Και οι ευθύνες του δικού μας κλάδου δεν είναι λίγες…

Κύριε Διευθυντά

Την Κυριακή 11/7 δημοσιεύσατε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας σας «ΤΟ ΠΑΡΟΝ της Κυριακής» άρθρο με τίτλο «Το Βατερλώ των καθηγητών μας», ανυπόγραφο, οπότε θεωρώ πως εκφράζει τις θέσεις της αρχισυνταξίας, στην οποία και απευθύνομαι τονίζοντας τα εξής:

Πρώτα – πρώτα αποκρύψατε το προφανές: Η βαθμολογία των παιδιών είναι άμεση συνέπεια του βαθμού δυσκολίας των θεμάτων. Ρωτώντας «τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια» θα μπορούσαμε τώρα να καμαρώνουμε (αν είχαμε όλοι τον δικό σας δείκτη ευσυνειδησίας) ότι η παιδεία βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών. Φυσικά το πρόβλημα με την αποδοτικότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος υπάρχει και είναι τρομαχτικό. Εξίσου τρομαχτική όμως είναι η διάθεση η δική σας και των ομοίων σας να ρίξετε τις ευθύνες συλλήβδην σε ένα μόνο μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος, με σκοπό να συγκαλύψετε τις πραγματικές αιτίες που οδήγησαν την κοινωνία μας (όχι μόνο την παιδεία) σ’ αυτό το χάλι.

Παρακάτω συγκρίνατε τα φετινά αποτελέσματα με αυτά προ τριακονταετίας, με τρόπο που δικαιώνει όσους μιλούν για «αλήτες, ρουφιάνους, δημοσιογράφους». Σας ξέφυγε μαθές το γεγονός πως πριν από 30 χρόνια έδιναν 120.000 υποψήφιοι και επιλέγονταν μόνο 12.000 σε ΑΕΙ και ΚΑΤΕΕ μαζί, άρα έμπαιναν στις σχολές οι λίγοι που πετύχαιναν υψηλές σχετικά βαθμολογίες. Τώρα δίνουν 90.000 υποψήφιοι για 80.000 θέσεις, οπότε για να γεμίσουν οι σχολές (που με τόση αμυαλιά φτιάχτηκαν) πρέπει να μπουν όλοι, διαβασμένοι και αδιάβαστοι. Έτσι το να θέτει το κράτος «βάση» 10 ή οποιονδήποτε άλλο βαθμό, κρατώντας άδειες τις σχολές στις οποίες επένδυσε, είναι παντελώς σχιζοφρενικό και μπορεί να γίνει αντιληπτό μόνο μέσα στο πλέγμα των αντικρουόμενων ρυθμίσεων της ελληνικής διοίκησης. Θα είχε νόημα η βάση αν συνοδευόταν από το κλείσιμο των σχολών που μένουν χωρίς φοιτητές.

Για να μην ξεχνιόμαστε: Η διαδικασία αύξησης των θέσεων στις σχολές, ώστε να γεμίσει η Ελλάδα με πανεπιστημιακές σχολές, άρχισε αρκετά χρόνια πριν, με κύριο επιχείρημα να αποφύγουμε τη διαρροή συναλλάγματος, αφού όσοι δεν πετύχαιναν στις εξετάσεις έφευγαν στο εξωτερικό να σπουδάσουν. Έμμισθοι χειροκροτητές από τον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο βοήθησαν στο να μην μπορέσουν να ακουστούν οι φωνές της λογικής, που έλεγαν πως αυτό θα οδηγήσει σε υποβάθμιση του επιπέδου των σπουδών. Είχαν αναλάβει εργολαβικά το πέταγμα λάσπης στον κλάδο των εκπαιδευτικών και τη θεοποίηση της «μεταρρύθμισης Αρσένη». Μεταρρύθμιση που ήταν τόσο καλά σχεδιασμένη ώστε από τα όσα θετικά περιλάμβανε (εθνικό απολυτήριο, τράπεζα θεμάτων, συνθετικές εργασίες και άλλα) δεν απέμεινε τίποτα. Μόνο ένα θολό καθεστώς στους διορισμούς των εκπαιδευτικών. Γιατί δεν ζητάτε τον λόγο και από όσους έγραφαν τότε για θεαματικές βελτιώσεις που θα επέφερε η κατάργηση της επετηρίδας; Μήπως γιατί πολλοί από αυτούς βρίσκονταν στην τότε εφημερίδα «Αυριανή»;

