Η σχέση μορφωτικού επιπέδου και ψηφοφόρων του ΑΚΡ

Όσο ανεβαίνει το επίπεδο σπουδών, τόσο χαμηλώνει το ποσοστό εκείνων που ψηφίζουν συνειδητά το κυβερνητικό κόμμα. Η αρνητική αυτή σχέση είναι απόρροια της γενικότερης αντικεμαλικής, ριζοσπαστικής και ισλαμικής εικόνας που δίνει η κυβέρνηση, αρχής γενομένης από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας.

Την εβδομάδα που πέρασε ήρθαν στο φως της δημοσιότητας τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη για λογαριασμό του κυβερνώντος ισλαμικού κόμματος. Σύμφωνα με τον Ερτάν Αϊντίν, τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Pollmark, που ανέλαβε την έρευνα, το ποσοστό εκείνων που ψήφισαν υπέρ της συνταγματικής μεταρρύθμισης στο πρόσφατο δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου, μειώνεται όσο αυξάνεται το επίπεδο σπουδών τους. Σε ενημερωτική εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης όπου συμμετείχε, ο Αϊντίν ανέφερε ότι η έρευνα έχει διεξαχθεί σε δείγμα 70.000 ατόμων, οι οποίοι έχουν καταταγεί ανάλογα με το επίπεδο των σπουδών τους. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι το 57,7% όσων δεν γνωρίζουν ανάγνωση και γραφή ή έχουν αποφοιτήσει το πολύ από το πεντατάξιο δημοτικό έχουν ψηφίσει υπέρ της αναθεώρησης. Στους απόφοιτους μέσης εκπαίδευσης παρατηρείται μια ισορροπία. Το 38% ψήφισε υπέρ της αναθεώρησης, ενώ το 36,5% ψήφισε εναντίον. Η εν λόγω ισορροπία ανατρέπεται στην κατηγορία εκείνων που έχουν λάβει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Μόνο το 32,1% ψήφισε υπέρ, έναντι του 42,5% που ψήφισε κατά της αναθεώρησης του Συντάγματος. Από τα εν λόγω αποτελέσματα ο Αϊντίν εξήγαγε το συμπέρασμα ότι η σχέση μεταξύ του υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης και της ψήφου υπέρ του ΑΚΡ είναι αρνητική. Σημείωσε ακόμη ότι η αρνητική στάση που τηρούν οι σπουδαγμένοι προς το ΑΚΡ, και το γεγονός ότι αντιλαμβάνονται το εν λόγω καθεστώς ως δικτατορία που επιβλήθηκε από τη συγκεκριμένη μερίδα πολιτικών, απογοήτευσε τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Τα εν λόγω στοιχεία έκαναν τον ισλαμιστή πρωθυπουργό να αναρωτηθεί πώς είναι δυνατόν ενώ το κόμμα του επενδύει στην ανώτερη εκπαίδευση οι απόφοιτοι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης να τηρούν αρνητική στάση εναντίον του ΑΚΡ;

