Οι σχέσεις Ελλάδος και Ισραήλ

Η βελτίωση των σχέσεων είναι επιθυμητή και από τις δύο πλευρές για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Το Ισραήλ αφυπνισμένο δυσάρεστα από την τροπή που πήραν οι στρατηγικές σχέσεις του με την Άγκυρα, αναζητεί νέα αντισταθμιστικά στρατηγικά ερείσματα στην περιοχή, για αμυντικούς και διπλωματικούς λόγους. Για την έμμεση επίσης άσκηση πίεσης στην Άγκυρα με στόχο την ανάσχεση της τουρκικής στροφής και τον μετριασμό, τουλάχιστον, των πιο ανησυχητικών τάσεών της.

Η Ελλάδα, έπειτα από μια δεκαετία κατευναστικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία, διαπιστώνει με έκδηλη ανησυχία ότι η Τουρκία όχι μόνο δεν κάνει βήμα πίσω στις παράνομες και αυθαίρετες διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και στην πολιτική της στην Κύπρο, αλλά, αντιθέτως, κλιμακώνει περαιτέρω την αδιαλλαξία της και επιχειρεί νέα μείζονος κλίμακος τετελεσμένα γεγονότα.

Από την άποψη αυτή είναι ενδεικτικές οι κινήσεις της τουρκικής πλευράς στο θέμα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και η αποστολή τουρκικών ερευνητικών σκαφών σʼ αυτό, με τελευταία πρόκληση την αποστολή τουρκικού ερευνητικού σκάφους κοντά στο Καστελλόριζο ως έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ και διεθνή διακήρυξη ότι η τουρκική ΑΟΖ συνορεύει με την ΑΟΖ της Αιγύπτου!

Οι τουρκικές διεκδικήσεις στην ΑΟΖ της Ελλάδος, αλλά και της Κύπρου, συνυφαίνονται με την απροκάλυπτη προβολή τουρκικών ηγεμονικών φιλοδοξιών στην ανατολική Μεσόγειο, γεγονός που ανησυχεί λογικά όχι μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά, προφανώς, το Ισραήλ και μεγάλες αραβικές χώρες όπως είναι η φιλική Αίγυπτος.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το Ισραήλ, παρά τις προσπάθειές του, με τη βοήθεια των ΗΠΑ νʼ αναχαιτίσει, όσο μπορεί, την τουρκική στροφή, εκτιμά ότι έχουν συντελεστεί βαθιές αλλαγές στην τουρκική πολιτική ζωή και κοινωνία και ότι ο ισλαμικός παράγοντας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ωθεί τη χώρα μακριά από το γνωστό κεμαλικό πρότυπο του εθνικού κράτους, προς ένα νέο πρότυπο πιο κοντά στο οθωμανικό παρελθόν της Τουρκίας.

Αναζητώντας έναν νέο ρόλο περιφερειακής δύναμης, η Τουρκία στρέφεται προς τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Η στροφή αυτή είχε γίνει ανεκτή, αν όχι ενθαρρυνθεί αρχικά από τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της πολιτικής του «μετριοπαθούς και φιλοδυτικού Ισλάμ». Η Τουρκία προέβαλλε το επιχείρημα ότι αυτό επιβάλλεται στο πλαίσιο του ρόλου της ως γέφυρας μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Υπάρχει όντως μια εγγενής αντίφαση σʼ αυτήν την επιδίωξη. Η Τουρκία δεν μπορεί να επιδιώξει δικό της ανεξάρτητο ηγεμονικό ρόλο χωρίς να ριζοσπαστικοποιήσει την πολιτική της απέναντι στο Ισραήλ.

Η μεγαλομανής και μεγαλεπήβολη τουρκική πολιτική δημιουργεί νέα δεδομένα, αν και η νέα ανάφλεξη του Κουρδικού υπενθυμίζει στην Άγκυρα το μέγεθος των εσωτερικών της προβλημάτων για τα οποία αδυνατεί να βρει μια λύση.

Η Ελλάδα έχει λοιπόν ανάγκη νʼ αναζητήσει επειγόντως ερείσματα για να αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα που επιδιώκει απροκάλυπτα τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων από θέση ισχύος.

Απαραίτητες όμως προϋποθέσεις για μια σοβαρή πολιτική προς την κατεύθυνση αυτή είναι:

• Ο συστηματικός σχεδιασμός και ο καθορισμός συγκεκριμένων στόχων σε διάφορους τομείς, περιλαμβανομένου του αμυντικού τομέα.

• Η εξισορρόπηση της πολιτικής αυτής με την εμμονή στη θέση αλληλεγγύης προς τους Παλαιστίνιους, πάνω στις διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές για την επίλυση του Μεσανατολικού, με τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους και τον τερματισμό του εποικισμού των κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών.

• Την επαναβεβαίωση από την ελληνική εξωτερική πολιτική της σημασίας που έχει γιʼ αυτήν ο χώρος της Ανατολικής Μεσογείου και τον ρόλο που έχει στο πλαίσιο αυτό η Κύπρος. Ένας λόγος παραπάνω για να μη συγκατατεθεί η Ελλάδα στην προώθηση «λύσεως» στο Κυπριακό που θα έθετε ολόκληρη την Κύπρο υπό τουρκική αποφασιστική επιρροή και γεωπολιτικό έλεγχο.

• Την παράλληλη ανάπτυξη στρατηγικών σχέσεων της Ελλάδος με τις φιλικές χώρες της Γαλλίας και της Ρωσίας.


Σχολιάστε εδώ