Μηχανισμός αυτοκαταστροφής

Η κρίση «δεν πάει διακοπές»… Παρά τις κυβερνητικές «παραμυθιές» και τα πιστοποιητικά «υγιών νεοφιλελεύθερων φρονημάτων», τα οποία έλαβε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ακόμα και στο επίπεδο της στενής «οικονομιστικής» λογιστικής παράγονται αποτελέσματα κάθε άλλο παρά ελπιδοφόρα.
Αυτή η εξέλιξη ήταν αναμενόμενη, αφού στον βασικό «πυρήνα» του Μνημονίου υπάρχει μία θεμελιώδης αντίφαση: Ο «μηχανισμός», η βασική δέσμη των επιλογών του Μνημονίου ενώ, ως έναν βαθμό, μπορεί να συμβάλει στην κάλυψη των ελλειμμάτων λειτουργεί ταυτόχρονα ως διαδικασία αυτοαναίρεσης, αφού οδηγεί νομοτελειακά στην ύφεση, στην ανεργία, στο κλείσιμο των επιχειρήσεων, στην υπολειτουργία γενικότερα της παραγωγικής δομής, εκτινάσσοντας παράλληλα τον πληθωρισμό σε πρωτοφανή, για την τελευταία δεκαετία, ύψη…
Πρόκειται για έναν αυτοκαταστροφικό μηχανισμό, ο οποίος για να συντηρηθεί αναζητά συνεχώς «νέες θυσίες», νέα μέτρα λιτότητας, δηλαδή πρόσθετο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ και ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, το οποίο καταβάλλει η ελληνική κοινωνία.
Όσο διανύουμε τον «γολγοθά» του Μνημονίου, υπό τας διαταγάς της υπερκυβέρνησης, τόσο αποκαλύπτεται η ακραία ανισότητα που διαπερνά την οικονομική και κοινωνική μας δομή. Η σύλληψη της φοροδιαφυγής και της φοροκλοπής, που υπολογίζεται σε ύψη άνω των 25 δισ. ευρώ, φαίνεται αδύνατη για την κυβέρνηση. Η φοροδιαφυγή έχει αποκτήσει δομικό χαρακτήρα, δεν αποτυπώνει μόνο έναν έντονο ταξικό χαρακτήρα αλλά προσλαμβάνει ευρύτερες κοινωνικές διαστάσεις, αφού έχει διαμορφώσει ιδιότυπες μορφές συνείδησης και «νομιμοποίησης» και –το χειρότερο– στηρίζεται ακόμα και σήμερα σʼ ένα ευρύτερο πλέγμα συναλλαγής και συγκάλυψης τόσο από τους κρατικούς μηχανισμούς όσο και από τα κόμματα της διακυβέρνησης και το πολιτικό προσωπικό.
Γιʼ αυτό η ύφεση, η φτώχεια, η αποπαραγωγικοποίηση θα συνδυαστούν με μια έντονη «ταξικότητα» που θα διευρυνθεί μέσα από την κρίση: Όσο δεν πληρώνουν φόρους και εισφορές οι «επιτήδειοι», οι ομάδες συμφερόντων ή «γνωρίμων» τόσο θα εντείνεται η διάλυση της μεσαίας τάξης και θα οδηγούνται στο οικονομικοκοινωνικό περιθώριο οι πλέον αδύναμοι. Τα στρώματα αυτά αντιμετωπίζουν δύο «αντιπάλους». Ο ένας σε μακροοικονομικό και εισοδηματικό επίπεδο ή ακόμα και σε επίπεδο κοινωνικών δικαιωμάτων είναι η «τρόικα», το ΔΝΤ, η ελληνική κυβέρνηση, ενώ ο δεύτερος «εσωτερικός» αντίπαλος είναι οι κοινωνικές ομάδες που κατέχουν απρόσβλητες θέσεις και επιρροές στους μηχανισμούς του ανταγωνισμού και μπορούν να ασκήσουν πιέσεις στο σύστημα της διακυβέρνησης και στους διαχειριστές του. Με τον τρόπο αυτό ενώ ο «εξωτερικός μηχανισμός» επιβάλλει συνεχείς περικοπές και φόρους, ο «εσωτερικός μηχανισμός» προωθεί μια άνιση αναδιανομή σε βάρος των ασθενέστερων, που καλούνται να καταβάλουν αυτά που δεν πληρώνουν οι «επιτήδειοι» και οι «προνομιούχοι» του συστήματος.
