ΓΙΑΤΙ ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΕΓΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ
Η πλήξη είναι αδελφή
μίας μονοτονίας
π’ αρχίζει απ’ τόν εγκέφαλο
μ’ ενδείξεις ατονίας.
Τά πόδια πάνε πότε εδώ
καί πότε παραπέρα
μέσα στού οίκου τόν φριχτό
ακίνητο αέρα.
Ο ήχος τού ψυγείου σου
ο ίδιος αενάως
καί τό μηδέν οριοθετεί
τ’ ατέρμονό σου χάος.
Πυριφλεγής η κάμαρα
καί μοιάζει τό κρεβάτι
μέ άλογο αγαλμάτινο
κι εσύ μέ αναβάτη.
Τά χέρια σου ασήκωτα,
τά πόδια δύο τόνους
καί συλλογιέσαι αδιάκοπα
τούς περασμένους χρόνους.
Τό ράδιο καί η Τί Βί
καιάδας, ορυχείο,
οι μέρες δυσανάγνωστες
– Κινέζικο αρχείο.
Κάπου μιά μύγα ίπταται
ωσάν αεροπλάνο
κι ο βόμβος νά σέ τυραννά
ίδιος μέ φάλτσο πιάνο.
Όλα εκεί… καί τίποτε
δέν μοιάζει νά υπάρχει
μόνο η μονότονη φωνή
ενός γνωστού Νομάρχη.
Τότε σού μοιάζει η ζωή
μέ έρημο ορνιθώνα
κι η ύπαρξή σου καταγής
παλιού ναού κολώνα.
Ανίκανος νά κινηθείς
τριγύρω βλεφαρίζεις.
Ορίζεσαι, μά δέν μπορείς
τίποτα νά ορίζεις.
Ποιός ήσουν καί πώς έγινες
ουδείς σού απαντάει
μόνο μές στόν εγκέφαλο
μιά φλέβα σέ σκουντάει:
Ούτε σέ χίλιες Παναγιές
χρυσαφικά νά τάξεις,
φίλε μου άν δέν κινηθείς
μάθε: Θά τά τινάξεις.
Ο τρόμος πού περιπολεί
γύρω στόν εαυτό σου
μόνο εκείνος σκέφτεται
ποιό είναι τό καλό σου.
Καί ω! τού θαύματος θνητέ
δέν πάς στήν τουαλέτα,
κάνεις κάτι ανάλογο
πιάνεις χαρτοπετσέτα.
Γράφεις καί γράφεις συνεχώς
κι όλους παντού τούς γράφεις.
Έτσι υπάρχεις γράφοντας
κι οι θλίψεις πάν’… έν τάφοις.
………………………………
………………………………
………………………………
Cogito ergo sum
(Σκέφτομαι, άρα υπάρχω)
Καρτέσιος 1596 – 1650