«Ή ΑΛΛΑΖΟΥΜΕ Ή ΒΟΥΛΙΑΖΟΥΜΕ»
Άλλωστε η πολυετής ενασχόλησή του στο υπουργείο Εξωτερικών με τα διεθνή έχει προσδιορίσει σε σημαντικό βαθμό τις επιλογές του.
Είδηση είναι ότι εδώ και λίγο καιρό η ταυτότητα των επισκέψεων στο εξωτερικό εκφεύγει αυτής του εκφραστή των συμφερόντων της χώρας του ως πρωθυπουργού και μοιάζει περισσότερο με εκείνη του διεθνούς μεσολαβητή, λέξη που συναντάμε στον Τύπο όλο και συχνότερα για τον Γιώργο Παπανδρέου. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό ούτε μειονέκτημα. Δείχνει όμως την επιλογή που είτε έχει κάνει συνειδητά ο Γ. Α. Παπανδρέου είτε επικρατεί από μόνη της στο σύστημα αξιών του. Αυτή η επιλογή έχει να κάνει με την υιοθέτηση ενός παρεμβατικού ρόλου σε κρίσεις που καταγράφονται σε περιοχές γειτονικές της Ελλάδας αλλά και μακρύτερα, ενός ρόλου που ενδέχεται να αποτελεί λύση προσωρινή ή όχι σε ζητήματα που γεννιούνται ή εκκρεμούν από καιρό. Ο πρωθυπουργός μοιάζει να έχει την αποδοχή πολλών ηγετών γι’ αυτόν τον ρόλο, αλλά και την ώθηση της διεθνούς κοινότητας για ανάλογη ανάμειξη και παρουσία.
Ήδη η εικόνα του από την αρχή της πρωθυπουργίας του παραπέμπει σε διαρκή αποστασιοποίηση από τα τρέχοντα σημαντικά εσωτερικά ζητήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποφεύγει να αναλάβει το κόστος για δύσκολες αποφάσεις. Καθόλου. Αναλαμβάνει το κόστος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της «τρόικας», του εξαρτησιακού Μνημονίου, και μάλιστα με σχετική ευκολία. Τόσο, που να αναρωτιέται κανείς αν είναι τόσο καρτεσιανός και ορθολογιστής, ώστε να μην έχει θέση στη λειτουργία του η πολιτική διάσταση του κόστους. Κατά τους αντιπάλους του, δεν έχει αντιληφθεί τι συμβαίνει στην πραγματικότητα και πόσο οδηγείται η Ελλάδα σε νέα ιδιότυπη ξενοκρατία. Ή, ακόμα χειρότερα, δεν ενδιαφέρεται, γι’ αυτό και προτάσσει δικές του επιλογές. Το βέβαιο είναι ότι ο Γ. Α. Παπανδρέου δεν είναι διόλου ελληνοκεντρικός και δεν αναδεικνύει στην κορυφή της πολιτικής του προτεραιότητες που θα του εξασφάλιζαν (όσο μπορεί να εξασφαλιστεί κάτι τέτοιο) μια επανεκλογή στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Η στάση του αυτή ενδέχεται να προπονεί την κοινή γνώμη για μια άλλη δραστηριότητά του, που δεν θα σχετίζεται απαραιτήτως με το ΠΑΣΟΚ, την ηγεσία / πρωθυπουργία και την Ελλάδα.
Έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για νέα δεδομένα τους μήνες που έρχονται, όταν θα έχουν φανεί, καταγραφεί και αξιολογηθεί τα πρώτα αποτελέσματα της υποταγής της ελληνικής κοινωνίας στην εφαρμογή των στερήσεων και του Μνημονίου. Τότε θα αναπτυχθούν άλλες δυναμικές, που θα πηγάζουν από άλλον προβληματισμό, τέτοιον που σήμερα απουσιάζει. Τίποτα στα προηγούμενα χρόνια, στις προηγούμενες δεκαετίες, δεν έδειχνε ότι η Ελλάδα θα αναδεικνυόταν σε «Κολομβία του ευρωπαϊκού νότου», σε νέα αποικία-πρότυπο άλλων ηπείρων. Να που έγινε ξαφνικά, σχεδόν αιφνιδιαστικά, κι ας λένε μερικοί όψιμοι αναλυτές ότι το είχαν (σχεδόν) προβλέψει.
Με μια έννοια, αυτό που κάνει ο Γιώργος Παπανδρέου είναι πολύ χρήσιμο. Προετοιμάζει την κοινή γνώμη, τα κόμματα, τη δημόσια ζωή για νέα σχήματα, <Β> νέες ισορροπίες και νέο περιεχόμενο. <Δ> Μόνο όποιος δεν θέλει δεν το βλέπει. Μόνο όποιος πιστεύει πεισματικά ότι περνάμε απλώς μια δύσκολη περίοδο και σε 2-3 χρόνια θα ξαναείμαστε μια χαρά δικαιούται να νομίζει ότι δεν αλλάζει κάτι. Αυτή η κατηγορία πολιτών θα πέσει από τα σύννεφα, ενώ δεν θα έπρεπε, όταν ανακαλύψει ότι η νέα εξάρτηση αποδόμησε κάθε ευρωπαϊκή αξία, ακόμα και τις στοιχειώδεις που κρατούσαν στη ζωή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το καθεστώς, η αρχή της ισοτιμίας των χωρών-μελών υποχώρησε ήδη, για να μην πούμε ότι εξαφανίστηκε, υπό το βάρος της κυρίαρχης παρουσίας και ρόλου χωρών όπως η Γερμανία. Η βασιλεία των τραπεζών επέβαλε την κυριαρχία της αγοράς σε βάρος της πολιτικής και της κοινωνίας. Κι αυτά δεν αλλάζουν εύκολα.
Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο της κρίσης και αποτελεί σύγχρονο μοντέλο οικονομικής υποτέλειας και εξάρτησης. Ίσως όλα αυτά να συνθέτουν έναν καλό λόγο για να επενδύσει κανείς, και πολύ περισσότερο ένας πρωθυπουργός, σε άλλον ρόλο, πιο διεθνοποιημένο, πιο άχρωμο και με μικρότερα κόστη.