Υποτελείς της «νέας πολιτικής εξουσίας»
Κι αυτή η «νέα εξουσία» δεν αφορά μόνο τις οικονομιστικές-μονεταριστικές παραμέτρους του Μνημονίου αλλά εκτείνεται σε ευρύτερα κοινωνικά-θεσμικά προβλήματα για να κορυφωθεί σε πολιτικές συμβουλές και «υποδείξεις», όπως αυτή που έγινε προς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ποια είναι όμως τα πολιτικά «όρια» της νέας αυτής εξουσίας; Κατά πρώτον οι υποδείξεις της περιέχουν «τον λόγον της Αληθείας», είναι μη διαπραγματεύσιμες και αποτελούν αδιαμφισβήτητες πολιτικοοικονομικές δεσμεύσεις για την «ιθαγενή» πολιτική εξουσία. Η «νέα εξουσία» όμως δεν επιθυμεί να αναλάβει κάποιο πολιτικό, κοινωνικό ή ηθικό κόστος. Οι κοινωνικές αντιδράσεις και οι πιθανές συγκρούσεις αφορούν και πιστώνονται στην ελληνική κυβέρνηση γιατί η «νέα εξουσία» της «τρόικας» και του ΔΝΤ θα πρέπει να παραμείνει απρόσβλητη και απρόσιτη.
Γι’ αυτό και όπως μας δηλώνουν οι επικεφαλής της οι ίδιοι προτείνουν διάφορες «εναλλακτικές» λύσεις, το κοινωνικό και πολιτικό κόστος υλοποίησης των οποίων θα αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση. Δική τους ευθύνη είναι να επιβάλουν τον σκληρό νεοφιλελεύθερο πυρήνα της στρατηγικής τους και όχι να φθαρούν από τις κοινωνικές αντιδράσεις.
Η εξουσία τους συνεπώς είναι αδιαμεσολάβητη και πλήρως αυτονομημένη. Άλλωστε οι αποφάσεις τους αποτελούν ένα είδος «Μωσαϊκού νόμου». Εάν δεν εκτελεστούν από την ελληνική κυβέρνηση υπάρχει η ποινή: δεν πρόκειται να δοθεί η επόμενη δόση του δανείου…
Η «νέα εξουσία» όμως για να νομιμοποιήσει τον πολιτικό της ρόλο δεν αρκεί να επιβάλει τις βουλήσεις και τις αποφάσεις της στον πρωθυπουργό και στην κυβέρνηση. Ο ρόλος της αυτός απαιτεί και έναν βαθμό κοινωνικής ανοχής ή συναίνεσης. Γι’ αυτό και οι εκπρόσωποι της «τρόικας» και του ΔΝΤ κάνουν λόγο για «φορολόγηση των πλουσίων», για «πάταξη της φοροδιαφυγής», ενώ αποδέχονται ότι τα χαμηλά εισοδήματα δεν αντέχουν άλλα βάρη…
Ο κυρίαρχος πολιτικός -και όχι μόνο οικονομικός- ρόλος της «νέας εξουσίας» είναι δεδομένος από τη στιγμή που η πρότασή της, η βούλησή της, δηλαδή το Μνημόνιο, υιοθετήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση και το σύστημα συμφερόντων ως η μοναδική λύση «εθνικής σωτηρίας» για τη χώρα.
Αυτή η αποδοχή σημαίνει ότι οι οικονομικές και κοινωνικές επιλογές και «υποχρεώσεις» που περιέχονται στο Μνημόνιο (αποδυνάμωση εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, μείωση εισοδημάτων, ιδιωτικοποιήσεις δημοσίου χαρακτήρα επιχειρήσεων και πώληση «φιλέτων» των ΔΕΚΟ σε ιδιώτες, εγκατάλειψη χρηματοδότησης κοινωνικών θεσμών) αφού εντάσσονται σε μια «νομοτελειακή πορεία» αποκτούν το περιεχόμενο μιας δεσπόζουσας στρατηγικής, μιας κυρίαρχης πολιτικής, τελικά, επιλογής που αποβλέπει στη «σωτηρία του Όλου», της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας.
Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση αδυνατεί όχι μόνο να διατυπώσει μια δική της συνεκτική -εναλλακτική προς τις ακραίες νεοφιλελεύθερες εκδοχές- πρόταση εξόδου από την κρίση αλλά και να διαπραγματευτεί σοβαρά με τη «νέα εξουσία» και να αποκρούσει προτάσεις και «λύσεις» που διαμορφώνουν κοινωνικά αδιέξοδα, έχει αποδεχτεί τον ύπατο, νομοτελειακό καθορισμένο ρόλο της νέας αυτής εξουσίας.
Στην πράξη έχει παραδώσει την πολιτική εξουσία στην «τρόικα» και στο ΔΝΤ αφού αφενός δεν λαμβάνει καν πολιτικές αποφάσεις, αφετέρου έχει πλήρως αποθεσμοποιηθεί και αποδυναμωθεί από τις βασικές της λειτουργίες. Δεν υπάρχει κέντρο αποφάσεων αφού και ο ίδιος ο κορυφαίος κυβερνητικός θεσμός, αυτός του πρωθυπουργού, αρκείται σε μια λειτουργία εσωτερικής «διαβούλευσης», μέσω ενός αγνώστου και απροσδιορίστου αριθμού συμβούλων και προσωπικοτήτων που απλώς αυτοδιαφημίζονται, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός αυτοαπαξιώνεται όταν δείχνει ότι έχει ανάγκη ενός πλήθους συμβούλων για να αποφασίσει ακόμα και στα στενά περιθώρια που του έχει επιτρέψει η «νέα πολιτική εξουσία»…
Η ελληνική κυβέρνηση παρέδωσε στην πράξη την πολιτική εξουσία. Αυτό το γεγονός έχει κρίσιμες επιπτώσεις όχι μόνο για τον τύπο της δημοκρατίας που ζούμε αλλά και για την ισχύ των ιδίων των πολιτικών, ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Είναι προφανές ότι τον Οκτώβριο του 2009 δεν ψηφίσαμε για πολιτική εξουσία την «τρόικα» και το ΔΝΤ. Εάν το ένα σκέλος του προβλήματος αφορά τη νομιμοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης -όπως επισημαίνουν πολλοί- το δεύτερο σκέλος αφορά τη διαπίστωση ότι ακυρώθηκαν και ευτελίσθηκαν στην πράξη τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών που υφίστανται σήμερα το βάρος των αποφάσεων της «νέας πολιτικής εξουσίας».
Τα πολιτικά μας δικαιώματα ευτελίζονται, τα κοινωνικά μας δικαιώματα αποδυναμώνονται τα δε ατομικά θα ασκούνται στην πράξη μόνο από εκείνους που προσαρμόζονται και επιβιώνουν, αλλά και κερδοσκοπούν, μέσα από τους μηχανισμούς του ανταγωνισμού των νεοφιλελεύθερων ιδεωδών… Αυτή είναι δυστυχώς η «δημοκρατία» που μας παρέχει ο σύγχρονος κόσμος της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, μια «δημοκρατία» που μας γυρνά τουλάχιστον έναν αιώνα πίσω…