Κοινωνία και Δημοκρατία στο «θυσιαστήριο»

Η συμβολική εκφορά «γενιά των 700 ευρώ» ανήκει πλέον στο παρελθόν, αφού η αφετηρία της (ανασφάλιστης και προσωρινής) εργασίας των νέων κατέβηκε στα 580 ευρώ…

Ζούμε, δυστυχώς, ένα εφιαλτικό σενάριο μιας «οικονομικής δικτατορίας» του 21ου αιώνα, που ξαναφέρνει την κοινωνία και την εργασία στα μέσα του 19ου αιώνα. Ζούμε μια τραγική πραγματικότητα που υλοποιείται από τους μηχανισμούς της κερδοσκοπίας και της αγοράς, με διαμεσολαβητή μια ανιστόρητη, ανίκανη και χειραγωγούμενη πολιτική εξουσία, που προσπαθεί να κερδίσει πολιτικό χρόνο παρουσίας στην κυβέρνηση, παραδίδοντας ανυπεράσπιστη την κοινωνία στους μηχανισμούς της αγοράς, ενώ ταυτόχρονα νομιμοποιεί τις επιλογές αυτές υποβαθμίζοντας τη νομοθετική εξουσία και τους κανόνες του κράτους δικαίου.

Πιστεύει στ’ αλήθεια η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός ότι θα αυξηθούν η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της παραγωγικής-οικονομικής δομής της χώρας μέσω της εξαθλίωσης των εργαζομένων, της ραγδαίας αύξησης της ανεργίας, μέσω μιας γενικής ανασφάλειας και φόβου για το σήμερα και για το αύριο; Μπορεί η οικονομία να προοδεύσει όταν η θεμελιώδης προϋπόθεση λειτουργίας και προόδου της, το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, η ΕΡΓΑΣΙΑ, αποδιαρθρώνονται και διαλύονται; Όταν ξεκινά μια νέα περίοδος μετανάστευσης των νέων επιστημόνων, όταν ακόμα και οι τρέχουσες καταθέσεις στις τράπεζες θεωρούνται επισφαλείς και οδεύουν προς το εξωτερικό;

Ποια είναι η αδήριτη «ιστορική αναγκαιότητα» την οποία επικαλείται συνεχώς η κυβέρνηση προκειμένου να προχωρήσει στην εκποίηση, στο ξεπούλημα του κοινωνικού κεφαλαίου της χώρας; Το περίφημο ΜΝΗΜΟΝΙΟ, το οποίο καταλαμβάνει σήμερα τη θέση μιας ανώτερης συνταγματικής αρχής, με βάση την οποία αλλάζουν νόμοι, σαρώνονται κοινωνικά, ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, αποφασίζονται οι ζωές και το μέλλον των πολιτών και των παιδιών τους…

Κοινωνικό κράτος και κράτος δικαίου αποτελούν δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Όταν πλήττονται τα κοινωνικά δικαιώματα, αποδυναμώνονται τόσο τα ατομικά όσο και τα πολιτικά δικαιώματα.

Το μνημόνιο ψηφίστηκε στη Βουλή με απλή πλειοψηφία και όντως εκχωρεί, με τις διατάξεις του, καίριας σημασίας αποφάσεις, τις οποίες δεν έχει εγκρίνει και δεν έχει νομιμοποιήσει ο ελληνικός λαός όταν εκδήλωσε τη βούλησή του στις εκλογές του 2009. Οι βουλευτές ψήφισαν το μνημόνιο της υπερκυβέρνησης ΔΝΤ – Ευρωπαϊκής Τράπεζας χωρίς να γνωρίζουν το περιεχόμενό του, γεγονός που απαξιώνει τόσο το Κοινοβούλιο όσο και τους ίδιους ατομικά.

Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο ευτελισμού των θεσμών της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, η κατάρρευση των θεσμών της εργασίας και του Ασφαλιστικού «νομιμοποιείται» μέσω της έκδοσης Προεδρικών Διαταγμάτων, ώστε να αποφευχθούν τυχόν αντιδράσεις των βουλευτών από την –ηθικά και νομικά απαιτούμενη– διαδικασία της ψήφισης νόμων για τις κρίσιμες αυτές αλλαγές…

Εάν το «πρώτο θύμα» της νέας ιστορικής διαδρομής, ή καλύτερα της ιστορικής πτώσης που διανύει η χώρα, είναι η ίδια η κοινωνία και οι θεσμικοί όροι αναπαραγωγής της, το «δεύτερο θύμα» είναι οι θεσμοί της Δημοκρατίας. Το Σύνταγμα παραμερίζεται ή αγνοείται, το Κοινοβούλιο χρησιμοποιείται ως εργαλείο για να αποσπαστεί μια τυπική συναίνεση προς το περιεχόμενο του μνημονίου και οι βουλευτές αντιμετωπίζονται σαν πιόνια στο ιστορικό παίγνιο διάλυσης της ελληνικής κοινωνίας που προωθεί η υπερκυβέρνηση και παρακολουθεί η υπήκοος ελληνική κυβέρνηση, που η μόνη της αγωνία είναι η επιβίωσή της στην εξουσία.

Ίσως δεν έχουμε ακόμα κατανοήσει το ιστορικό βάθος και τις κρίσιμες συνέπειες των ραγδαίων αλλαγών που συντελούνται. Ο νεοφιλελευθερισμός ως αντίληψη για την κοινωνία και τον άνθρωπο αντιβαίνει ευθέως προς το βασικό περιεχόμενο της κλασικής δημοκρατίας. Δεν χάνουμε κάποια χρηματικά ποσά από τα μέτρα, δεν μειώνονται απλώς κάποια παραδοσιακά κοινωνικά μας δικαιώματα. Χάνουμε βασικές «περιοχές» της ελευθερίας μας, την αξιοπρέπειά μας, την ισχύ των πολιτικών μας δικαιωμάτων.

Ακόμα κι αν υιοθετήσουμε το αισιόδοξο σενάριο –που έχει ελάχιστες πιθανότητες να επαληθευθεί– και μπορέσουμε, ως έναν βαθμό, να πετύχουμε κάποιους μακροοικονομικούς στόχους, οι τραγικές επιπτώσεις που θα έχουν επέλθει τόσο στην κοινωνική συνοχή όσο και στους κοινωνικούς θεσμούς θα είναι μη αναστρέψιμες. Το χειρότερο, οι ίδιοι οι δημοκρατικοί θεσμοί μέσα από τη διαδικασία αποδυνάμωσης και αυτοακύρωσής τους, που προωθείται σήμερα, δεν θα διαθέτουν ούτε τη δικαιική-κανονιστική ισχύ ούτε βέβαια την αξιοπιστία για να στηρίξουν ένα πολιτικό σύστημα που καταρρέει, συμπαρασύροντας στην πτώση του και τους άλλους θεσμικούς χώρους.


Σχολιάστε εδώ