Βυζάντιον

Θέλω να σας πω ότι ύστερα από τόσα χρόνια σκέφτομαι να αλλάξω χαρακτήρα στη στήλη. Λέω να τη μετατρέψω σε προσωπικό ημερολόγιο. Μέρα με τη μέρα. Να σας περιγράφω τι μου συνέβη, τι σκέφτηκα και, κυρίως, τι φοβήθηκα. Να στήσω εδώ έναν ιδιόμορφο Big Brother, γράφοντας πράγματα που, μεταξύ μας, δεν θα έπρεπε να σας ενδιαφέρουν. Στην απίθανη περίπτωση μάλιστα που μου κάτσει και κάτι πιπεράτο, κάτι συναρπαστικά αισθησιακό, δεσμεύομαι να το περιγράψω με κάθε λεπτομέρεια και ειδική σήμανση. Και στην τελική, αν δεν σας αρέσει, μου στέλνετε ένα email και αλλάζω πρόγραμμα, θα το γυρίσω πάλι στο mainstream pop που φέρνει και διαφημίσεις.
•••
Τη Δευτέρα, που λέτε, έμαθα πολλά. Ενα από αυτά ήταν ότι κατά βάθος η κυβέρνηση δεν χρειάζεται την ΕΡΤ για να δημιουργήσει έναν αποτελεσματικό, αν και συνάμα γελοίο, μηχανισμό προπαγάνδας. Στα δύσκολα έχει τα κανάλια αρωγό. Η ΕΡΤ χρειάζεται για τα ρουσφέτια. Η σοβαρή δουλειά δίδεται outsourcing στον ιδιωτικό τομέα. Δεν ξέρω πώς την είδατε εσείς τη συνέντευξη, αλλά ως ιδέα, περιεχόμενο και εκτέλεση ήταν σοκαριστική. Όχι επειδή μεταδόθηκε σε εθνικό δίκτυο – είπαμε, οι φίλοι και συνεταίροι στα δύσκολα φαίνονται. Όχι επειδή ήταν τόσο κιτς αυτή η παράσταση στο Μαξίμου που διοργανώθηκε εκεί μόνο και μόνο για να αποφευχθεί καμιά στραβή από συμβασιούχους. Με σόκαρε επειδή η σημειολογία της ήταν απίστευτα ωμή και κυνική. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συντόνιζε τις ερωτήσεις. Προσωπικώς αδυνατώ να πειστώ ότι δεν τις είχε γράψει κιόλας. Δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλλω για την εντιμότητα των κορυφαίων της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας, αλλά όταν δέχεσαι αυτό το περιβάλλον για να κάνεις τη δουλειά σου, δίνεις το δικαίωμα σε τρίτους να κάνουν κακές σκέψεις. Είναι σαν να λες ότι εργάζεσαι σε οίκο ανοχής με μοναδική αρμοδιότητα να βάζεις λάδι στο καντήλι κάτω από το εικόνισμα. Ακόμα και αν είναι έτσι, όταν ανοίξεις την πόρτα και βγεις στον δρόμο κάποιοι θα σε κοιτάξουν κάπως περίεργα.
•••
Τέλος πάντων, τελείωσε η συνέντευξη του πρωθυπουργού, χάζεψα την εκπομπή με τους μαθητευόμενους μάγειρες και έμεινα μετά να παρακολουθώ την «Ανατροπή», έχοντας μπερδευτεί με τα κέντρα εξουσίας. Βέβαια το να βλέπεις τον Ψωμιάδη μετά μια δίωρη συνέντευξη του πρωθυπουργού ισοδυναμεί με το να υφίστασαι αρχικώς το έντεχνο πρόγραμμα και να ξεφαντώνεις μετά με το λαϊκό. Όπως και να το κάνουμε, είναι σαν να πηγαίνεις για ύπνο με ένα χαμόγελο. Ο Ψωμιάδης θα κερδίσει τις εκλογές. Ομοίως και ο Δημαράς. Η νίκη του Δημαρά θα ερμηνευτεί ως ανεξάρτητη απάντηση της κοινωνίας των πολιτών στις κομματικές Συμπληγάδες. Θα γραφτούν ποτάμια ολόκληρα για τους πολίτες που πηδούν από το τρένο των κομματικών σχημάτων, κυλιούνται στο χορτάρι και χοροπηδούν χαρούμενοι και ελεύθεροι. Και μετά θα έρθει η νίκη του Ψωμιάδη που θα μας πει ότι οι πολίτες ψηφίζουν κατά βάση με κριτήρια ψηφοφορίας στο Big Brother. Όταν βρουν κάποιον με τον οποίο θεωρούν ότι ταυτίζονται, τον ψηφίζουν. Επιλέγουμε ανθρώπους που μας μοιάζουν. Γι’ αυτό και η χώρα έχει καταντήσει αυτό που είναι.
