Καταπέλτης εναντίον όλων ο Μητροπολίτης Σισανίου – Σιατίστης

Καλούμεθα να μιλήσουμε σε μια εποχή κατά την οποία υπάρχουν δυνάμεις στον τόπο μας, οι οποίες επιτίθενται μετά μανίας εναντίον της Εκκλησίας και προσπαθούν να την οδηγήσουν στο περιθώριο της ζωής του τόπου μας. Όπως ορθότατα σημειώνει άγιος αδελφός: «Αυτό που ζει ο κόσμος στην περίοδο αυτή δεν το έζησε ποτέ κατά το παρελθόν. Αυτό που συμβαίνει στην πατρίδα μας είναι πρωτόγνωρο και συνταρακτικό. Μαζί με την πνευματική, κοινωνική και οικονομική κρίση συμβαδίζει και η πάσης φύσεως ανατροπή».
Πρόκειται για προσπάθεια εκρίζωσης και εκθεμελίωσης πολλών παραδεδομένων, τα οποία μέχρι τώρα θεωρούνταν αυτονόητα για τη ζωή του τόπου μας. Από κοινωνικής πλευράς επιχειρείται μια ανατροπή δεδομένων και δικαιωμάτων και μάλιστα με ένα πρωτοφανές επιχείρημα. Τα απαιτούν τα μέτρα αυτά οι δανειστές μας. Δηλώνουμε δηλαδή ότι είμαστε μια χώρα υπό κατοχή και εκτελούμε εντολές των κυριάρχων-δανειστών μας. Το ερώτημα το οποίο γεννάται είναι εάν οι απαιτήσεις τους αφορούν μόνον οικονομικά και ασφαλιστικά θέματα ή αφορούν και την πνευματική και πολιτιστική φυσιογνωμία της πατρίδος μας.
Το ιστορικό της κρίσεως
Η οικονομική κρίση η οποία ταλαιπωρεί και δυναστεύει τη χώρα μας είναι η κορυφή του παγόβουνου. Είναι συνέπεια και καρπός μιας άλλης κρίσης την οποία θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε.
Η οικονομική κρίση είναι παγκόσμια, αλλά και τοπική. Θέλω λίγο να σταθώ στην παγκοσμιότητα αυτής της κρίσης. Στο κατά πόσον δηλαδή είναι κρίση που πηγάζει από συγκεκριμένες λαθεμένες οικονομικές επιλογές ή είναι κατασκευασμένη, δηλαδή μια κρίση-εργαλείο, που αποβλέπει σε άλλους σκοπούς. Μια κρίση που αποβλέπει σε έναν παγκόσμιο έλεγχο.
Μια προσεκτική ματιά στην όλη δομή της «κρίσης» οδηγεί τη σκέψη προς το δεύτερο. Είναι μια κρίση-εργαλείο η οποία οδηγεί στον έλεγχο των πάντων. Ασφαλώς υπάρχουν και οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα ανθρώπινα λάθη και οι εσφαλμένοι χειρισμοί. Όλα αυτά όμως αξιοποιούνται προκειμένου να επιτευχθεί το σχέδιο.
Μια ματιά στον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα στον τόπο μας δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι εφαρμόστηκε ένα οργανωμένο σχέδιο με τη συμμετοχή πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας, το οποίο μας οδήγησε στη σημερινή αιχμαλωσία της πατρίδος μας σε αλλότριες δυνάμεις, οι οποίες επιβάλλουν τον δικό τους τρόπο διακυβέρνησης και με τα εδώ όργανά τους επιχειρούν να αλλοιώσουν την πολιτισμική ταυτότητα του τόπου μας.
Ο κάθε λογικός άνθρωπος διερωτάται: Γιατί δεν πήραμε νωρίτερα όλα αυτά τα δύσκολα μέτρα, που σήμερα χαρακτηρίζονται αναγκαία. Όλες αυτές τις παθογένειες της κοινωνίας και της οικονομίας που σήμερα επιχειρούμε με βίαιο τρόπο να αλλάξουμε, γιατί δεν τις αλλάξαμε στην ώρα τους; Γιατί έπρεπε να φθάσουμε μέχρις εδώ; Τα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή του τόπου μας είναι τα ίδια. Πώς τότε υπολόγιζαν το πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας ότι οδηγούν τη χώρα στην καταστροφή, και σήμερα αισθάνονται ασφαλείς, γιατί ενεργούν ως εντολοδόχοι; Σήμερα γίνονται ριζικές ανατροπές για τις οποίες άλλοτε θα αναστατωνόταν όλη η Ελλάδα και σήμερα επιβάλλονται σχεδόν χωρίς αντιδράσεις.
