Βυζάντιον

Μια ωραία φαντασίωση θέλει την εφημερίδα να βρίσκεται στα χέρια ηλικιωμένης μαυροφορεμένης γυναίκας που ετοιμάζεται να ανέβει τα σκαλιά στην Τήνο. Το μόνο εύκολο, θα μου πείτε. Βρίσκομαι εντός του target group αναγνωστών. Όμως το νήμα της φαντασίωσης ξεχειλώνει. Και βλέπω την ηλικιωμένη γυναίκα να βάζει τη σελίδα μου στο μάρμαρο, να γονατίζει επάνω της και να αρχίζει σταδιακά την ανάβαση, την πορεία προς την εκπλήρωση ενός τάματος. Και εγώ, αν δεν πέσω νεκρός από κεραυνό, θα σεβαστώ την πίστη της. Γιατί η θρησκευτική πίστη είναι σπουδαίο πράγμα. Δίνει μορφή στο τίποτα και σφυγμό στο κενό. Γεννάς ελπίδα από το πουθενά. Αν είσαι στο Βατοπέδι, παίρνεις και μπόνους δύο χιλιάδες στρέμματα.

•••

Ο Δεκαπενταύγουστος είναι μια Πρωτοχρονιά χωρίς στολίδια. Αν βρίσκεσαι σε παραγωγική ηλικία, είναι το σημείο τομής, βρίσκεσαι εκεί που ουσιαστικά αρχίζει η χρονιά. Διαπιστώνεις ότι δεν σου φτάνουν οι αναπνοές, καταλαβαίνεις ότι είναι λάθος να φεύγεις με άδεια επειδή δυσκολεύεσαι να επιστρέψεις στο μαντρί. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο οι διακοπές τελειώνουν με μια επίκληση προς το θείο και με ένα τάμα προς την Παναγία. Και έτσι όπως η ζέστη σε σκεπάζει, ενώ η δροσιά αρνείται να περάσει το ανοιχτό σου παράθυρο, διαπιστώνεις ότι τα καλοκαίρια φεύγουν από πάνω σου όπως οι τρίχες από την άθλια κεφαλή σου. Επίσης θα πρέπει να παραδεχθείς ότι κονταίνει η μνήμη. Αυτό που λες ότι έκανες το περασμένο καλοκαίρι, στην πραγματικότητα το έκανες το προπέρσινο. Κάπου στη διαδρομή έχασες έναν χρόνο. Ακόμα κι αν τον βρεις, δεν θα τον πάρεις πίσω, θα τον βλέπεις να φεύγει προς τον υπόνομο. Εκ των πραγμάτων και μη μπορώντας να κάνω αλλιώς, παρασύρομαι από τον εαυτό μου σε σκέψεις θανάτου. Ο ύπνος κάνει στην άκρη και κρυφακούει, ο άθλιος, τη συζήτηση αντί να μπει στη μέση και να καθαρίσει για πάρτη μου. Κάνω διάλογο με τον εαυτό μου και σας μεταφέρω τα χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Δεν έχει σημασία ποιος μιλάει, ούτως ή άλλως εγώ είμαι και στους δύο ρόλους.

– Γιατί κάνεις πάλι μαύρες σκέψεις θανάτου;

– Επειδή, μαλάκα, είμαι τόσο εγωιστής που θεωρώ σημαντική την ύπαρξή μου και την απώλειά της υπολογίσιμη.

– Μα αυτό είναι το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Αν υποφέρεις για τον θάνατο, σημαίνει ότι έχεις μια καλή ζωή που δεν θέλεις να τη χάσεις.

– Ακόμα κι αν είναι έτσι, είμαι τόσο αυτοκαταστροφικός που ρίχνω τοξικά στην ίδια μου τη ζωή.

– Φοβούμαι πως τώρα ξευτιλίζεσαι και δημοσίως. Δες τον φόβο του θανάτου ως τη δημιουργική κλωτσιά που τρώει ο άνθρωπος, κάνει τούμπες και παράγει έργο. Αν δεν ήμασταν ματαιόδοξοι για την ύπαρξή μας, δεν θα κάναμε ούτε βήμα μπροστά.

– Μόνο που εγώ και ματαιόδοξος είμαι και παραμένω στάσιμος, δεν κάνω ούτε βήμα προόδου.

– Τότε να χαίρεσαι, ανόητε, που ο θάνατος θα σε απαλλάξει από τη μίζερη συνείδηση της ίδιας σου της ύπαρξης.

•••

Κάπου εκεί έρχεται ο ύπνος και με βρίσκει στη φριχτή στάση του ανθρώπου που παλεύει με τα μαξιλάρια του και κυνηγάει τέρατα που δεν υπάρχουν ή υπήρχαν από πάντα και κανείς δεν μπορεί να τα κερδίσει. Τώρα βέβαια ξέρω και από ποια αναγνώστρια θα μου έρθει το mail με το οποίο θα με προτρέπει να δω το αληθινό φως και να ακολουθήσω το νεύμα του Ιησού. Μερικές φορές μού ακούγεται καλό ως ιδέα. Αν μη τι άλλο, τι είναι ο Ιησούς; Ένας Άγιος Βασίλης για μεγάλους. Όσο πιστεύεις, τόσο διατηρείς ένα είδος ανεμελιάς. Και στο τέλος φτάνεις στο άλλο άκρο: Ενώ εγώ φοβάμαι για τον θάνατο, εσύ ανυπομονείς να συναντήσεις τον Δημιουργό σου, αδιαφορώντας για το αν Εκείνος θέλει να συναντήσει εσένα. Εν τέλει η ευτυχία βρίσκεται στα λουλούδια που έχεις στο μπαλκόνι. Όσο πιο κοντά πλησιάσεις στη σκέψη τους τόσο πιο ευτυχισμένος είσαι. Μέχρι να γίνεις ένα με αυτά, λίπασμά τους. Καλό Δεκαπενταύγουστο να έχουμε, αδέρφια, καλό προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά και στις Παναγίες που είναι στις χαμένες πατρίδες και λένε να ανοίξουν σιγά σιγά, να ασχοληθούν και αυτές με το real estate. Ούτως ή άλλως, ο μοναδικός για τον οποίο είμαι απολύτως βέβαιος ότι έχει ευεργετηθεί από τη Θεοτόκο λέγεται Εφραίμ και ασχολείται με οικόπεδα στο Άγιον Όρος.

