Φοροεισπράκτορες οι επιχειρήσεις!
Με απλά λόγια, το κράτος λέει στους ιδιώτες ότι αν δεν τακτοποιήσουν τα χρέη τους προς το Δημόσιο, δεν θα μπορούν να εισπράξουν τις απαιτήσεις τους από τους πελάτες τους.
Η πρωτοφανής αυτή διάταξη περιλαμβάνεται στο άρθρο 20 παρ. 4 του φορολογικού νόμου (3842/2010) που προβλέπει ότι:
«Το βάρος της απόδειξης της συναλλαγής φέρει και ο λήπτης του φορολογικού στοιχείου κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 18 του Κ.Β.Σ., και οφείλει, εκτός των οριζομένων στην παράγραφο αυτή, να επιβεβαιώνει από ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών την ακρίβεια των στοιχείων, καθώς και τη φορολογική συνέπεια του αντισυμβαλλόμενου εκδότη, για φορολογικά στοιχεία συνολικής αξίας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ».
Η διάταξη αυτή αποτελεί νέα βόμβα για τη ρευστότητα στην αγορά, καθώς όσοι δεν έχουν φορολογική ενημερότητα δεν θα μπορούν να εισπράξουν χρήματα από τους πελάτες τους. Είναι δε αμφίβολο αν θα οδηγήσει σε αύξηση των εσόδων του Δημοσίου, καθώς όσοι υπολόγιζαν να εισπράξουν χρήματα από τους πελάτες τους για να πληρώσουν χρέη προς το Δημόσιο δεν θα έχουν πλέον αυτήν τη δυνατότητα. Το μακρύ χέρι του υπουργείου Οικονομικών απλώνεται τώρα και στις συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών…
Όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που το ίδιο το Δημόσιο όχι μόνο καθυστερεί την πληρωμή των χρεών του προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά δεν έχει θεσπίσει ακόμη ούτε το αυτονόητο, να συμψηφίζονται τα χρέη των ιδιωτών με τις απαιτήσεις τους από το κράτος. Και δεν αναφερόμαστε σε οφειλές μόνο από τον αναπτυξιακό νόμο, αλλά και από επιστροφές φόρων (ΦΠΑ, Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης), όπως και από προμήθειες ή παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο.