Η ακρίβεια στην Ελλάδα και το νέο αναπτυξιακό μοντέλο
Συγκεκριμένα, από τα 124 είδη τα 38 ήταν φθηνότερα, ένα είχε την ίδια τιμή και τα 85 ήταν ακριβότερα. Οι αυξημένες τιμές παρουσιάζουν εκατοστιαία διαφορά μέχρι και +374,67% και οι μειωμένες τιμές μέχρι -54,10%.
Από την ίδια έρευνα προκύπτουν και άλλα χρήσιμα συμπεράσματα έπειτα από προσεκτική ματιά στα επιμέρους στοιχεία.
Τα 124 είδη είναι κατανεμημένα σε 8 ομάδες, από τις οποίες οι 4 έχουν από 21 μέχρι 37 είδη και οι άλλες 4 από 2 μέχρι 6 είδη.
Στη ομάδα των γαλακτοκομικών, που έχει 2 είδη, το ένα έχει αυξημένη τιμή και το άλλο μειωμένη.
Στις τρεις μικρές ομάδες (νερό-αναψυκτικά, καφέδες-σοκολάτες και λάδια-βούτυρα) με 14 είδη, τα 9 είναι ακριβότερα και τα 5 φθηνότερα.
Στις τρεις μεγάλες ομάδες (διάφορα είδη καθαρισμού, είδη προσωπικής υγιεινής) με συνολικά 87 είδη, τα 68 είναι ακριβότερα και μόνο τα 19 είναι φθηνότερα.
Στη μεγάλη ομάδα φρούτα – λαχανικά, με 21 είδη, τα 13 έχουν μειωμένες τιμές κατά μέσον όρο 29,029% και τα 8 είδη έχουν αυξημένες τιμές.
Η παραπάνω εμφανής διάκριση, σύμφωνα με την οποία κάποια είδη πωλούνται φθηνότερα και κάποια ακριβότερα από την ίδια εταιρεία, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης και άρα κόστους μεταφοράς, αποδεικνύει ότι υπάρχει σκόπιμη επιλογή ώστε να εξυπηρετηθούν μεσομακροπρόθεσμα συμφέροντα.
Επισημαίνω ότι πέρα από τη ζημιά που γίνεται στους έλληνες παραγωγούς, διαφαίνεται μια προσπάθεια να εξαφανιστεί η ελληνική παραγωγή και στη συνέχεια, αφού η παραγωγή θα ελέγχεται, να μεθοδεύονται οι επιθυμητές αυξήσεις κατά περίπτωση.
Τα ίδια φαινόμενα παρατηρούνται και για άλλες κατηγορίες παραγόμενων στην Ελλάδα προϊόντων, σε αντίθεση με προϊόντα που παράγονται από μεγάλες διεθνοποιημένες εταιρείες, που σημαίνει ότι μετά τον έλεγχο της διάθεσης και της διακίνησης των προϊόντων το επόμενο βήμα του μεγάλου κεφαλαίου είναι ο έλεγχος της παραγωγής, ανεξάρτητα από χώρα και φορέα παραγωγής.
Σε περίοδο κρίσης, που είναι αναγκαία η προσπάθεια για ανάπτυξη της χώρας και η αύξηση κάθε παραγωγής για μεγιστοποίηση του εγχώριου πλούτου, φαινόμενα όπως αυτά που παρατηρούνται στον τομέα της διατροφικής αλυσίδας πρέπει όχι μόνο να μας προβληματίσουν αλλά και να κατευθύνουν τις προσπάθειές μας σε ολοκληρωμένες παρεμβάσεις στο κύκλωμα παραγωγή – διακίνηση – διάθεση.
Κάθε προσπάθεια που θα επιδιώκει την παρέμβαση σ’ ένα μόνο στάδιο του κύκλου που διαμορφώνεται από τον παραγωγό μέχρι τον καταναλωτή αφενός δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα και αφετέρου θα είναι έρμαιο στις ορέξεις μεγάλων διεθνοποιημένων επιχειρήσεων και μηχανισμών που στοχεύουν στον ολοκληρωμένο έλεγχο του συνόλου της αγοράς.
Η χώρα μπροστά στη δίνη σαρωτικών οικονομικών εξελίξεων πρέπει με πλήρεις και τεκμηριωμένες αναλύσεις, αξιοποιώντας τα όποια οικονομικά μέσα έχει στη διάθεσή της (ΕΣΠΑ, εθνικούς πόρους κ.λπ.), να κατευθύνει πόρους σε ολοκληρωμένες παρεμβάσεις, γιατί τότε μόνο η αναπτυξιακή προσπάθεια θα έχει στόχο, διάρκεια επιβίωσης και αυτοτροφοδοτούμενη προοπτική.
Ευελπιστώ ότι το νέο αναπτυξιακό μοντέλο, που θα δομηθεί κυρίως με τον νέο αναπτυξιακό νόμο, θα λάβει υπόψη του αυτές τις σημαντικές παραμέτρους, για να έχει η ανάπτυξη προοπτική, δυναμική και κυρίως διάρκεια. Γιατί τότε μόνο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την κρίση αλλά και να δημιουργήσουμε βάσιμη ελπίδα στους πολίτες για ένα ευοίωνο μέλλον.