Καταρρέει ο Παρθενώνας της Αρκαδίας!
Ο Ναός του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες της Αρκαδίας, γνωστός και ως Παρθενώνας της Αρκαδίας, έργο του Ικτίνου, καταρρέει!
Το μνημείο αυτό του Παγκόσμιου Πολιτισμού βρίσκεται σε πλήρη εγκατάλειψη… Η τέντα που σκεπάζει τον ναό έχει υποστεί από την εγκατάλειψη και την έλλειψη συντήρησης, ρωγμές, σε σημείο τα νερά των βροχών να διαβρώνουν τις βάσεις του και να επαυξάνεται ο κίνδυνος κατάρρευσής του.
Ενδεικτικό της εγκατάλειψης, πέρα από την έλλειψη φροντίδας για τον περιβάλλοντα χώρο, είναι ότι το υπουργείο Πολιτισμού δεν ανταποκρίνεται καν στο αίτημα του φύλακα να προμηθεύσει το εκδοτήριο εισιτηρίων με οδηγό του μνημείου στα ελληνικά για την ενημέρωση των χιλιάδων επισκεπτών. Το αίτημα εκκρεμεί στις κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού εδώ και δύο περίπου χρόνια…
Τα έργα συντήρησης του ναού έχουν διακοπεί και τα συνεργεία συντήρησης έχουν περιορισθεί σε μια υποτυπώδη περιοδική παρουσία αρμοδίων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας!
Οι αναστηλωτικές εργασίες
Η πρώτη προσπάθεια αναστήλωσης του ναού πραγματοποιήθηκε το 1902 υπό τον Π. Καββαδία και κράτησε έξι χρόνια. Το 1965 ο ναός παθαίνει μεγάλες ζημιές από τον καταστρεπτικό σεισμό που έπληξε την περιοχή. Τον ίδιο χρόνο γίνονται οι πρώτες σωστικές παρεμβάσεις, ενώ τον επόμενο ένας κεραυνός δημιουργεί νέα προβλήματα στο μνημείο, το οποίο πλέον κινδυνεύει άμεσα, αφού έχουν πάρει κλίση οι κίονες και ολόκληρο το κτίριο έχει παραμορφωθεί.
Το 1970 δημιουργείται η Επιτροπή Συντήρησης του Ναού Επικούριου Απόλλωνος (ΕΣΝΕΑ). Κατά τη δεκαετία 1985-1995 η Επιτροπή προχώρησε σε τέσσερα βασικά μέτρα προστασίας του ναού. Δημιούργησε ένα προστατευτικό στέγαστρο πάνω τον ναό, έλαβε αντισεισμικά μέτρα, απομάκρυνε τα όμβρια ύδατα και έλαβε μέτρα προστασίας από τους κεραυνούς.
Του Ιούνιο του 1997 το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ύστερα από μαραθώνια συζήτηση, αποφάσισε να προχωρήσει σε ουσιαστικά έργα στερέωσης και αποκατάστασης του ναού. Συγκεκριμένα αποφάσισε ότι το μνημείο για να σωθεί πρέπει να διαλυθεί, να υπάρξει καταβίβαση των επιστυλίων και μεταφορά των κιόνων προκειμένου να ενισχυθεί η θεμελίωση, και να συντηρηθούν τα 2.000 αρχιτεκτονικά μέλη, που θα κατέβουν.
Μετά παρέλευση τριών ετών αδράνειας –παρότι ο ναός κινδύνευε πλέον με κατάρρευση– το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ξανασυνεδρίασε (Σεπτέμβριος 2000), παρουσία της ΕΣΝΕΑ. Στη συνεδρίαση υπήρξαν διαφωνίες και διατυπώθηκαν διαμετρικά αντίθετες απόψεις περί του τρόπου στερέωσης και αποκατάστασης του ναού. Τελικά αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία να εγκριθεί «κατ’ αρχάς» η μελέτη για επέμβαση στο βόρειο πτερό του ναού, με την «πιλοτική» μετακίνηση της βορειοδυτικής γωνιάς του, δηλαδή των τεσσάρων επιστυλίων και των τριών κιόνων του και τη διάλυση της κρηπίδας όπου εδράζονται.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Ιερού
Νοτιοδυτικά της Ανδρίτσαινας, σε ένα επιβλητικό και άγριο ορεινό τοπίο, βρίσκεται ο μεγαλοπρεπής ναός του Επικούριου Απόλλωνα, ένας από τους μεγαλύτερους ναούς της αρχαιότητας.
