Αναζήτηση νέου ρόλου για την εξωτερική μας πολιτική

Έτσι, κατ’ αυτούς, μπορεί να δικαιολογηθεί αφενός μεν η στροφή της Άγκυρας προς νέες εκλεκτικές συμμαχίες με τον Αραβικό κόσμο, αφετέρου δε και η πρόσφατη θέση που πήρε στο Συμβούλιο Ασφαλείας όπου την 9η Ιουνίου καταψήφισε μαζί με τη Βραζιλία το ψήφισμα 1929 που επέβαλε νέες κυρώσεις κατά του Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Σχετική μάλιστα συζήτηση για τη μεταστροφή αυτή της τουρκικής πολιτικής άρχισε και μέσα στους κόλπους της ΕΕ, όπου φαίνεται να διαμορφώνονται δύο ομάδες: η μεν πρώτη που υποστηρίζει το πάγωμα των σχέσεων με την Τουρκία και μια άλλη που υποστηρίζει ότι η απομάκρυνση της Τουρκίας από την Ευρώπη οφείλεται στις θέσεις που παίρνει η τελευταία έναντι της υποψήφιας αυτής χώρας.

Να σκεφθεί κανείς σε τι μέτρο οι εξελίξεις αυτές μπορούν να επηρεάσουν τη χώρα μας και κυρίως την άσκηση και τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής. Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, είναι ουσιαστικό και έχει κρίσιμη σημασία. Και τούτο γιατί πρώτα απʼ όλα σε περίπτωση οριστικής απομάκρυνσης της Τουρκίας από το ευρωπαϊκό όραμα, που αντιπροσωπεύει γιʼ αυτήν η ένταξή της στην ΕΕ, η Ελλάδα θα έχανε ένα σοβαρό, ίσως τον σοβαρότερο, μοχλό πίεσης για τη συμμόρφωση της Άγκυρας προς τη διεθνή νομιμότητα, που τόσο πασίδηλα παραβιάζει στην Κύπρο και τόσο εξωφρενικά προσβάλλει όταν προβαίνει στις γνωστές διεκδικήσεις εναντίον της χώρας μας.

Γιʼ αυτό και υποστηρίζουμε ότι πρέπει να είμαστε κατάλληλα και έγκαιρα προετοιμασμένοι να πάρουμε μια ξεκάθαρη θέση όσον αφορά την από δω και πέρα προώθηση ή μη της τουρκικής υποψηφιότητας προς ένταξη.

Εκτός των παραπάνω όμως καθίσταται πλέον εμφανές ότι η Άγκυρα εδραιώνει ολοένα και περισσότερο τη θέση και τον ρόλο της ως περιφερειακή δύναμη. Ο κ. Ερντογάν τη στιγμή αυτή, και λόγω της στάσης του έναντι του Ισραήλ, έχει αδιαφιλονίκητα αναγορευθεί στον δημοφιλέστερο ηγέτη του Αραβικού κόσμου. Ενός κόσμου που μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες αντιμετώπιζε με μεγάλη καχυποψία τις σχέσεις του με την Άγκυρα, λόγω του οθωμανικού παρελθόντος της.

Η νέα λοιπόν αυτή στροφή της Τουρκίας προς τον Αραβικό κόσμο, που διόλου τυχαία συμπίπτει με την απομάκρυνσή της από την Ευρώπη, απασχολεί πολύ την αμερικανική και την ευρωπαϊκή διπλωματία. Οι λόγοι είναι ευνόητοι και έχουν αναλυθεί επαρκώς.

Μήπως όμως έφθασε η στιγμή που οι εξελίξεις αυτές πρέπει να προβληματίσουν δεόντως τους αρμόδιους χειριστές των εθνικών μας θεμάτων;

Μήπως είναι καιρός να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο ανάληψης νέου ρόλου της Ελλάδας;

Ασφαλώς το εγχείρημα δεν είναι απλό. Μας παρουσιάζεται όμως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε τον ρόλο μας ως Ευρωπαίοι που θέλουμε και να είμαστε και να φαινόμαστε, διευρύνοντας τους ορίζοντες της εξωτερικής μας πολιτικής, απομακρυνόμενοι από τα γνωστά πεπαλαιωμένα σχήματα, εκμεταλλευόμενοι το σημαντικό κεφάλαιο των παραδοσιακών μας σχέσεων με τον Αραβικό κόσμο και επιδιώκοντας ανοίγματα και συμμαχίες με αναδυόμενες διεθνείς δυνάμεις.

Είναι αλήθεια ότι τα ανοικτά μέτωπα είναι πολλά. Ασφαλώς το δημοσιονομικό, το Ασφαλιστικό, το Σκοπιανό, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πρέπει να αποτελούν άμεσες προτεραιότητες, αλλά δεν θα πάψουμε να επαναλαμβάνουμε σε κάθε ευκαιρία ότι η σύγχρονη Ελλάδα οφείλει παράλληλα να ενισχύσει τις δυνατότητες διεύρυνσης του ρόλου της στη διεθνή σκηνή. Γιατί έτσι μόνο θα ενδυναμώσει τη διαπραγματευτική της θέση και θα προστατεύσει αποτελεσματικότερα τα εθνικά της συμφέροντα. Έχει, άραγε, γίνει τούτο επαρκώς αντιληπτό; Κι αν ναι, έχουν γίνει οι απαραίτητες μελέτες, αναλύσεις και προπαντός εισηγήσεις επʼ αυτού;

Ζούμε σʼ ένα εξαιρετικά μεταβλητό περιβάλλον. Τα σύγχρονα κράτη εναλλάσσουν ρόλους, αναθεωρούν πολιτικές και προσαρμόζονται διαρκώς στα νέα δεδομένα. Εμείς είμαστε έτοιμοι γιʼ αυτό;


Σχολιάστε εδώ