•••
Την Τρίτη τηλεφώνησα στους Δημήτρηδες νωρίς για να ξεμπερδεύω. Και εγώ και αυτοί. Και το πρωί χάζευα ξέπνοους τίτλους στα μανταλάκια. Πώς μπορείς να βάλεις έναν μεγάλο τίτλο γι’ αυτό που παρακολουθήσαμε τη Δευτέρα; Μπορούσες να βάλεις ένα ανοιχτό στόμα και να αφήσεις τον αναγνώστη σου να αποφασίσει αν αυτό το στόμα γελάει ή χασμουριέται. Μετά έμεινα να απορώ στη στάση του λεωφορείου πώς στον διάολο κατάφερε ο Γιώργος και την πάτησε έτσι. Δεν εγκλωβίστηκε, απλώς, πολιτικά, υποχρεώθηκε να πει καινούργια και πιο μεγάλα ψέματα. Δηλαδή αν κερδίσει ο Δημαράς στην Αθήνα θα ανέβουν τα spread, οι αγορές θα πάρουν σήμα αποσταθεροποίησης και οι τύποι του ΔΝΤ θα κοιμούνται ανήσυχοι στο διαμέρισμα των 9.100 ευρώ τον μήνα; Ομοίως δεν μπορώ να καταλάβω αν εγώ, που λέω να ψηφίσω μία θείτσα που κατεβαίνει υποψήφια δημοτική σύμβουλος με δεξιό συνδυασμό, υπονομεύω την πορεία της χώρας προς τη σταθερότητα και στέλνω μήνυμα ασυνέπειας προς την «τρόικα». Ενημερώνεται ο Στρος Καν για όσα συμβαίνουν στον μικρό δήμο όπου ψηφίζω ή θα μας παρουσιάσουν ως τμήμα του συνόλου; Ερωτώ για να αισθανθώ καλύτερα, μήπως έτσι αποφύγω την ντροπή.
•••
Την Τέταρτη τηλεφώνησα στη φιλενάδα μου, τη Μ, που είχε τα γενέθλιά της. Έγινε 41. Είναι ωραίο να ακούς ανθρώπους. Είναι σε καινούργια σχέση και δεν ξέρει τι ακριβώς θα κάνει στη ζωή της επαγγελματικά. Έχει κάποια σχέδια, κάνει όνειρα, αλλά δεν ξέρει αν θα της βγουν. Καλή ενηλικίωση, ζηλεύω τα νιάτα της, μόλις έκλεισε τα 14.
•••
Την Πέμπτη παρακολούθησα και εγώ, με περισσή αηδία, τη στρατιωτική παρέλαση από τη Θεσσαλονίκη. Για να μην παρεξηγηθώ, η αηδία έρχεται όταν την ώρα που φουσκώνω από υπερηφάνεια αρχίζουν τα μάτια μου να περιστρέφονται σαν ταμειακή μηχανή και υπολογίζω το κόστος των αξεσουάρ που παρελαύνουν. Θυμίζω ότι τα τελευταία εβδομήντα χρόνια οι μόνοι που ωφελήθηκαν σίγουρα από την ύπαρξη ακριβών ενόπλων δυνάμεων ήταν όσοι καρπώθηκαν τις μίζες από τις προμήθειες. Επίσης επισημαίνω ότι μία φορά χρειαστήκαμε τις ένοπλες δυνάμεις, στην κρίση της Κύπρου, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ο ιστορικός τραγέλαφος με τις οδυνηρές επιπτώσεις. Και για να σας πω το κρίμα μου, δεν νομίζω ότι ο λόγος που οι Τούρκοι δεν έχουν επιχειρήσει να πάρουν νησί είναι η αρτιότητα, το ηθικό και η αποφασιστικότητα των ενόπλων δυνάμεων της πατρίδας μας. Τέλος πάντων, οι παρελάσεις είναι για να ξέρει ο πελάτης τι πληρώνει και ο σχεδιαστής να επιδεικνύει τα μοντέλα της νέας κολεξιόν. Φρονώ δε πως η ελληνική παρέλαση πρέπει να μεταδίδεται σε τριτοκοσμικές χώρες όπως βλέπουμε εδώ τη νέα κολεξιόν από το Παρίσι: οι κάπως καθυστερημένοι βλέπουν τι ακριβώς θα φορεθεί στην προηγμένη Δύση…
•••
Εννοείται πως δεν θα ήθελα να δω τα παιδιά μου στην παρέλαση. Σιχαίνομαι τις μαθητικές παρελάσεις. Επίσης δεν υπάρχει περίπτωση τα δικά μου παιδιά να πεθάνουν, αν χρειαστεί, γι’ αυτήν την πατρίδα – φρονώ ότι το ίδιο σκέφτεστε και εσείς. Αξίζει να πεθάνεις για την Ελλάδα; Ούτως ή άλλως σε πεθαίνει αυτή. Στην περίπτωση, λοιπόν, που κάτι στραβώσει, βάζουμε τα παιδιά σε κοντέινερ και τα στέλνουμε στο εξωτερικό για να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους και όχι να το καταθέσουν υπέρ χωμάτων που είναι ήδη υποθηκευμένα. Όσο, λοιπόν, έκανα αυτές τις λυτρωτικές σκέψεις, κατάλαβα πως κάτι λείπει από την εικόνα. Το κατάλαβα μετά. Είναι οι επετειακές μνήμες της παιδικής μου ηλικίας. Στα παιδικά μου χρόνια οι μνήμες της κατοχής ήταν παντού, ήταν μέσα στο σπίτι. Οι επετειακές εκπομπές φιλοξενούσαν βετεράνους του ’40 που μόλις είχαν πάρει σύνταξη. Η Βέμπο ζούσε. Και εμείς δεν ξέραμε τι ζωή μάς περιμένει. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι την προσεγγίζουμε λάθος την επέτειο. Εκείνος ο πόλεμος και όσα ακολούθησαν, ειδικά ο εμφύλιος και το σχέδιο Μάρσαλ, είναι οι πρώτες ψηφίδες της εικόνας που βλέπουμε σήμερα. Και αν το καλοσκεφτείς, από την αρχή του χρόνου γι’ αυτό το κράτος ως τα σήμερα, οι Γερμανοί πάντα φεύγουν και πάντα έρχονται. Οι αληθινοί Έλληνες τις περισσότερες φορές απουσιάζουν.


Σχολιάστε εδώ