Η ελληνική κυβέρνηση διαβλέπει μεν το αδιέξοδο, τον «φαύλο κύκλο» στον οποίο έχει εμπλακεί, όμως δεν διαθέτει ούτε τους κρατικούς μηχανισμούς ούτε, κυρίως, την πολιτική βούληση να έρθει σε ευθεία ρήξη με τις δομές (οικονομικές και κοινωνικές) της φοροδιαφυγής και της φοροκλοπής.
Αρκείται γιʼ αυτό σʼ έναν «επικοινωνιακό πόλεμο» εντυπώσεων, με «βίλες», «κότερα», «πισίνες», κατασχέσεις και (μελλοντικές) εκποιήσεις των περιουσιών των φοροφυγάδων, αλλά επί της ουσίας οι «εισπράξεις» είναι ασήμαντες έως μηδενικές… Είναι άλλωστε τόσος ο συσσωρευμένος και ασύλληπτος πλούτος, εδώ και δεκαετίες, ώστε όλα αυτά αποτελούν «σταγόνα στον ωκεανό» του οιονεί συντελούμενου οικονομικού και κοινωνικού εγκλήματος.
Το δεύτερο επίπεδο «επικοινωνιακής δράσης» της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού αποτελεί ο θρυλούμενος ανασχηματισμός…
Σε κάποιες παλαιότερες εποχές ένας ανασχηματισμός, και μάλιστα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, θα παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον… Σήμερα όμως τέτοιου είδους «κινήσεις» έχουν χάσει τη σημασία τους… Η ελληνική κυβέρνηση δεν καθορίζει την πορεία, δεν προσδιορίζει πολιτικούς και κοινωνικούς στόχους, αλλά έχει μοναδικό ρόλο τη διαχείριση των επιλογών του Μνημονίου, την επίτευξη των οικονομικών στόχων του…
Ο πρωθυπουργός και το περιβάλλον του επιδιώκουν, πιθανώς, να προσδώσουν ένα δομικό χαρακτήρα στον ανασχηματισμό, δηλαδή να κηρύξουν μια «νέα αρχή», να καλλιεργήσουν νέες προσδοκίες, να ανανεώσουν για λίγους, έστω, μήνες τον πολιτικό τους χρόνο… Όμως η εμβέλεια του, όποιας έκτασης ή «βάθους», ανασχηματισμού οριοθετείται αυστηρά από τις συνέπειες της πολύπλευρης κρίσης. Εάν σε λίγες εβδομάδες ή σε λίγους μήνες ληφθούν «νέα μέτρα» και επιβαρυνθούν τα οικονομικά μεγέθη, τότε οι προσδοκίες και οι «υποσχέσεις» ακυρώνονται αυτόματα και επιφέρουν ταυτόχρονα το πολιτικό κόστος μιας νέας αποτυχίας…
Κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα, η εξέλιξη των οικονομικών και των κοινωνικών παραμέτρων παράγει ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ούτε οι «επικοινωνιακές πολιτικές» ούτε οι «μεταμφιέσεις» μέσω ανασχηματισμών. Κι αυτό θα συμβαίνει όσο η κυβέρνηση και το σύστημα συμφερόντων που τη στηρίζει δεν αντιλαμβάνονται ότι το Μνημόνιο δεν αποτελεί λύση σωτηρίας αλλά μηχανισμό διάλυσης της κοινωνικής και οικονομικής δομής της χώρας.


Σχολιάστε εδώ