές του 2011, όταν θα αρχίσει η εκτέλεση του νέου κρατικού προϋπολογισμού. Προσωπικά έχουμε τη γνώμη ότι οποιοδήποτε κι αν ήταν το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών, οι συνασπισμένες δυνάμεις («τρόικα», διεθνείς και εσωτερικές αγορές και ΜΜΕ) δεν θα επέτρεπαν τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών, γιατί υπήρχε ο φόβος το ΠΑΣΟΚ να εκτοπιστεί από την εξουσία και να χάσουν έναν άνθρωπο δικό τους, ευπειθή, που δεν υπολογίζει καθόλου τις επιπτώσεις των μέτρων που τον υποχρεώνουν να εφαρμόσει.

Και για να κλείσουμε τη σημερινή μας παρουσίαση, θα πρέπει να πούμε και δυο λόγια για την υψηλή αποχή που εμφανίστηκε στις εκλογές της περασμένης Κυριακής. Τι να σηματοδοτεί άραγε; Η αποχή μαζί με τα άκυρα και τα λευκά ψηφοδέλτια έφτασε στο 50%, ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ το φυσιολογικό όριο των μέχρι τώρα εκλογικών αναμετρήσεων. Προσωπικά πιστεύουμε ότι αυτή η αύξηση οφείλεται μάλλον στη δυσαρέσκεια που αισθάνονται οι νέοι στην ηλικία ψηφοφόροι, από την αβεβαιότητα για το μέλλον τους. Και μια δεύτερη αιτία ίσως να είναι η απέχθεια ενός τμήματος του εκλογικού σώματος απέναντι στη διαφθορά στην οποία έχει κατρακυλήσει το πολιτικό μας σύστημα. Και νόμισαν ότι με την αποχή θα μπορούσαν να αποδοκιμάσουν αυτήν την άθλια κατάσταση στην οποία έχει περιπέσει όλο το σύστημα που διέπει τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας μας.

Σήμερα έχουμε εκλογές του β΄ γύρου. Τα λάθη που έκανε ο λαός κατά τον α΄ γύρο μπορούν τώρα να διορθωθούν, εάν από την κάλπη αποδειχθεί ότι η μεγάλη πλειοψηφία του λαού δεν συμφωνεί με τα μέτρα που προβλέπει το Μνημόνιο και με την εφαρμοζόμενη από την κυβέρνηση γενικότερη οικονομική πολιτική. Όχι ψήφο στους υποψηφίους-υπερασπιστές του Μνημονίου. Γιατί αν υπερψηφιστούν, τότε τα μέτρα θα είναι πολύ σκληρά για τον λαό. Κι αν ορισμένοι υπουργοί της κυβέρνησης διαφωνούν και ζητούν επαναδιαπραγμάτευση των όρων του Μνημονίου είναι για να παραπλανήσουν και πάλι τον λαό για να ψηφίσει υπέρ των κυβερνητικών υποψηφίων. Προσοχή, λοιπόν. Δεν πρέπει να δώσουμε όπλα για να μας εξοντώσουν.


Σχολιάστε εδώ