Στης Σοφοκλέους τα παιχνίδια

δ Σημειολογικά και μόνο πρέπει να αισιοδοξούμε! Ο λόγος για την επίδοση της αγοράς κατά την πρώτη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, την πρώτη συνεδρίαση του φθινοπώρου δηλαδή, που έκλεισε με κέρδη μιας ποσοστιαίας μονάδας και –το κυριότερο– με αυξημένο τζίρο και όγκο, όχι χωρίς εκπλήξεις στις επιμέρους επιδόσεις τίτλων (όπως οι εντολές πώλησης στην Εθνική μέχρι και το τέλος), αλλά και με την ανακοίνωση ενός μεγα-deal στον χώρο των γαλακτοβιομηχανιών (ΔΕΛΤΑ – ΜΕΒΓΑΛ).
δ Η αλήθεια είναι πως εάν η αγορά μας «τροφοδοτείτο» με τέτοιου είδους ειδήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα, θα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό «μαγαζί», πλην όμως δεν είναι λογικό να πιστεύει κανείς πως επιχειρηματικές συμφωνίες τέτοιας εμβέλειας είναι δυνατόν να συμβαίνουν καθημερινά!
δ Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που πρέπει εφεξής να κρατήσουμε είναι ο συνδυασμός των ειδήσεων από το εγχώριο μέτωπο με το διεθνές κλίμα. Που πάντως είναι –στην καλύτερη των περιπτώσεων– ευμετάβλητο. Συνεπώς εάν κάποιος «ποντάρει» πως στο αμέσως προσεχές διάστημα η εικόνα στο ΧΑ θα είναι σταθερή, μάλλον πλανάται οικτρά…
δ Προσθέστε στο εκρηκτικό «κοκτέιλ» που δημιουργείται το γεγονός πως θα μεσολαβήσει η ΔΕΘ, όπου παραδοσιακά τα όσα λέγονται και γίνονται επιδρούν σαφέστατα στην πορεία του ΧΑ, αλλά και την επαναφορά του περιβόητου «short selling», και καταλαβαίνετε γιατί στο επόμενο διάστημα η δραστηριοποίηση στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά θέλει τουλάχιστον «κότσια».
δ Από τεχνικής άποψης οι αναλυτές εκτιμούν πως το όριο αντίστασης του δείκτη παραμένει στα επίπεδα μεταξύ 1.580 και 1.620 μονάδων. Όχι ιδιαίτερα «στενά» όρια για τα τρέχοντα επίπεδα τιμών της αγοράς μας. Όπως και να έχει όμως, οι περισσότεροι θεωρούν πως τα αρνητικά αποτελέσματα που ανακοίνωσαν στο εξάμηνο οι εισηγμένες είναι προ πολλού αποτιμημένα από την αγορά, ενώ το «στοίχημα» θα κριθεί από το κατά πόσον σε μακροοικονομικό επίπεδο θα προκύψει θετική εξέλιξη, σε επίπεδο αναπτυξιακής πολιτικής όμως. Ήδη η απόφαση της κυβέρνησης για επιτάχυνση των μεγάλων έργων είναι ένα θετικό δείγμα, αλλά χρειάζονται πολλά περισσότερα για να κινηθεί η πραγματική οικονομία. Σε δεύτερο χρόνο κανέναν δεν θα έβλαπτε μια περαιτέρω αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, ιδίως εάν αυτή συνοδευόταν από εξελίξεις στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων, ενώ παραμένει πάντα ανοικτό το θέμα της συγκέντρωσης στον τραπεζικό κλάδο.
Οψόμεθα λοιπόν…


Σχολιάστε εδώ