Να αποτραπούν μοιραίες μονοδρομήσεις

Και στη συνέχεια σε προδήλως έωλες υποτροπές, εάν δεν υπάρξουν ενδείξεις αποδεκτών καταληκτικών διεξόδων.
Αυτό χονδρικά σημαίνει ότι θα βρεθούμε κάτω από το επαχθές βάρος εκβιαστικών παρεμβάσεων, τις οποίες δεν είναι αρκετό να προεικάζομεν. Ούτε να τις αναμένουμε. Πρέπει, αντιθέτως, να προνοούμε για την κατά το δυνατόν αποτελεσματική τους αντιμετώπιση και τελικά την αποσόβηση όσων τυχόν κρίνονται ότι θα μας υποθηκεύσουν σε αβέβαιες εθνικές προοπτικές, αφενός με την αποτροπή εκείνων που προφανώς θα αναπαραχθούν. Και αφετέρου με την προβλεπτική προαγωγή εναλλακτικών πολιτικών προκειμένου να μην αποβούμε τελικά έρμαια μοιραίων μονοδρομήσεων.
Να το δούμε -και να το πούμε- ευθέως: Εκείνοι που παρεμβάλλονται -είτε κατά άμεσο τρόπο είτε διά της πλαγίας οδού- έχουν κατά νου το έωλο Σχέδιο Ανάν. Όχι για να το επαναφέρουν ασφαλώς αλλά για να αντλήσουν από αυτό τη μέθοδο και τις βασικές παραμέτρους της τελικής λύσεως του Κυπριακού.
Και πρέπει ως προς αυτό να θυμηθούμε όσα εν προκειμένω έλεγε ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος. Ότι, δηλαδή, «τέτοια σχέδια δεν φεύγουν από το τραπέζι». Απορρίπτονται μεν, αλλά είναι πάντα εκεί ως κεντρικά σημεία διαλεκτικής αναφοράς για το πρακτέον, ως εργαλεία τρίτων δηλαδή.
Κι αυτό ενώ ήδη βλέπουμε πάγιες θέσεις μας να αναδιπλώνονται σχεδόν ατάκτως. Γιατί από το «ουδέποτε λύση τετελεσμένων» έχουμε καταλήξει σε λύση που αναποδράστως θα εδράζεται στην καλύτερη για μας περίπτωση κυρίως στα τετελεσμένα! Καθώς και η διζωνική θεμελιώδες τετελεσμένο της εισβολής και της κατοχής είναι. Και ο ανακαταμερισμός των εξουσιών (και ειδικότερα η νομή της κεντρικής εξουσίας) τετελεσμένο είναι. Και οι ποσοστώσεις ως προς την επιστροφή προσφύγων στις εστίες τους. Και η προαποδοχή παραμονής αριθμού εποίκων. Κυρίως όμως η εκ περιτροπής προεδρία.
Η αλήθεια λοιπόν χωρίς σοφίσματα και παραμύθια:
1. Εάν πάμε για διαπραγματευτική λύση του Κυπριακού (και δεν μπορεί να πάμε για κάτι άλλο), αυτά και άλλα οδυνηρότερα θα είναι μέρος του πικρότατου ιστορικού συμβιβασμού που θα κληθούμε να υποστούμε. Ως πικρόν ασφαλώς καταπότιον.
2. Εάν αυτά δεν μπορούμε «να τα χωνέψουμε» και αν δεν έχουμε είτε το σθένος τέτοιων αναδιπλώσεων είτε τις αντοχές των ακρωτηριασμών, θα υποστούμε (ως εξ ανάγκης) τα φυσικά παράγωγα της «μη λύσεως», τα οποία και υπό τις περιστάσεις προσδιορίζονται από την εμπέδωση της γεωπολιτικής διαιρέσεως.
Η τρίτη εναλλακτική επιλογή περνά μόνο μέσα από στρατηγικές δυναμικών αντιστάσεων, που μόνον ασύνετοι μπορούν να συζητούν, τουλάχιστον υπό τις σημερινές συνθήκες και τα ισοζύγια της καταθλιπτικής για μας ανισοσθένειας. Χωρίς αυτό να σημαίνει -και γι’ αυτό εντόνως το υπογραμμίζουμε- ότι:
= Εάν η άλλη πλευρά -και οποιοιδήποτε άλλοι- επιμείνει σε απαράδεκτες αξιώσεις, αρνούμενη να εκλογικευθεί, εμείς πρέπει να ενδώσουμε, αποδεχόμενοι εξουθενωτικούς όρους παραδόσεως.
Σε τέτοια περίπτωση, φυσικά, και τα όχι μας πρέπει να είναι προδεδομένα και οι αντιστάσεις μας επιβαλλόμενες, ακόμη και αν αυτές δεν θα επαρκούν για να αποτρέψουν απευκταία. Θα είναι αρκετή ακόμη και η άρνησή μας.
Αλλά ακριβώς γι’ αυτό, αντί να αλληλομαχούμε αυτοαναιρούμενοι και αναπαράγοντας συνθήκες εσωτερικής συγχύσεως, οφείλουμε το ταχύτερο να συνέλθουμε. Να σταθμίσουμε τις εξελίξεις. Να επιμετρήσουμε τις δυνατότητες. Και να επαναπροσδιορίσουμε το δέον. Το υπό τις περιστάσεις δέον. Σύροντας κόκκινες γραμμές, τις οποίες καθορίζει, ως στρατηγική αιχμή κάθε μας απόφαση, η ανάγκη κατοχυρώσεως της εθνικής επιβιώσεως και της ιστορικής συνέχειας του Κυπριακού Ελληνισμού στη φυσική του γεωγραφία.
Τίποτε περισσότερο. Και τίποτε λιγότερο….


Σχολιάστε εδώ