Ας δούμε λίγο και σε τοπικό επίπεδο την κρίση.
Η οικονομική μας κρίση με πολύ άπλα λόγια οφείλεται στη διαφορά μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Στον αργό ρυθμό της παραγωγής που επιτυγχάνουμε απέναντι στο υψηλό βιοτικό επίπεδο βάσει του οποίου μάθαμε να ζούμε. Όταν όσα καταναλώνουμε είναι πολύ περισσότερα απ’ όσα παράγουμε, τότε το οικονομικό ισοζύγιο γέρνει προς την πλευρά των εξόδων. Η χώρα μας για να αντεπεξέλθει, αναγκάζεται να δανείζεται με την ελπίδα ότι το διαταραγμένο ισοζύγιο θα ανακάμψει. Όταν αυτό δεν γίνεται και οι δανειστές απαιτούν την επιστροφή των δανεισθέντων συν τόκο, τότε φθάνουμε στην κρίση και στη χρεοκοπία.
Είναι και άλλες χώρες που ευρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση και λαμβάνουν σκληρά οικονομικά μέτρα, δεν ευρίσκονται όμως στην ίδια ανυποληψία στην οποία ευρίσκεται η χώρα μας.
Πρόκειται για έναν διεθνή διασυρμό και χλευασμό της πατρίδος μας και των κατοίκων της, που τραυματίζει την εθνική μας αξιοπρέπεια. Ακούσαμε από ομογενείς ότι έφθασαν στο σημείο να ντρέπονται να δηλώνουν ότι είναι Έλληνες, διότι αυτή η πληροφορία προκαλούσε τον χλευασμό των συνομιλητών τους.
Η αιτία του διασυρμού οφείλεται στα ψευδή στοιχεία, τα οποία έδιναν στην παγκόσμια κοινότητα και στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα οι υπεύθυνες, υποτίθεται, ελληνικές κυβερνήσεις. Μια συνειδητή προσπάθεια εξαπάτησης, την οποία εάν την έκανε ένας απλός έλληνας πολίτης απέναντι στο ελληνικό Δημόσιο, θα οδηγείτο σε δικαστική κρίση και καταδίκη. Μια τέτοια συμπεριφορά εξέθεσε διεθνώς τη χώρα μας, τραυμάτισε καίρια την αξιοπρέπειά της και μας ευτέλισε ως λαό στη διεθνή κοινότητα.
Είναι προφανές ότι τέτοιες συμπεριφορές προέρχονται από ανθρώπους διεφθαρμένους, οι οποίοι υποτάσσουν στο ατομικό συμφέρον και στην ιδιοτέλειά τους την οικονομία αλλά και την αξιοπρέπεια ενός ολόκληρου λαού. Δομικά στοιχεία αυτής της οικονομικής κρίσης είναι η διαφθορά των θεσμών, η διαφθορά της κοινωνίας και των επιμέρους πολιτών, καθώς και τα φαινόμενα της διαπλοκής. Όλα αυτά τα νοσηρά φαινόμενα δείχνουν εν τέλει την αληθινή ποιότητα της κρίσης, η οποία είναι πνευματική και έχει σαν καρπό της την οικονομική.
Ήδη η δυσαναλογία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης συνιστά όχι μόνον οικονομικό μέγεθος, αλλά πρωτίστως πνευματικό γεγονός. Σημείο πνευματικής κρίσης το οποίον άφορα τόσο την ηγεσία όσο και τον λαό. Μια ηγεσία που δεν μπόρεσε να σταθεί υπεύθυνα απέναντι στον λαό, που δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, που πρόβαλε λαθεμένα πρότυπα, που καλλιέργησε τις πελατιακές σχέσεις, μόνο και μόνο γιατί είχε στόχο την κατοχή και τη νομή της εξουσίας. Μια ηγεσία που παγίδευσε τον λαό δίδοντας οικονομικές παροχές χωρίς να υπάρχουν τα ανάλογα αποθέματα. Μια ηγεσία που γνώριζε την κατάσταση της οικονομίας της χώρας, αλλά που εγκληματικά σιωπούσε. Μια ηγεσία που ουσιαστικά υπονόμευσε τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας και του λαού.