Αν θέλατε να βάλετε το θέμα στις σωστές του διαστάσεις, θα το εντάσσατε στη σύγχρονη κρίση που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά είναι κυρίως κρίση αξιών. Για να το καταλάβετε: Πριν από 30 ή 40 χρόνια ένας γονιός έλεγε στο παιδί του «μάθε παιδί μου γράμματα για να γίνεις άνθρωπος, να ξεφύγεις από τη μιζέρια, να αποκατασταθείς επαγγελματικά, να καταξιωθείς κοινωνικά». Σήμερα, τι επιχειρήματα έχει ένας γονιός ή τι κίνητρα παρέχει η κοινωνία για να πειστεί το παιδί να προσπαθήσει να κατακτήσει τη γνώση; Σε μια κοινωνία όπου βασιλεύει η αρπαχτή, όπου βαφτίζονται τα σκυλάδικα «κέντρα πολιτισμού», όπου θεωρείται βλάκας όποιος δεν χρησιμοποιεί «μέσα», όπου κάποιοι καμαρώνουν κάνοντας πάρτι στο «Αβέρωφ», όπου τα βλαστάρια των κρατούντων «υπηρετούν» στο Πολεμικό Μουσείο, όπου πολιτικοί αβαντάρονται από «νταβατζήδες» της ενημέρωσης, όπου αμείβονται (ορισμένοι) κηπουροί και θυρωροί περισσότερο από καθηγητές πανεπιστημίου, όπου ανεχόμαστε κάθε φοροφυγάδα, όπου οι περισσότεροι θυμούνται την αξιοκρατία μόνο όταν είναι στην εξουσία οι πολιτικοί τους αντίπαλοι και την ξεχνούν όταν κυβερνά το κόμμα της αρεσκείας τους, τι μέλλον μπορεί να έχει ένας νέος με μόνα προσόντα τους τίτλους σπουδών του και τη διάθεση για δουλειά; Κανένα όπως δείχνει η στρατιά των άνεργων και ετεροαπασχολούμενων πτυχιούχων. Πολύ απλά, όσα πτυχία και να έχεις, χωρίς «μέσο» δεν κάνεις τίποτα, ενώ αν έχεις «μέσο», κάνεις ό,τι θέλεις, ακόμη και χωρίς απολυτήριο γυμνασίου.

Στο κοινωνικό αυτό πλαίσιο εντάσσονται και οι ευθύνες του δικού μου κλάδου, οι οποίες ομολογουμένως δεν είναι λίγες. Όμως οι κανόνες με τους οποίους λειτουργεί ο κλάδος των εκπαιδευτικών καθορίζονται από τις κυβερνήσεις και τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Έτσι φτάσαμε να θεωρείται καλός ο καθηγητής που λέει σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος ανέκδοτα, δεν βάζει ποτέ δουλειά για το σπίτι και έχοντας λύσει την προηγουμένη στον πίνακα τα θέματα του διαγωνίσματος, καμαρώνει για τις υψηλές βαθμολογίες που «πετυχαίνουν» οι μαθητές του, ενώ επιβραβεύεται από αυτούς που έχουν απόψεις σαν του συντάκτη σας.

Φτάνοντας στο «διά ταύτα» τίθεται το ερώτημα: Γιατί ένας δημοσιογράφος (ο Θεός να τον κάνει) γράφει αυτά τα πράγματα; Δεν γνωρίζει αυτά που γράφω παραπάνω; Γνωρίζοντας πως όποιος φέρει έστω και ίχνος βλακείας εκπαραθυρώνεται αυτοστιγμεί από τον χώρο των ΜΜΕ, δυσκολεύομαι να πιστέψω πως πρόκειται για «λάθος» ή «παρεξήγηση». Απλώς, εκτελώντας εντολές, πρέπει να ρίξει το φταίξιμο κάπου, προκειμένου να κρυφτεί ο πραγματικός ένοχος. Που είναι οι λανθασμένες, ανερμάτιστες και αντικρουόμενες κυβερνητικές επιλογές για τουλάχιστον 3 δεκαετίες. Άλλωστε σε μια κοινωνία ενημερωμένων και εκπαιδευμένων πολιτών γίνεται δυσκολότερη η δουλειά αυτών που βγάζουν το ψωμί τους αναλαμβάνοντας να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη.

Για όλα τα παραπάνω ζητώ να δημοσιεύσετε την επιστολή μου αυτή (σημ. «Π»: ό,τι διατάξετε…) και σας προκαλώ να απαντήσετε επί της ουσίας, χωρίς λεονταρισμούς. Αν σκοπός σας είναι η ενημέρωση και όχι η συκοφάντηση, ξεκινήστε διάλογο, σταματώντας την εκτόξευση λάσπης.

Κλειδόπουλος Προκόπης
Εκπαιδευτικός Β/θμιας Εκπ/σης

ΥΓ.: Επειδή δεν είμαι αναγνώστης της εφημερίδας σας -πληροφορήθηκα για το άρθρο από πρωινή τηλεοπτική εκπομπή της Κυριακής- θα παρακαλούσα όταν θα δημοσιεύσετε την απάντηση να με ειδοποιήσετε.

Σημ. «Π»: Μπράβο σας, κ. Κλειδόπουλε, για την ειλικρίνειά σας. Δεν θα ασχοληθούμε βέβαια με τις προσωπικές αιχμές. Δείχνετε εμπάθεια που δεν αρμόζουν σε καθηγητή.


Σχολιάστε εδώ