Ο ναός βρίσκεται σε απόσταση 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας, σε υψόμετρο 1.130 μ., επάνω στο όρος Κωτίλιο. Στην τοποθεσία αυτή, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Βάσσες (που σημαίνει μικρά πλατώματα σε βράχους), οι κάτοικοι της γειτονικής Φιγάλειας είχαν ιδρύσει, από τον 7ο αι. π.Χ., ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα, τον οποίο και λάτρευαν με την προσωνυμία του Επικουρίου – συμπαραστάτη στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Το επίθετο Επικούριος δόθηκε την εποχή των πολέμων με τους Σπαρτιάτες, γύρω στο 650 π.Χ.
Ο ναός του Απόλλωνος στο ιερό των Βασσών αποτελεί ένα από τα καλύτερα σωζόμενα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας. Συγκεκριμένα, είναι ο καλύτερα διατηρημένος ναός μετά τον ναό του Ηφαίστου στην Αθήνα. Από όλους τους ναούς της Πελοποννήσου, ύστερα από τον ναό της Τεγέας, θα μπορούσε αυτός να πάρει την πρώτη θέση για το κάλλος του μαρμάρου και το αρμονικό σύνολο. Χτίστηκε το 420-400 π.Χ. στη θέση ενός παλαιότερου, αρχαϊκού ναού. Ο περιηγητής Παυσανίας, που επισκέφθηκε και θαύμασε το μνημείο στα μέσα περίπου του 2ου αι. μ.Χ., αναφέρει ως αρχιτέκτονά του τον Ικτίνο. Η θέση που κατέχει ο ναός στην ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής είναι ξεχωριστή, καθώς συνδυάζει με ιδιοφυή τρόπο τα αρχαϊστικά στοιχεία, που υπαγόρευε η τοπική θρησκευτική παράδοση, με τις τολμηρές ανανεωτικές ιδέες του δημιουργού του. Είναι δωρικός περίπτερος, με προσανατολισμό Β-Ν και διαστάσεις 14,48 x 38,24μ. στο επίπεδο του στυλοβάτη.
Η ζωφόρος του ναού είναι ένα πραγματικό αριστούργημα, αποτελούμενη από είκοσι τρεις μαρμάρινες πλάκες, από τις οποίες οι έντεκα δυτικά παρίσταναν κενταυρομαχία (Λάπηθες – Κένταυροι) και οι έντεκα ανατολικά αμαζονομαχία (Αθηναίοι – Αμαζόνες). Η κεντρική στο βάθος παρίστανε τον Απόλλωνα που με τη συνδρομή της Αρτέμιδος έκανε να επέλθει η δικαιοσύνη, που διαταράχτηκε από τους αίτιους των φοβερών μαχών (Κενταύρους – Αμαζόνες). Πρόκειται για πραγματικό αριστούργημα που η ζωντάνια και η έκφραση των μορφών, καθώς και η συνταιριασμένη πλοκή των σκηνών, το κατατάσσουν στους καλύτερους γλυπτικούς διάκοσμους της αρχαιότητας. Δυστυχώς τα μοναδικά αυτά γλυπτά της ζωφόρου του Επικουρίου Απόλλωνα, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας έγιναν αντιληπτά από ευρωπαίους αρχαιοκάπηλους και εκλάπησαν. Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος τους κοσμεί τις προθήκες του βρετανικού μουσείου, αλλά και του μουσείου του Λούβρου και του Μονάχου. Μέσα στον ναό υπήρχε και μεγάλο (12 πόδια) χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, το οποίο, κατά τις μαρτυρίες του Παυσανία, όταν ιδρύθηκε η Μεγάλη Πόλις μεταφέρθηκε και τοποθετήθηκε εκεί, μπροστά από το τέμενος του Λυκαίου Διός.