Κι από την άλλη, ένας λαός που λειτούργησε ανεύθυνα. Που γνώριζε και άκουγε ότι οι παροχές τις οποίες του πρόσφερε η ηγεσία δεν προέρχονταν από την εγχώρια παραγωγή, από αποθέματα, αλλά από δάνεια. Ένας λαός που δεν αγωνίσθηκε για την προκοπή της χώρας, που ουδέποτε πρόσεξε σχετικές προειδοποιήσεις αλλά παραδόθηκε στην ευμάρεια, στον εύκολο πλουτισμό και στην καλοπέραση, που επιδόθηκε στην κομπίνα και στην εξαπάτηση, που δεν προβληματίσθηκε για την αλήθεια των πραγμάτων, που στερημένος από ουσιαστική παιδεία δεν στάθηκε με κριτικό πνεύμα απέναντι στην εξουσία. Η αυθαίρετη απαίτηση δικαιωμάτων από συντεχνίες και κοινωνικές ομάδες με πλήρη αδιαφορία για την κοινωνική συνοχή οδήγησαν κατά το μεγαλύτερο μέρος στη σημερινή κατάσταση.
Η ουσία της πνευματικής κρίσης είναι η απουσία νοήματος ζωής και ο εγκλωβισμός του ανθρώπου στο ευθύγραμμο παρόν, δηλαδή ο εγκλωβισμός του στο εγωκρατούμενο ένστικτο. Ένα παρόν χωρίς μέλλον, χωρίς όραμα. Ένα παρόν καταδικασμένο στο ανιαρό και μονότονο. Η μετατροπή της ζωής σ’ ένα χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δύο ημερομηνίες, αυτές της γέννησης και της ταφής, με άγνωστο το μεταξύ τους διάστημα. Σε μια τέτοια προοπτική το άσκοπο συναγωνίζεται το παρά-λογο και τον αγώνα τον κερδίζει πάντα το τραγικό, όπως θαυμάσια επισημαίνει ο άγιος –πλέον– Ιουστίνος Πόποβιτς. Όταν απευθύνεσαι σε νέους ανθρώπους και τους έρωτας: «Γιατί παιδί μου παίρνεις ναρκωτικά;» και σου απαντούν, «Πέστε μου εσείς γιατί να μην πάρω; Δεν ελπίζω τίποτα, δεν περιμένω τίποτα, η μόνη μου χαρά είναι όταν τρυπάω την ένεση και ταξιδεύω», ή όταν επισημαίνεις σ’ έναν νέο άνθρωπο ότι παίρνοντας ναρκωτικά θα πεθάνει και εκείνος σου άπαντα μ’ ένα τραγικό χαμόγελο, «Εσείς δεν καταλαβαίνετε ότι εγώ παίρνω ναρκωτικά για να ζήσω», τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο απίστευτα αληθινός και πόσο τραγικά επίκαιρος είναι ο Άγιος αυτός του Θεού άνθρωπος.
Επόμενο είναι μια ουσιαστική απουσία νοήματος της ζωής να την οδηγεί σε κατανάλωση, σε κυνήγι ευδαιμονίας, σε αναζήτηση εγωιστικής απόλαυσης. Το άγχος της ανασφάλειας –μιας ανασφάλειας που είναι πλέον κατάσταση υπαρξιακή– κάνει τον άνθρωπο να ζει σε κλίμα πανικού.
Αυτή η απουσία νοήματος ζωής συνιστά την πιο ριζική, την προσωπική κρίση του ανθρώπου. Σηματοδοτεί την υπαρξιακή του αποτυχία με όλες τις περαιτέρω τραγικές συνέπειες, την ανικανότητά του να αντισταθεί σε ό,τι τον ευτελίζει.
