Ο Ελληνισμός του εξωτερικού σε κρίσιμη καμπή

Όταν η πολιτική ηγεσία του τόπου αναφέρεται στην ομογένεια, μιλά για το καλύτερο κομμάτι του Ελληνισμού. Ποιο είναι το κομμάτι αυτό που δεν είναι ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο από τους γηγενείς;

Επίσημα στοιχεία για τον αριθμό των ομογενών μας στο εξωτερικό δεν υπάρχουν. Καταγεγραμμένοι ως ελληνικής καταγωγής πολίτες του κόσμου είναι αυτοί που στις επίσημες απογραφές των χωρών τους έχουν δηλώσει ελληνική καταγωγή. Ο αριθμός αυτός είναι φανερό ότι δεν περιλαμβάνει όλη την ομογένεια, διότι σε πολλά κράτη δεν απαιτείται η χώρα καταγωγής και πολλοί για διάφορους λόγους την αποκρύπτουν.

Το σύνολο των καταγεγραμμένων συμπληρώνεται με τον αριθμό αυτών που για οποιονδήποτε λόγο έρχονται σε επαφή με τις διπλωματικές μας αρχές και καταγράφονται ως ομογενείς. Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία, περίπου τρία εκατομμύρια ελληνικής καταγωγής πολίτες είναι καταγεγραμμένοι ως ομογενείς σε όλο τον κόσμο. Ο πραγματικός αριθμός όμως εκτιμάται ότι πρέπει να είναι μεγαλύτερος από διπλάσιος, άρα μια άλλη Ελλάδα ζει σε 140 χώρες της Γης. Όταν αναφερόμαστε σήμερα στη Διασπορά, δεν εννοούμε πλέον μετανάστες, αλλά πολίτες που έχουν ενσωματωθεί, ζουν και προοδεύουν στις χώρες τους και βρίσκονται ήδη ένα βήμα προ της αφομοίωσής τους, που σημαίνει και την αποκοπή τους από την πατρίδα.

Η ομογένεια από τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης ήταν οργανωμένη μέσω των εκκλησιαστικών ενοριών αρχικά και των κοινοτήτων και των πάσης φύσεως συλλόγων, εθνικοτοπικών, πολιτιστικών, φιλανθρωπικών κ.λπ. αργότερα. Οι οργανώσεις αυτές υπήρξαν οι πυρήνες συσπείρωσης των ομογενών μας, το στήριγμά τους τα πρώτα δύσκολα χρόνια και οι θεματοφύλακες της ελληνικότητας. Η προσφορά της ομογένειας προς την πατρίδα, μέσω των οργανώσεων αυτών, από την ελληνική επανάσταση ως την τελευταία κρίση, υπήρξε άμεση και αποτελεσματική. Θα ήταν ασέβεια να μην αναγνωρίσουμε τον ρόλο των οργανώσεων των ομογενών σε όλη τη διαδρομή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Σήμερα οι συνθήκες έχουν αλλάξει, οι οργανώσεις με τη μορφή που είχαν τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης για την εξυπηρέτηση στοιχειωδών αναγκών των μεταναστών δεν αποτελούν πόλο έλξης της νέας γενιάς, με αποτέλεσμα τα μέλη τους να μειώνονται συνεχώς. Το κοινωνικό, μορφωτικό, οικονομικό επίπεδο της ομογένειας έχει αλλάξει ριζικά. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μόνο στις HΠA 4.000 ελληνικής καταγωγής διδάσκουν σε ανώτατες σχολές και πλειάδα ομογενών, είναι δήμαρχοι, βουλευτές και υπουργοί στις χώρες τους. Στην προσπάθεια καταγραφής των οργανώσεων που λειτουργούν ανά τον κόσμο που έγινε από τον πρώην υφυπουργό Θ. Κασσίμη και η οποία διήρκεσε ενάμιση χρόνο, διαπιστώθηκε ότι από τις καταγεγραμμένες στο μητρώο της Γενικής Γραμματείας 3.500 οργανώσεις ανά τον κόσμο βρέθηκαν να λειτουργούν μόνο 650, και από αυτές οι περισσότερες είχαν μικρό αριθμό μελών.

Η ελληνική Πολιτεία, προσπαθώντας να δώσει μια νέα ώθηση, ίδρυσε το 1995 το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού (ΣΑΕ), το οποίο κατοχύρωσε και συνταγματικά ως φορέα έκφρασης όλων των ομογενών. Μέλη του ΣΑΕ είναι οι συνομοσπονδίες, οι ομοσπονδίες και οι στρατηγικής σημασίας οργανώσεις των ομογενών. Με την ίδρυση του ΣΑΕ ένας νέος αέρας φύσηξε και με τα παγκόσμια συνέδρια στη Θεσσαλονίκη, η οποία καθιερώθηκε ως πρωτεύουσα του απόδημου ελληνισμού, πιστέψαμε ότι δόθηκε μια νέα ώθηση για τη συσπείρωση των ομογενών.

Δυστυχώς όμως η όλη προσπάθεια δεν είχε τo αναμενόμενο αποτέλεσμα, την αύξηση της συμμετοχής των νέων στις οργανώσεις.

