ΒΟΛΕΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι η εισήγηση του κλιμακίου θα είναι θετική, καθώς διαπιστώθηκε η εφαρμογή του Μνημονίου από την ελληνική κυβέρνηση. Επόμενο είναι ύστερα από τα τόσο σκληρά μέτρα λιτότητας που έλαβε η κυβέρνηση η «τρόικα» να μείνει απόλυτα ικανοποιημένη, από την κυβερνητική συμπεριφορά, όχι όμως και από την απόδοση των μέτρων. Δύο είναι οι αρνητικές διαπιστώσεις του κλιμακίου: Πρώτον, η υπερβολική αύξηση του πληθωρισμού στο 5,4%, ενώ η πρόβλεψη του ΔΝΤ ήταν ότι ο πληθωρισμός θα έφτανε στο 1,9% σε ετήσια βάση. Από αφέλεια ή άγνοια, δεν έλαβαν υπ’ όψιν τις επιπτώσεις από την αύξηση της έμμεσης φορολογίας στην τιμή του τελικού καταναλωτή. Ο πληθωρισμός θα υπερβεί το 6% σε ετήσια βάση για φέτος και για το 2011 θα είναι ακόμη υψηλότερος, καθώς οι επιπτώσεις από την αύξηση της έμμεσης φορολογίας θα ξεκινήσουν από τις αρχές του 2011.

Η υστέρηση των εσόδων του Δημοσίου παρά τα πολλαπλά μέτρα αύξησης της φορολογίας είναι η δεύτερη αρνητική διαπίστωση του κλιμακίου της «τρόικας». Το υπουργείο Οικονομικών ευελπιστεί ότι το β΄ εξάμηνο της φετινής χρονιάς θα είναι περισσότερο αποδοτικό για τον δημόσιο κορβανά.

Τι ήλεγξαν οι ελεγκτές της «τρόικας»; Και ποιες είναι οι προβλέψεις για τα επόμενα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν; Το πρώτο βασικό που ήλεγξε η «τρόικα» ήταν η κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2011. Σύμφωνα με τις επιταγές του Μνημονίου, το 2011 πρέπει να μειωθεί το έλλειμμα του Δημοσίου κατά 9,6 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει ανάλογη μείωση των πρωτογενών δαπανών. Για να επιτευχθεί αυτό, η «τρόικα» φαίνεται ότι προσανατολίζεται στο να ασκήσει πίεση για τη μείωση των δαπανών συνταξιοδότησης, που σημαίνει ότι από το 2011 και μετά θα υπάρξουν κι άλλα μέτρα μείωσης του εισοδήματος των συνταξιούχων.

Οι συνταξιούχοι είναι η μόνη κατηγορία πολιτών που δεν έχει κανένα μέσο άμυνας (όπως π.χ. την απεργία) και έτσι είναι ευάλωτοι σε οποιαδήποτε εις βάρος τους μέτρα. Όμως ο περιορισμός των συντάξεων δεν επαρκεί για να επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης των πρωτογενών δαπανών. Έτσι το ενδιαφέρον του κλιμακίου στράφηκε και σε άλλους τομείς όπου υπάρχει ακατάσχετη εκροή δημοσίων εσόδων.