•••

Πριν από έξι χρόνια τέτοιες μέρες δεν ήξερες τι υπερτερεί αριθμητικά: τα εικονίσματα της Παναγίας ή οι φωτογραφίες της Γιάννας; Έκατσε κι αυτή η Παρασκευή, Παρασκευή και 13, όπως εκείνη της τελετής έναρξης. Και κατά τη γνώμη μου, αν ψάχνεις τώρα τη Γιάννα, καλό είναι να την αναζητήσεις εκεί που βρίσκεται η Ελλάδα του 2004. Αυτό είναι άδικο. Και για την Ελλάδα και για τη Γιάννα. Η χώρα έχασε ένα ενδιαφέρον ανθρώπινο κεφάλαιο, η Γιάννα είδε ένα όνειρο να σπάει σε κομμάτια. Κατά μία εκδοχή, αυτό που έγινε στον «Ελεύθερο Τύπο» έγινε περίπου και με τους Ολυμπιακούς: μεγάλη φιλοδοξία για μια μικρή χώρα. Χάθηκε και το μέτρο, κατέρρευσαν όλα. Έχει καμιά σημασία τώρα; Έχει. Διότι η ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων και της Γιάννας είναι η ιστορία της χώρας ολόκληρης. Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι ότι διοργανώσαμε ακριβούς Αγώνες και τρέχουμε με τον λογαριασμό. Αυτό που έδωσαν οι Αγώνες δεν αγοράζεται με χρήματα. Το πρόβλημα είναι ότι ξεχάσαμε τους Αγώνες μόλις λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωσή τους. Και εν τέλει, αν η Γιάννα πρέπει να χρεωθεί με ένα μεγάλο λάθος στην υπόθεση των Αγώνων, είναι ότι δεν κατάλαβε πως η πατρίδα δεν έχει ανθρώπους για να διαχειριστούν όραμα και προοπτική. Δεν είχε τους ανθρώπους που θα έπαιρναν την ευκαιρία, θα τύλιγαν τη χώρα σε ένα ωραίο χαρτί συσκευασίας και θα την έσπρωχναν διεθνώς, όπως έγινε με το Σίδνεϊ και τη Βαρκελώνη. Μα θυμάστε πώς ήταν η χώρα πριν από έξι χρόνια; Είναι σαν να σας τραβάω αιώνες πίσω. Καμία σχέση με αυτήν τη σιωπή, τη μιζέρια του φετινού καλοκαιριού. Ανεβήκαμε ψηλά και αισθανθήκαμε αμήχανοι. Πιστέψαμε ότι όλα είναι σαν τον Κεντέρη και τη Θάνου. Και δεν πιστέψαμε στον εαυτό μας. Μίζερα και καταστροφικά τα είδαμε όλα. Ίσως επειδή κάποιοι έκαναν το πλιάτσικο και στην ίδια την ευκαιρία. Μη μου γκρινιάζετε τώρα για το κόστος και τη διοργάνωση των Αγώνων. Να γκρινιάξετε για τη λήθη και την απώλεια της ευκαιρίας.

•••

Βέβαια, ίσως κάνω λάθος που συγκρίνω ανόμοια πράγματα. Μιλάμε για διαφορετικές χώρες. Το μοναδικό κοινό μεταξύ της Ελλάδας του 2004 και της Ελλάδας του 2010 είναι πως και στις δύο χρονικές συγκυρίες υπήρχαν κάποιοι απαραίτητοι ξένοι για να κάνουν υποδείξεις. Τότε ήταν ο Ρογκ και ο Όσβαλντ, τώρα είναι οι τύποι της «τρόικας». Τότε ήταν ο εθνικός στόχος των Αγώνων, σήμερα είναι ο στόχος της επιβίωσης. Δεν ξέρω αν θα ξαναζήσουμε Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ελλάδα, τουλάχιστον στα επόμενα πενήντα χρόνια. Μπορεί να τους κάνουμε και νωρίτερα, έτσι, για να κουφάνουμε τους βλάχους και να δείξουμε ότι μπορεί να περάσαμε κάποιες δυσκολίες, αλλά τώρα ανακτήσαμε τους τρόπους και τα μέτρα μας. Είδατε ακόμα ένα καλό της κρίσης και του Μνημονίου; Σου επιτρέπουν να κάνεις το πρόγραμμά σου. Ανοίγουν δρόμους στη φαντασία και της επιτρέπουν να κοιτάξει προς το μέλλον. Θέλεις να φανταστείς την Ελλάδα των επόμενων είκοσι ετών; Φτιάξε όποια εικόνα γουστάρεις, αρκεί να μη βάλεις χρώματα. Θέλεις να δεις την Ελλάδα του επόμενου χειμώνα; Μη βάλεις χρώματα, μη βάλεις εικόνα, βάλε μόνο φωνές. Και καμιά κόρνα από τα νεύρα της επιστροφής. Άντε, μαζευτείτε πίσω. Φοβάμαι μόνος μου.


Σχολιάστε εδώ