Σαράντα χρόνια προσφοράς στο έθνος ξετυλίγει ο πτέραρχος Νίκος Κουρής
Αποστολή εξετελέσθη… Είναι ο τίτλος τιμής για έναν πραγματικό στρατιώτη, να μπορεί να το πει την ώρα που αποχωρεί με το κεφάλι ψηλά.
Αυτόν τον τίτλο δίνει ο θαρραλέος και πιστός στην πατρίδα πτέραρχος Νίκος Κουρής στο βιβλίο του των 127 σελίδων που μόλις τώρα κυκλοφόρησε και, όπως ο ίδιος γράφει στον πρόλογο, «πριν φύγω επιθυμώ να καταθέσω τη μαρτυρία μου»…
Από το πολύ ενδιαφέρον αφήγημα της διαδρομής του, που το αφιερώνει «Στη μνήμη των παιδιών της Ελλάδας που έπεσαν στη ”Μάχη του Αιγαίου”» παραθέτουμε το ξεκίνημα και το τέλος της διαδρομής στις Ένοπλες Δυνάμεις του επίτιμου αρχηγού ΓΕΕΘΑ.
Αμφιβάλλω αν η μητέρα μου γνώριζε
τι υπέγραφε για τον μοναχογιό της
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη συνοικία Ελληνορώσων στους Αμπελοκήπους. Μια φτωχή γειτονιά, με μικρές μονοκατοικίες και ένα κοινωνικό περιβάλλον που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ανθρώπινο.
Όλοι σχεδόν οι γείτονες γνωριζόμαστε, χαιρόμαστε να βλέπουμε τους διπλανούς μας ευτυχισμένους και τους βοηθούσαμε στις δυσκολίες τους.
Μικρός ήμουν ένα λεπτό χλωμό αγόρι, που όμως, όπως θα φανεί αργότερα, είχε μια φλόγα στην καρδιά…
Έφηβος, με τη συγκατάθεση της μητέρας μου, γιατί ο πατέρας είχε πεθάνει πριν από χρόνια, αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων. Για να προετοιμαστώ παρακολουθούσα απογευματινά μαθήματα σ’ ένα φροντιστήριο στην οδό Σόλωνος. Εκεί γνώρισα και άλλα παιδιά, που είχαν κι αυτά τον ίδιο στόχο.
Συνέβη όμως εκείνη τη χρονιά (1948) να μετατεθεί η ημερομηνία των εξετάσεων στη Σχολή Ικάρων, νωρίτερα κατά ένα μήνα. Η αλλαγή αυτή αποδείχθηκε καθοριστική για την παραπέρα πορεία μου. Η παρέα του φροντιστηρίου αποφάσισε να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας. Να δώσουμε δηλαδή εξετάσεις και στη Σχολή Ικάρων. Αυτό και έγινε…
Η μητέρα μου έδωσε πάλι τη συγκατάθεσή της και υπέγραψε τα σχετικά «χαρτιά». Αμφιβάλλω αν η φτωχή γυναίκα γνώριζε τι υπέγραφε για το μοναχογιό της…
Από την παρέα του φροντιστηρίου πέτυχαν δύο από τους δέκα που προσπάθησαν. Παρουσιαστήκαμε στις 11 Σεπτεμβρίου 1948, σαράντα επιτυχόντες. Εγώ ήμουν δέκατος».
Το τέλος της
μακράς πορείας
«Το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές του Ιουνίου του 1989 και σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη. Την επομένη των εκλογών με κάλεσε στο γραφείο του ο Υπουργός Άμυνας και αγωνιστής της Δημοκρατίας Γιάννης Χαραλαμπόπουλος για να συζητήσουμε τα της παράδοσης του Υπουργείου στον νέο Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Με τον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο είχαμε άριστες σχέσεις.
Ήταν ο πολιτικός προϊστάμενός μου που καθόριζε τη γραμμή που ακολουθούσαμε.