Πρώτος ελεγκτικός στόχος τα δημόσια νοσοκομεία που λειτουργούν στο πλαίσιο του ΕΣΥ. Η αναμφισβήτητη διαπίστωση είναι ότι οι συνολικές δαπάνες λειτουργίας τους κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Μαΐου 2010 έφτασαν στο ποσόν των 810 εκατ. ευρώ και για ολόκληρο το έτος οι δαπάνες υπολογίζεται να φτάσουν στο 1,8 δισ. ευρώ. Η «τρόικα» θέλει περικοπή των δαπανών των νοσοκομείων και τακτοποίηση του θέματος των χρεών τους, φετινών και προηγούμενων ετών. Και προτείνει την κατάργηση ορισμένων δημόσιων νοσοκομείων, γεγονός που θα σημάνει παραπέρα συρρίκνωση του ΕΣΥ. Πέρα από το θέμα των νοσοκομείων, που χωρίς αμφιβολία πρέπει να απασχολήσει την κυβέρνηση, όμως όχι από την πλευρά που υποδεικνύει η «τρόικα», με συγχώνευση μονάδων, αλλά με την προσπάθεια πάταξης της υπερτιμολόγησης των υλικών που προμηθεύονται τα δημόσια νοσοκομεία ή της προμήθειας άχρηστων μηχανημάτων (μηχανήματα που καταστράφηκαν από την αδιαφορία των υπευθύνων), έχουμε και τον έλεγχο του κλιμακίου της «τρόικας» στη διαχείριση των ασφαλιστικών ταμείων και των ΟΤΑ. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν προικοδοτηθεί με αρκετούς πόρους κι όμως οι περισσότερες νομαρχίες και δήμοι της χώρας έχουν καταχρεωθεί. Και δεν είναι μόνον η κακοδιαχείριση, είναι και η πολιτική της απλοχεριάς για κομματικούς λόγους, είναι και οι πιέσεις των πολιτικών για προσλήψεις ή για την εκτέλεση έργων βιτρίνας. Αν ρίξετε μια ματιά στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, θα διαπιστώσετε ότι από το συνολικό ποσόν που πληρώνουμε η αξία του ρεύματος καλύπτει στη χειρότερη περίπτωση το 30% του συνολικού πληρωτέου ποσού. Ενώ το υπόλοιπο 60% οδεύει κυρίως στα ταμεία των ΟΤΑ.

Των ασφαλιστικών ταμείων το δράμα είναι διπλό. Έχουμε την εισφοροδιαφυγή αλλά και την κακοδιαχείριση και την υπερτιμολόγηση των παροχών που προσφέρουν στους ασφαλισμένους. Υπερτιμολογημένη νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη και εισφοροδιαφυγή είναι οι μάστιγες που κατατρώνε τα έσοδα (χρόνια τώρα!) των ασφαλιστικών ταμείων και εξαναγκάζουν το κράτος να καλύπτει τα ελλείμματά τους από τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού.

Οι ελεγκτές της «τρόικας» ασχολήθηκαν και με το θέμα των ελλειμματικών ΔΕΚΟ. Το έλλειμμα αυτό είναι που φτάνει στο 0,8% του ΑΕΠ και επιβαρύνει το δημόσιο χρέος με πέντε μονάδες.

Ασφαλώς όσες ΔΕΚΟ έχουν απομείνει στο κράτος παρουσιάζουν διαχειριστικές ανωμαλίες, που βασικά οφείλονται σε πολιτικές παρεμβάσεις. Το ΔΝΤ ακολουθεί την πολιτική της διάλυσης των ΔΕΚΟ για να σταματήσει η εκροή εσόδων από τον κρατικό προϋπολογισμό για την επιχορήγησή τους. Οι ελεγκτές της «τρόικας» ενδιαφέρονται μόνο για την εξυπηρέτηση των δανείων που χορηγούν στη χώρα μας. Όμως ξεχνάνε ότι οι ΔΕΚΟ δεν είναι απλές επιχειρήσεις που πρέπει οπωσδήποτε να παρουσιάζουν κέρδη. Είναι δημόσιες επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παραγωγή και τη διανομή υπηρεσιών στους πολίτες. Και εντάσσονται στο πλαίσιο του σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Το σφάλμα των συνταγών του ΔΝΤ είναι ότι βλέπει το κράτος σαν μια επιχείρηση με δούναι και λαβείν, που είναι η διαχειριστική μόνον πλευρά του κράτους. Υπάρχει πέραν αυτής και πάνω από αυτήν και η προνοιακή πλευρά του κράτους για τους οικονομικά ανίσχυρους πολίτες. Αυτή η προνοιακή πλευρά αγνοείται μέσα στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος ενδιαφέρεται μόνο για τις υπηρεσίες που το κράτος πρέπει να παρέχει για την προστασία των κερδών και των περιουσιακών στοιχείων των ιδιωτών και των επιχειρήσεων. Γι’ αυτό και η «τρόικα» δεν μιλάει ούτε για περιορισμό των δαπανών για τη συντήρηση και τη λειτουργία της Αστυνομίας, των δικαστηρίων και των λοιπών κρατικών υπηρεσιών που προσφέρουν υπηρεσίες στους «Ηρακλείς του στέμματος». Έτσι, όλες οι προσπάθειες του κυριαρχούντος συστήματος στρέφονται στη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και όλες οι βολές ρίχνονται εναντίον των δαπανών που προκαλεί η προνοιακή πολιτική. Έχουμε τη γνώμη ότι η κυβέρνηση οφείλει να αντιδράσει σθεναρώς στην προσπάθεια της «τρόικας» να διαλύσει το κράτος πρόνοιας και να ιδιωτικοποιήσει τις ελλειμματικές ΔΕΚΟ. Κόπτεται το κλιμάκιο για την εκποίηση της ΔΕΗ, δήθεν για να σώσει τους καταναλωτές από την τιμολογιακή πολιτική που ακολουθεί σήμερα η δημόσια αυτή επιχείρηση.