Σήμερα το ΣΑΕ εκπροσωπεί ένα ποσοστό οργανωμένων ομογενών μας μικρότερο του 5%, κάτι που περιορίζει σημαντικά τον ρόλο του ως εκφραστή της ομογένειας. Σε αυτό το κρίσιμο σημείο βρίσκεται σήμερα η ομογένεια, από τη μια πλευρά να κινδυνεύει να αφομοιωθεί και από την άλλη να μην υπάρχουν οργανώσεις που να μπορούν να τη συσπειρώσουν ώστε να διαδραματίσει τον ρόλο της ως αρωγός του έθνους. Εδώ και τρεις δεκαετίες έχει εντοπιστεί το πρόβλημα και όλοι, ηγεσίες, οργανώσεις και ελληνική Πολιτεία, έχουν αναλωθεί σε άνευ σημασίας συζητήσεις χωρίς αποτέλεσμα, για τις οποίες όλοι είναι συνυπεύθυνοι. Σήμερα, αν όχι χθες, χρειάζεται μια συγκροτημένη προσπάθεια ανασυγκρότησης και αναδιοργάνωσης της ομογένειας, μια κοινή προσπάθεια κυβέρνησης, κομμάτων, επιφανών ομογενών, με συμμετοχή όλων των οργανώσεων και προσωπικοτήτων από τη διανόηση, την πολιτική, τις επιχειρήσεις και τη νεολαία. Η προσπάθεια αυτή πρέπει να αρχίσει σε χώρες με μεγάλη συγκέντρωση Ελληνισμού, με σωστή προετοιμασία, ώστε να προξενήσει το ενδιαφέρον των ομογενών μας, στους οποίους η αγάπη για την πατρίδα είναι δεδομένη.

Η νέα οργάνωση πρέπει να γίνει επιστημονικά, αφού μελετηθούν οι ιδιαιτερότητες κάθε κράτους (αριθμός Ελλήνων, χρόνια διαβίωσης, ενδιαφέροντα, οικονομική και πολιτιστική στάθμη) ώστε οι νέες οργανώσεις να αγκαλιάσουν τη νέα γενιά, να αναλάβουν το βάρος της διατήρησης του δεσμού με την πατρίδα και να προωθήσουν την εκμάθηση της γλώσσας στους νέους και τη διατήρηση της ορθόδοξης πίστης. Μια τέτοια προσπάθεια έχει ανάλογο κόστος, αλλά τα αποτελέσματά της θα είναι θεαματικά. Σήμερα σπαταλούνται μεγάλα ποσά για μετακινήσεις ομογενών σε διάφορα συνέδρια χωρίς ιδιαίτερη ημερήσια διάταξη και στόχευση και σε ακροάσεις από επιτροπές χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Είναι καιρός ο Ελληνισμός της Διασποράς να παίξει τον ρόλο του και να πάψει να είναι «photo-opportunity» για ομογενείς. Δυστυχώς, στο κρίσιμο σημείο που βρίσκεται σήμερα η ομογένεια προέκυψε και η οικονομική κρίση, η οποία έχει ιδιαίτερη επίπτωση στις σχέσεις ομογένειας – Πολιτείας. Η Γενική Γραμματεία Αποδήμου Ελληνισμού του υπουργείου Εξωτερικών, ο αρμόδιος φορέας της Πολιτείας για τις σχέσεις με την ομογένεια, έχει ολοκληρωτικά αδρανοποιηθεί. Δεν έχουν ορισθεί οι αρμοδιότητες του υφυπουργού για τον Aπόδημο Eλληνισμό, ούτε ορίστηκε ο επικεφαλής της Γραμματείας, γενικός διευθυντής, με αποτέλεσμα 72 υπάλληλοι που επί 20 χρόνια ασχολούνται με θέματα ομογενών να μην έχουν αντικείμενο εργασίας. Έχουν σταματήσει οι επιχορηγήσεις προς το ΣΑΕ και τα 5 συντονιστικά συμβούλια, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να λειτουργήσει στοιχειωδώς. Μια συζήτηση που είχε αρχίσει σχετικά με την ανανέωση του θεσμού μπήκε στο χρονοντούλαπο. Επιτυχημένα επί δεκαετίες προγράμματα φιλοξενίας ελληνοπαίδων από όλο τον κόσμο σε πρόσφατα ανακαινισθείσες ιδιόκτητες κατασκηνώσεις της ΓΓΑΕ εγκαταλείφθηκαν. Με δυο λόγια, η ελληνική Διασπορά έχει εγκαταλειφθεί πλήρως, σε μια περίοδο που μπορεί, όπως όλες τις κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας, να προσφέρει τα μέγιστα. Η μεγάλη πλειοψηφία των ομογενών δεν χρειάζεται βοήθεια από την Ελλάδα, μπορεί μόνη της να οργανώσει τη σχέση της με την πατρίδα. Απλώς χρειάζεται μια πατρίδα που θα την εμπνέει και οργανώσεις που θα τη συσπειρώνουν. Δυστυχώς, σήμερα και τα δύο πάσχουν.


Σχολιάστε εδώ