Έγινε πολύς λόγος στους έσχατους καιρούς για τη διαφθορά της δημόσιας ζωής και τη λεηλασία του κράτους. Η πάταξή της έγινε σημαία για τη διεκδίκηση της εξουσίας. Το αποτέλεσμα ήταν μια βαθύτερη και μεγαλύτερη διαφθορά και μια κοινωνία ζωσμένη στο μαγγανοπήγαδο μιας πολιτικής χωρίς οράματα, που αδυνατεί να καταλάβει ότι η διαφθορά είναι πράξη απόγνωσης, ένα κυνήγι ευτυχίας σ’ έναν κόσμο που θεοποίησε την κατανάλωση. Όταν δεν υπάρχει άλλο όραμα ζωής πέρα από την κατανάλωση, όταν η οικονομική δύναμη και η επίδειξή της γίνονται ο μόνος τρόπος κοινωνικής καταξίωσης, τότε η διαφθορά είναι ο μόνος δρόμος ζωής, διότι διαφορετικά, αν δεν είσαι διεφθαρμένος, είσαι ανόητος.
Το κυνήγι της κατανάλωσης, που πηγάζει από μια ζωή χωρίς νόημα, μετέτρεψε τον άνθρωπο από ελεύθερη προσωπικότητα σε γρανάζι μιας απρόσωπης μηχανής. Η οικονομία δεν υπηρετεί πλέον τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος γίνεται απρόσωπο γρανάζι της οικονομίας, ο άνθρωπος έχει πλέον υποταχθεί σ’ αυτήν. Το ερώτημα-δίλημμα του Ντοστογιέφσκι το βλέπουμε και σήμερα μπροστά μας. Ελευθερία ή ευτυχία.
Σήμερα ο άνθρωπος δικαίως τρέμει μήπως μειωθεί το εισόδημά του, αλλά δεν ανησυχεί το ίδιο για το έλλειμμα παιδείας που άφορα τα παιδιά του και δεν αγωνιά για τον ευτελισμό του ανθρώπινου προσώπου. Είμαστε μια χώρα που ίσως δεν είναι ελεύθερη πια, μια χώρα που ίσως στην ουσία διοικείται από άλλους, που φαίνεται να εκχώρησε την εθνική της κυριαρχία στα χέρια ξένων, αλλά αυτό δεν μας νοιάζει πλέον. Άραγε θα συνετισθεί ο λαός μας, θα καταλάβει πόσο επικίνδυνη είναι αυτή η ώρα, γιατί κάποιοι τη χρησιμοποιούν για να αλλοιώσουν την πνευματική ταυτότητά του, να τον καταστήσουν οριστικά ξένο με τις ρίζες και την παράδοσή του; Η συζήτηση και μόνο για την αφαίρεση του Σταυρού και από τη σημαία της χώρας μας είναι ενδεικτική.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της πνευματικής κρίσης είναι η κατάσταση της Παιδείας στον τόπο μας. Εδώ το πιο τραγικό είναι ότι οι υπεύθυνοι της Πολιτείας αδυνατούν να συλλάβουν την ουσία της. Η Παιδεία στον τόπο μας έχει πλέον τελειώσει. Το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα διαστρέφει συστηματικά και συνειδητά τον μαθητή, οι πνευματικοί άνθρωποι, αν υπάρχουν, σιωπούν, οι πνευματικές αξίες έχουν καταπέσει, τα πρότυπα έχουν χαθεί.
Για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές χρησιμοποιούμε συνήθως ένα ρήμα, το ρήμα «φορτώνω». Φορτώνουμε τον υπολογιστή με δεδομένα. Η σημερινή εκπαίδευση «φορτώνει» τον εγκέφαλο των παιδιών μας με ύλη. Το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί αγωνίζονται να τελειώσουν την ύλη. Αυτός είναι ο πρώτος και ο ύψιστος στόχος. Ο μαθητής, ως πρόσωπο, είναι απών από αυτήν την εκπαιδευτική διαδικασία. Τα παιδιά μας μέσα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο περνούν τα κρισιμότερα χρόνια της ζωής τους και το σημερινό σχολείο είναι απολύτως αδιάφορο για τον μαθητή ως πρόσωπο, για την ψυχή του. Το σημερινό σχολείο τεμαχίζει την προσωπικότητα του μαθητή, τον ακρωτηριάζει οντολογικά και τον διαστρέφει, έχοντάς τον μετατρέψει σε ηλεκτρονικό υπολογιστή στον οποίο το μόνο που έχει να προσφέρει είναι να τον «φορτώνει». Έτσι όμως του έχει αχρηστεύσει την κριτική ικανότητα. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν σήμερα μόνο «σοφία και ηλικία», αλλά όχι «και χάριτι», και αυτό είναι το δράμα τους.