Δεν παρίστανε τον Στρατηγό και δεν υπήρχε περίπτωση σύγκρουσης αρμοδιοτήτων. Εγώ σαν στρατιώτης υλοποιούσα τις διαταγές του. Με τη χρονική απόσταση από εκείνη την εποχή μπορώ να μιλήσω σήμερα άνετα. Ο Χαραλαμπόπουλος υπήρξε ένας πετυχημένος πολιτικός και ένας από τους συντελεστές της επιτυχίας μας στην κρίση του Μαρτίου του 1987 με τη νηφάλια παρουσία του. Με ρώτησε λοιπόν ο Υπουργός ποια ήταν η γνώμη μου για την πρόθεση ορισμένων συναδέλφων του Υπουργών της απερχόμενης κυβέρνησης να μην παραστούν στην τελετή παράδοσης των Υπουργείων τους. Δεν είχα δυσκολία να απαντήσω. Είπα στον υπουργό:
“Η άρνηση παρουσίας στην τελετή παράδοσης και παραλαβής των απερχομένων Υπουργών αποτελεί πράξη ασύμβατη με τις παραδόσεις της δημοκρατικής παράταξης που αποτελεί τη βάση του ΠΑΣΟΚ. Δεν συμφωνώ να ακολουθήσετε την τακτική που προτίθενται να τηρήσουν ορισμένοι συνάδελφοί σας. Το στράτευμα δεν πρέπει να παραμείνει χωρίς πολιτικό προϊστάμενο ούτε ένα λεπτό!”
Ο Γιάννης συμφώνησε μαζί μου. Κάλεσε τον Διευθυντή του Γραφείου του και του έδωσε οδηγίες για την οργάνωση της τελετής.
Μετά την τελετή υπέβαλα την παραίτησή μου στον νέο Υπουργό.
Έγραψα και εξέπεμψα στις μονάδες των Ενόπλων Δυνάμεων την τελευταία ημερήσια διαταγή μου, με παραινέσεις, ευχόμενος τα καλύτερα, και ακολούθως, σε συγκέντρωση των Επιτελών του ΓΕΕΘΑ, τους ευχαρίστησα για τη συνεργασία και τη μεγάλη συμβολή τους στην προσπάθεια της δημιουργίας μιας ισχυρής αποτρεπτικής δύναμης του έθνους, παρουσία και του νέου Αρχηγού Στρατηγού Βελλίδη.
Ακολούθησε επιθεώρηση του παρατεταγμένου μεικτού αγήματος στον περίβολο του Επιτελείου και πριν αναχωρήσω ασπάστηκα τον αντικαταστάτη μου και του ευχήθηκα επιτυχία. Αμέσως μετά αναχώρησα για το Τατόι, τον χώρο όπου φόρεσα πριν από σαράντα χρόνια τη στολή του αεροπόρου. Σταμάτησα στον χώρο που βρίσκεται το μνημείο των πεσόντων και κατέθεσα στεφάνι από δάφνη. Η τελετή ήταν σεμνή, χωρίς φανφάρες, όπως είχα παρακαλέσει να γίνει.
Κατευθύνθηκα στο οίκημα που τα χρόνια εκείνα στέγαζε τη Μοίρα Ικάρων, εντόπισα το δωμάτιο που είχα φορέσει τη στολή του Ικάρου και φόρεσα πολιτικά.
Με τους λίγους παριστάμενους αξιωματικούς ήπιαμε ένα ποτό και ανταλλάξαμε ευχές.
Καθώς εγκατέλειπα το Τατόι, η συγκίνησή μου ήταν φανερή. Ήταν το αεροδρόμιο όπου είχα υπηρετήσει για σχεδόν δέκα χρόνια. Αρχικά ως Ίκαρος, στη συνέχεια ως εκπαιδευτής αέρος και, τέλος, ως Διοικητής Διοίκησης Αεροπορικής Εκπαίδευσης. Στη διαδρομή, σαν σε ταινία βωβού κινηματογράφου, πέρασαν από το μυαλό μου περιστατικά από την πολυσχιδή σταδιοδρομία μου στις Ένοπλες Δυνάμεις. Το ακροβατικό σμήνος στη Λάρισα, οι μονομαχίες μου με τον Ρότζερς για τη Συμφωνία Επανένταξης.
Κάποια στιγμή μου φάνηκε σαν να άκουσα μια φωνή: ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΞΕΤΕΛΕΣΘΗ! είπε και με επανέφερε στην πραγματικότητα! Ξαφνιάστηκα και κοίταξα γύρω μου… Είχα φθάσει στο σπίτι μου… Σαράντα χρόνια προσφοράς στο έθνος τελείωσαν».