Η απάντηση ίσως βρίσκεται στην αντικεμαλική πολιτική που ακολουθεί η ισλαμική κυβέρνηση, η οποία έχει βάλει στόχο να περιορίσει, αν όχι και να ανατρέψει, τον κοσμικό τρόπο ζωής. Ας σημειωθεί ακόμη ότι από την έρευνα προκύπτει ότι το 66% των ψηφοφόρων πιστεύει ότι ο «κοσμικός» τρόπος ζωής τελεί υπό απειλήν στην Τουρκία. Το γεγονός αυτό ενισχύεται και από το παρελθόν του ίδιου του ισλαμιστή πρωθυπουργού, ο οποίος από τα πρώτα κιόλας βήματά του στον πολιτικό στίβο, ως δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, προσέφευγε σε λαϊκισμούς και κυρίως υιοθέτησε μια αντικαθεστωτική ρητορική που στόχευε στην ίδρυση ενός ισλαμικού κράτους. Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να αναφέρουμε ορισμένα αποφθέγματα από λόγους του Ερντογάν που εκφωνήθηκαν κατά την περίοδο 1994-2006 και είναι ενδεικτικά της στοχοθεσίας του. Υπενθυμίζουμε ότι επί δημαρχίας του ακόμη δήλωνε ότι «με το θέλημα του Θεού (Αλλάχ) θα βάλουμε τα θεμέλια του τεμένους στην πλατεία Τακσίμ» (1/7/1994), ότι ο ίδιος είναι «ο ιμάμης της Κωνσταντινούπολης» («Χουριέτ», 8/1/1995), ότι το «πράσινο χρώμα (με το οποίο έβαψαν μια περίοδο τα πεζοδρόμια της Πόλης) ήταν το χρώμα ενός ανώτερου πολιτισμού (δηλαδή του Ισλάμ)» (25/6/1994), ότι «όλα τα σχολεία θα μετατραπούν σε ιεροδιδασκαλεία (Ιμάμ-Χατίπ)» («Τζουμχουριέτ», 17/9/1994), ότι «θα μετατρέψω την Πόλη σε Μεντίνα (ιερή πόλη του Ισλάμ)», ότι είναι «δόξα τω Θεώ (Αλλάχ) υπέρ της Σαρίας» («Μιλιέτ», 21/11/1994), ότι «η τέλεση γάμων πρέπει να επιτρέπεται μόνο στους ιμάμηδες» («Μιλιέτ», 9/5/1995), ότι είναι «υπέρ της έναρξης των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης έπειτα από ανάγνωση του Κορανίου» («Μιλιέτ», 8/1/1996), ότι «δεν είναι πολύ μακρινές οι μέρες εκείνες που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα είναι απόφοιτος των ιεροδιδασκαλείων (Ιμάμ-Χατίπ)» («Ακίτ», 5/2/1996), ότι «τα τεμένη είναι οι στρατώνες μας, οι μιναρέδες οι ξιφολόγχες μας, οι τρούλοι των τεμενών τα κράνη και οι πιστοί οι στρατιώτες μας» (6/12/1997), ότι «η δημοκρατία δεν είναι ο σκοπός μας, αλλά το μέσον (για την επίτευξη των στόχων μας)» («Μιλιέτ», 14/7/1996), ότι «όταν θα επανέλθουμε στην εξουσία θα αλλάξουμε τη νομοθεσία και θα την προσαρμόσουμε στη σαρία (ο ιερός νόμος στο Ισλάμ)» («Χουριέτ», 12/7/1998), ότι «είναι αδύνατο ο κεμαλισμός να αναπαραχθεί εκ νέου και ότι για εμάς (τους ισλαμιστές) το σημαντικότερο προσδιοριστικό στοιχείο (της ταυτότητάς μας) είναι το Ισλάμ», ότι «είναι αδύνατο κανείς να είναι ταυτόχρονα και υπέρ του κοσμικού τρόπου ζωής και μουσουλμάνος», ότι «1,5 δισ. μουσουλμάνοι αναμένουν με ανυπομονησία την ανάταση των Τούρκων», ότι «δεν είμαι υπέρ του κοσμικού τρόπου ζωής, αλλά (μόνο) υπεύθυνος για την προάσπισή του» (2005) κ.λπ. Τέτοιου είδους αιχμηρά αποφθέγματα του ισλαμιστή πρωθυπουργού μπορεί να συναντήσει με ευκολία οποιοσδήποτε μελετήσει τον τουρκικό Τύπο ή ψάξει, έστω, στο διαδίκτυο.

Η αρνητική στάση εκείνων που έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση έναντι του ισλαμικού κόμματος ΑΚΡ δεν είναι παρά αποτέλεσμα της πίεσης και της απειλής που αισθάνονται πολύ συχνά να τους ασκείται από τους ισλαμιστές. Το ΑΚΡ αθόρυβα και μεθοδικά όλα αυτά τα χρόνια έχει κατορθώσει να διαβρώσει το κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Τώρα που πέφτει το προσωπείο, αντιμετωπίζει πια έλλειμμα αξιοπιστίας και θεωρείται άμεση απειλή για σημαντική μερίδα Τούρκων, που αναγκάζονται, απογοητευμένοι, να «αυτοεξοριστούν» στην Εσπερία.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος


Σχολιάστε εδώ