Με μια τέτοια στάση το σύνθημα του σημερινού υπουργείου Παιδείας, «πρώτα ο μαθητής», μόνο σαν κακόγουστο αστείο μπορεί να ηχήσει ή σαν πικρή ειρωνεία απέναντι στο πρόσωπο του μαθητή. Όταν το υπουργείο αναζητεί να συνδέσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση με την παραγωγή, κάτι που λογικά το κάνει η ανώτατη εκπαίδευση, όταν δεν καταλαβαίνει ότι η μέση εκπαίδευση πρέπει να συνδεθεί με την αγωγή και τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του μαθητή, όταν αχρηστεύει τη σύγχρονη εγκύκλιο παιδεία, τότε η Παιδεία στον τόπο μας είναι τελειωμένη και τότε συνειδητοποιεί κανείς και τη διαρκώς ογκούμενη αντίδραση των μαθητών, αλλά και την επικαιρότητα της Γραφικής ρήσης: «Ει το φως το έν σοι σκότος, το σκότος πόσον»;
Εκκλησιαστικές ευθύνες
Κατηγορηθήκαμε, όχι πάντα άδικα, για εκκοσμίκευση, η οποία συνιστά νοθεία της αυθεντικότητας. Οι του Ιερού Κλήρου όλων των βαθμίδων δεν ζήσαμε τον ασκητικό τρόπο ζωής, καθώς διδάσκει το Ευαγγέλιο, δεν δώσαμε πάντα το καλό παράδειγμα, όχι ευσεβιστικά και υποκριτικά, αλλά σαν ελεύθερη και συνειδητή επιλογή ενός τρόπου ζωής. Δεν θελήσαμε να είμαστε «οι άλλοι», οι μη συσχηματιζόμενοι με τον παρόντα κόσμο. Προκαλέσαμε με την οικονομική μας άνεση, με την προσχώρησή μας στην εκκοσμίκευση, με την απουσία της λιτότητας στις εκδηλώσεις μας και ενίοτε και στην αμφίεσή μας. Με την επιδίωξη της άνεσης ακόμη και στη μοναστική μας ζωή, με τη δυσκολία που δημιουργήσαμε στους απλούς ανθρώπους να μας προσεγγίσουν, κάποτε και με την ποιότητα της φιλανθρωπίας μας. Μιλήσαμε πολλές φορές για τα κανονικά μας δικαιώματα, σπάνια όμως για τις κανονικές μας ευθύνες. Συνερχόμεθα σε Συνόδους, αλλά θεωρούμε ότι οι συνοδικές αποφάσεις σταματούν στα όρια των Μητροπόλεών μας. Αλλά τότε γιατί συνερχόμεθα;
Αφήσαμε μια χαλαρότητα να μουδιάσει την πνευματική μας ζωή και θεωρήσαμε την ασκητικότητα ως άκρο και όχι ως το αυθεντικό εκκλησιαστικό ήθος. Ανεχθήκαμε συμπεριφορές Μονών, μοναχών και κληρικών, που λίγο απέχουν από το να είναι αντιεκκλησιαστικές, γιατί όχι και αντίχριστες. Γίναμε κάποιες φορές πομπώδεις, αλλά πολύ λίγο ουσιαστικοί και αυθεντικοί. Ο κηρυκτικός μας λόγος έχασε το πνευματικό του νεύρο. Εγκατέλειψε εν πολλοίς τη Θεολογία και την Κατήχηση, έχασε την επαφή με την πραγματικότητα και τον διάλογο με τις πνευματικές αναζητήσεις του σύγχρονου ανθρώπου.