Οι προτάσεις του κλιμακίου είναι τεμαχισμός και εκποίηση της ΔΕΗ, του ΟΣΕ και των αστικών συγκοινωνιών. Παρότι η διεθνής εμπειρία αλλά και η ελληνική, έχουν αποδείξει ότι η ιδιωτικοποίηση των συγκοινωνιών υποβαθμίζει το έργο τους. Οι ιδιώτες ενδιαφέρονται μόνο για το κέρδος. Γι’ αυτό και όταν ο πρώην βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ ιδιωτικοποίησε τους βρετανικούς σιδηροδρόμους, τα ατυχήματα ήταν συχνά και με σημαντικό αριθμό θυμάτων. Κάτω από το βάρος αυτής της αποτυχίας, η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε την επανακρατικοποίηση των σιδηροδρόμων. Στην Ελλάδα έχουμε την πικρή εμπειρία της ιδιωτικοποίησης των αστικών συγκοινωνιών το 1991 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι ιδιώτες ιδιοκτήτες έγδυσαν κυριολεκτικά τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών, με αποτέλεσμα το κράτος να αναγκαστεί να επανακτήσει την ιδιοκτησία της επιχείρησης αυτής για να μη διαλυθούν οι αστικές συγκοινωνίες.

Πέρα από τα παραπάνω υπάρχει και το υπαρκτό πρόβλημα για τους πολίτες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος που θα επιβαρυνθούν με την αύξηση της τιμής των εισιτηρίων και του ρεύματος. Και αν καταρρεύσει και το ΕΣΥ, η επιβάρυνση για τη νοσοκομειακή περίθαλψη θα είναι δυσβάστακτο βάρος κυρίως για τους συνταξιούχους που συνεχώς ανατρέχουν στις υπηρεσίες υγείας.

Αυτήν την κοινωνική διάσταση του ΕΣΥ, των συγκοινωνιών και των ΔΕΚΟ που έχουν απομείνει στον έλεγχο του κράτους φαίνεται ότι η κυβέρνηση θα τη λάβει υπ’ όψιν της μετά τη σωρεία των επικρίσεων, ακόμη και από στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Είναι γεγονός ότι η ΔΕΗ, ο ΟΣΕ και άλλες ισχυρές ΔΕΚΟ εγκαταλείφθηκαν τελείως από οργανωτική, διοικητική και διαχειριστική πλευρά, κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της ΝΔ. Αυτό όμως το αναμφισβήτητο γεγονός δεν νομιμοποιεί καθόλου τη σημερινή κυβέρνηση να τεμαχίσει τις ΔΕΚΟ και να τις αποκρατικοποιήσει, σε μια προσπάθεια περιορισμού των δαπανών του Δημοσίου. Και γιατί δεν εφαρμόζει η κυβέρνηση ένα πρόγραμμα περιορισμού του αριθμού των πάσης φύσεως συμβούλων του πρωθυπουργού και των υπουργών; Καθημερινά ανακοινώνουν προσλήψεις ξένων συμβούλων, με αδρά αμοιβή φυσικά. Χάθηκαν οι έλληνες ειδικοί να μελετήσουν αυτά που οι ξένοι σύμβουλοι θα αναλάβουν να επιλύσουν; Πάντως ένα είναι γεγονός: Όσο περισσότερους συμβούλους χρησιμοποιεί μια κυβέρνηση τόσο αναγνωρίζει την ανικανότητά της να επιλύσει τα προβλήματα του λαού.

Από τα παραπάνω προκύπτει η ανάγκη ότι πρέπει η κυβέρνηση να ασχοληθεί περισσότερο με τα προβλήματα του λαού και να ανθίσταται στις πιέσεις των λογιστών της «τρόικας».


Σχολιάστε εδώ