Πολιτική κρίση και «Καλλικράτης»
Τόσο ο «επαπειλούμενος» ανασχηματισμός όσο και οι υποψηφιότητες για τις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης με βάση τον «Καλλικράτη» επιχειρούν να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον από το ζοφερό σκηνικό της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, που εξελίσσεται, όπως τη συμβολοποίησε ο ξένος Τύπος, σε ένα «σπιράλ θανάτου».
Σε αντίθεση όμως με το, ακόμα και πρόσφατο, παρελθόν, η οξύτατη πολιτική κρίση και η γενικευμένη απαξίωση των κομμάτων και του πολιτικού προσωπικού έχουν αποτέλεσμα όλες αυτές οι διεργασίες και οι συζητήσεις που προωθούνται και «μεγαλοποιούνται» από τα ΜΜΕ να κινούν ελάχιστα το ενδιαφέρον των πολιτών.
Όπως διαφαίνεται, η πολιτική κρίση συμπαρασύρει και «ενσωματώνει» τον «Καλλικράτη», που υποτίθεται ότι προωθεί μια θεσμική αλλαγή στρατηγικού χαρακτήρα για την οργάνωση και την ανάπτυξη της χώρας…
Ή, καλύτερα, οι εκλογές για τον «Καλλικράτη» αποκαλύπτουν και αναδεικνύουν το πλήρες πολιτικό και ιδεολογικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται το πολιτικό μας σύστημα και ιδίως το κόμμα που διαχειρίζεται την κρίση…
Πρώτη συνέπεια: Ο βαθμός πολιτικοποίησης / κομματικοποίησης των προσεχών εκλογών παραμένει απροσδιόριστος.
Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σʼ ένα «άλυτο» δίλημμα: Επιδιώκει από τη μια πλευρά να «χρωματίσει» τις εκλογές με την ελπίδα ότι τα αποτελέσματά τους θα επιβεβαιώσουν την υπεροχή του έναντι της ΝΔ.
Ταυτόχρονα όμως δεν θέλει με κανέναν τρόπο να εισπράξει μέσω των υποψηφίων του το πολιτικό κόστος και τη γενικευμένη αγανάκτηση των πολιτών από τις επιλογές του Μνημονίου.
Ζητούνται συνεπώς πολιτικά «ερμαφρόδιτες» υποψηφιότητες ικανές να επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες όσον αφορά τον βαθμό της πολιτικής αναφοράς και της σχέσης τους με το ΠΑΣΟΚ.
Δεύτερη συνέπεια: Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ –και ιδιαίτερα τα κυβερνητικά στελέχη– αρνούνται να διαδραματίσουν τον ρόλο του «ιδανικού αυτόχειρα» και να εισπράξουν προσωπικά το κόστος μιας τραγικά αδιέξοδης και αποτυχημένης κυβερνητικής πολιτικής (Καστανίδης, Μπιρμπίλη, Μπατζελή, Διαμαντοπούλου, Κουκουλόπουλος κ.ά.).
Πέραν όμως αυτών των άμεσων συνεπειών, υπάρχουν και δευτερογενείς, εξίσου ή και περισσότερο σοβαρές, που συνδέονται με το ασταθές «θεμέλιο» της σημερινής κυβερνητικής εξουσίας: Όποιος αποχωρήσει σήμερα από τον υπουργικό «θώκο» είναι απίθανο να ξαναγυρίσει. Πολύ περισσότερο αφού υπάρχει ανοικτό το ενδεχόμενο στο προσεχές διάστημα η επιδείνωση της κρίσης να οδηγήσει, υπό την καθοδήγηση της «τρόικας» και του ΔΝΤ, στη διαμόρφωση ευρύτερων κυβερνητικών σχημάτων, οικουμενικού χαρακτήρα…
Επιπροσθέτως, ο νέος θεσμός του «Καλλικράτη» εμφανίζεται «αόρατος και ακατασκεύαστος» και δεν παρέχει κανένα εχέγγυο μιας σταθερής και βιώσιμης εξουσίας.
Ασφαλώς οι Περιφέρειες ως δομές εξουσίας και οι περιγραφόμενες στο νομοθέτημα αρμοδιότητες των νέων «ηγετίσκων – φεουδαρχών» εμφανίζονται ελκυστικές.
Η συγκρότηση όμως και η λειτουργία των Περιφερειών είναι μια «περιπέτεια» που μόλις τώρα ξεκινά. Χιλιάδες υπάλληλοι των καταργούμενων «επιπέδων» της ΤΑ τελούν υπό αναγκαστική μετάταξη, αναζητούνται νέες υποδομές, και καθίσταται άκρως προβληματική η άσκηση των νέων, αυξημένων αρμοδιοτήτων τόσο σε αναπτυξιακό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Οι δήμοι και οι νομαρχίες έχουν σήμερα σημαντικά χρέη, τα κονδύλια των δημοσίων επενδύσεων μειώνονται συνεχώς, ενώ οι χορηγήσεις του κρατικού προϋπολογισμού προς τους φορείς της ΤΑ περικόπτονται σημαντικά ή και καταργούνται…
Ποιος πολιτικός θα διακινδυνεύσει το πολιτικό του μέλλον σʼ αυτό το θεσμικό και οικονομικό «ναρκοπέδιο»;
Άλλωστε το επίπεδο του πολιτικού κυνισμού και της ιδιοτέλειας που έχει σήμερα επικρατήσει δεν επιτρέπει τις, παραδοσιακά, αυτονόητες πράξεις κομματικής πειθαρχίας βάσει του συλλογικού συμφέροντος και της ιδεολογίας του κόμματος…
Ανεξάρτητα πάντως από τις επιδιώξεις της ηγετικής ελίτ του ΠΑΣΟΚ, οι εκλογές της ΤΑ θα διεξαχθούν σε συνθήκες μιας ιστορικής κρίσης που συμβολοποιείται και εκφράζεται στην πατρίδα μας από τις ακραίες νεοφιλελεύθερες επιλογές του Μνημονίου και την ασκούμενη υπερεξουσία από το ΔΝΤ και την «τρόικα».
Αυτή η ζοφερή πραγματικότητα συνιστά σήμερα την κυρίαρχη αντίθεση που διαπερνά και καθορίζει τη λειτουργία και την προοπτική όλων των θεσμικών ερεισμάτων της ελληνικής κοινωνίας και –ασφαλώς– του θεσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Ίσως μάλιστα αυτή η κυρίαρχη αντίθεση να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και τη στάση των πολιτών, πέρα από κομματικές προτιμήσεις ή ακόμα και πρόσωπα που εμφανίζονται ως «υπερκομματικά»…
Κι αυτή η στάση μπορεί να εκδηλωθεί ως μαζική αποχή –ήδη μια τέτοια πολιτική συμπεριφορά αποτυπώθηκε στις τελευταίες ευρωεκλογές– που μπορεί να υπερβεί το 30% και να εκφράσει την πολιτική αποδοκιμασία της ελληνικής κοινωνίας τόσο προς το ΠΑΣΟΚ και τις κυβερνητικές πολιτικές όσο και ευρύτερα προς ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.