Το πλέον οδυνηρό εξ όλων είναι ότι γίναμε στη συνείδηση του λαού, και όχι πάντοτε άδικα, μέρος του πολιτικού συστήματος που καταρρέει και κινδυνεύουμε να μας συμπαρασύρει. Ο ευσεβής λαός μάς κατηγορεί γι’ αυτό και μας καταλογίζει ευθύνη, μας θεωρεί συνενόχους για την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται η χώρα. Η ευθύνη μας δεν είναι ότι δεν αναχαιτίσαμε εμείς την κρίση, αλλά ότι δεν αντιδράσαμε, δεν αντισταθήκαμε, δεν ομολογήσαμε. Δεν σταθήκαμε δυστυχώς κριτικά, δηλαδή πνευματικά και όχι αντιπολιτευτικά, απέναντι στην εξουσία. Προσπαθήσαμε να την πείσουμε ότι είμαστε δικοί της, στηριχθήκαμε στα δεκανίκια της και τώρα εισπράττουμε οργή. Οι αντιτιθέμενοι στην Εκκλησία ευρίσκουν ευκαιρία να επιτεθούν με δριμύτητα εναντίον της, να απαιτούν τον χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, να προσπαθούν να εμφανίσουν την Εκκλησία ως εμπλεκόμενη με την πολιτική εξουσία και καταφέρνουν να πείθουν πολλούς. Ασφαλώς και δεν έχουν δίκαιο, αλλά και εμείς δεν προσέξαμε πάντα και όσο χρειαζόταν. Διεκδικούμε ως εξουσία, προσπαθούμε να πείσουμε την εξουσία ότι μας χρειάζεται και δίνουμε όπλα στα χέρια τους. Επιτρέψαμε τα πραγματικά ή κατασκευασμένα σκάνδαλα να γίνουν εργαλείο στα χέρια των έμπορων της κατεδάφισης και δεν αντιδράσαμε άμεσα και δραστικά προς όλες τις κατευθύνσεις. Δείξαμε περίεργη ανοχή σε ηθικά σκάνδαλα. Δείξαμε ανοχή σε σημείο που άγγιξε την ΕΝΟΧΗ.
Ταλαιπωρήθηκε πολύ και επί πολύ χρόνο η Εκκλησία μας με την υπόθεση του πρ. Αττικής. Έχουμε τεράστια ευθύνη για τον πολυκαιρισμό της θλιβεράς και δυσωνύμου καταστάσεως. Κάναμε άτολμες κινήσεις, πήραμε περίεργες αποφάσεις, οχυρωθήκαμε πίσω από δικονομικούς όρους, δημιουργήσαμε περίεργα δικαστικά τετελεσμένα και εκτεθήκαμε, αρνηθήκαμε ένα γενναίο ξεκαθάρισμα, αφήσαμε επί μήνες οχετούς βρωμιάς διά της τηλοψίας να μολύνουν την ακοή και τη συνείδηση του πληρώματος, προκαλέσαμε με αποφάσεις που γέμισαν οργή τον πιστό λαό μας και χλεύη τους εναντίους, για να φθάσουμε στα γνωστά αδιέξοδα. Δεν είχαμε καθαρό λόγο. Προκρίναμε, με αποφάσεις των οργάνων μας, το «φιλάδελφον» εις βάρος του φιλόθεου και του φιλάνθρωπου. Είναι σκληρά τα λόγια, αλλά αυτά μας καταμαρτυρούν οι δικοί μας άνθρωποι. Αφήσαμε απροστάτευτη την Εκκλησία του Χριστού να κατηγορείται από τους εναντίους.
Δεν προσέξαμε τις χειροτονίες των κληρικών μας. Κυκλοφορούν δυστυχώς θαρρετά και προκλητικά, όχι μόνο στους δρόμους αλλά και στον κυβερνοχώρο, κληρικοί που αδιάντροπα προσβάλλουν το τίμιο ράσο και τύπτουν τη συνείδηση του λαού. Δείχνουμε ανοχή σε ποικίλες εκτροπές κληρικών μας και με τον τρόπο αυτό αποθαρρύνουμε σοβαρούς ανθρώπους που θέλουν να διακονήσουν την Εκκλησία. Χρονίζουν οι δικαστικοί φάκελοι στο αρμόδιο γραφείο και κληρικοί που κατεσκανδάλισαν το πανελλήνιο δεν έχουν ακόμη αντιμετωπιστεί από τα συνοδικά δικαστήρια τα οποία, με τη δική μας ευθύνη, κινούνται με βραδύτατους ρυθμούς.
Διδάσκουμε ότι η Εκκλησία είναι κλήρος και λαός. Το λαϊκό στοιχείο όμως δεν συμμετέχει πολύ ενεργά, δεν του αναθέσαμε ευθύνες και διακονίες οι οποίες του ανήκουν.
Δεν σταθήκαμε όσο έπρεπε κοντά στη νεολαία μας. Οι περισσότεροι από τους ενοριακούς μας ναούς δεν είναι φιλόξενοι χώροι για τα παιδιά και τους νέους μας. Δημιουργούμε χώρους για να προσφέρουμε καφέ στα μνημόσυνα, αλλά όχι χώρους για τα παιδιά μας. Μας ενοχλεί η παρουσία τους. Φοβόμαστε μήπως μας λερώσουν τον χώρο και δεν σκεπτόμαστε την ταλαιπωρία των ψυχών τους. Οι Κατηχητές μας πολλές φορές περνούν δύσκολα με τα στελέχη των ναών μας. Δεν είναι άραγε ενδεικτικό ότι στη Σύνοδο των Εφήβων συμμετείχαν παιδιά μόνο από 20 Μητροπόλεις της Εκκλησίας μας, τη στιγμή κατά την οποία η απόφαση για τη συγκρότησή της ήταν απόφαση της Ιεράς Συνόδου; Από την άλλη πλευρά, συμμετείχαν νέοι που πληροφορήθηκαν για την προσπάθεια αυτή της Εκκλησίας από το διαδίκτυο και δήλωσαν συμμετοχή και μας εξέπληξαν με τον ανεπιτήδευτο λόγο τους και τις ευχαριστίες τους, γιατί τους δώσαμε βήμα για να μιλήσουν. Δίνουμε την εντύπωση ότι έχουμε κουραστεί με τους νέους μας ή ότι είμεθα κλεισμένοι στην αυτάρκειά μας».
Και ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος έκλεισε τη συγκλονιστική τοποθέτηση ως εξής:
«Ζούμε σε ένα κράτος που αποδυναμώνεται η πολιτισμική του ταυτότητα. Ακούμε θεωρίες και κινήματα περί ενότητος, όπως ο οικουμενισμός, ο συγκρητισμός και η σχετικοποίηση των πάντων. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, η γλώσσα, η ιστορία, η ορθόδοξη πίστη, αυτή η βασική συνεκτική δύναμη της κοινωνίας, πλήττονται συστηματικά και συνειδητά από οργανωμένες ορατές και αόρατες δυνάμεις. Η Παιδεία στον τόπο μας όχι μόνο έχει τελειώσει, αλλά γίνεται και επικίνδυνη για τους τροφίμους της. Τα παιδιά μας στο διαδίκτυο γράφουν με λατινικούς χαρακτήρες, γιατί δεν γνωρίζουν τη γλώσσα μας. Η εθνική μας συνείδηση πλήττεται, αλλά και υπονομεύεται. Η Εκκλησία μας πολεμείται ανοικτά πολλές φορές, αλλά και δόλια τις περισσότερες, ενώ φθείρεται μέσα από τη σχέση της με την εξουσία. Είναι πολύ σημαντικό να μη φοβηθούμε, αλλά να ετοιμαστούμε για το καινούργιο που έρχεται και που ήδη είναι παρόν. Ο Θεός δεν μας έδωσε “πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού”. Ευθύνη της Εκκλησίας είναι να καταθέτει την εμπειρία της και την αλήθειά της.
Πανεπιστημιακός καθηγητής λέγει σε ένα κείμενό του ότι η λέξη “κρίση” στα κινέζικα αποτελείται από δύο χαρακτήρες. Ο πρώτος σημαίνει κίνδυνος, ενώ ο δεύτερος δυνατότητα, ευκαιρία.
Ο κίνδυνος είναι μπροστά μας, τον ζούμε. Ας τον κάνουμε ευκαιρία για έξοδο, για άλλη ποιότητα ζωής. Σε αυτήν την πορεία η παρουσία της Εκκλησίας είναι κρίσιμη. Είναι η μόνη δυνατότητα και ο μόνος δρόμος για την έξοδο».

* Το παραπάνω κείμενο είναι η εισήγηση, του Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου στην Ιεραρχία που συνεδρίασε την περασμένη εβδομάδα. Όπως σημειώνει, στον καταρτισμό των βασικών θέσεων υπήρξε συνεργασία με τους Μητροπολίτες Φθιώτιδος, Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, Ζακύνθου, Ναυπάκτου και Δημητριάδος. Το κεφάλαιο «Η Εκκλησία ως κρίση του κόσμου και η κρίση της Εκκλησίας» λόγω έλλειψης χώρου θα δημοσιευτεί σε επόμενο φύλλο.


Σχολιάστε εδώ