ΠΕΡΑΣΕ ΑΝ ΘΕΣ ΑΠ’ ΤΟΥΣ ΔΕΛΦΟΥΣ ΚΑΙ ΠΙΕΣ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΡΩΤΑ ΤΗΝ ΠΥΘΙΑ ΘΑ ΠΑΡΕΙΣ ΥΒΡΙΣΤΙΚΟΝ ΧΡΗΣΜΟ ΓΙΑ ΤΑ ΕΓΚΟΣΜΙΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΙΑ

Χρόνια αμέτρητα πιό πρίν
τό έφερεν η Μοίρα
νά σχετιστώ μέ μιάν τρελή
πού «φύσαγε» τήν λίρα.

Είχε τήν όψη τής μαϊμούς
τό σώμα τής αρκούδας
καί πρόγονός της ήτανε
κάποιος μουγγός Ιούδας.

Τά μάγουλά της τριχωτά
τά χείλη φουσκωμένα
καί τά βυζιά της όρθια
καί παραγεμισμένα.

Μιλούσε σάν τό βάτραχο
καί όταν περπατούσε
είχ’ έναν μπράβο συνοδό
πού τήν ακολουθούσε.

Δέν είχε σπίτι μόνιμο
καθότι ως τρελάρα
τό συνεχές τήν βούρλιζε
καί τά ‘κανε μαντάρα.

Ποτέ της δέν παντρεύτηκε
κι έφτυνε στόν αέρα
λές καί ψηλά βρισκότανε
μιά καυστική γκαζιέρα.

Πίστευε ότι φτύνοντας
θά ‘σβηνε αυτή τήν φλόγα
πού συνεχώς τήν έκαιγε
–καί συνεχώς ευλόγα:

«Ά! πόρνε, αερόστατο
πού πάντα ανυψώνεις
τήν πίκρα, τήν κατάθλιψη
κι ουδέποτε πληρώνεις».

Καί κύπτοντας φιλούσε γή
λάσπες κι ακαθαρσίες
καί γέμιζε τό στόμα της
μέ βλαβερές ουσίες.

Ένας Λαός τήν κοίταζε
κι ένας ντουνιάς ακόμη
όπως κοιτούσαν οι αστοί
τόν Νέρωνα στήν Ρώμη.

Ήταν ένα φαινόμενο
μυστήριο, μιά τρέλα,
αυτή η κόρη τών κορών
η πλούσια κοπέλα.

Μιά τρέλα γοητευτική
καί γιά τά μέ, σπουδαία.
Φτάνει πού ήταν πλούσια
κι άς ήτανε χυδαία.

Έτσι μαζί της έζησα
τόν βίο δίχως βία,
τά δέ λεφτά της σκόρπαγα
σέ πορνοστάρ αιδοία.

Ώσπου μιά νύχτα τήν τρελή
καί πλούσια μετρέσαν,
γιά χρέη τήν συλλάβανε
καί μένανε μέ δέσαν.

Καθότι ήμουν συνεργός
κι εγώ τής πουτανίτσας
καί ένιωσα στήν πλάτη μου
τό χάιδεμα τής γκλίτσας.

Όσον καιρό τήν γνώριζα
δέν μού είπε τ’ όνομά της,
κι εγώ από ευγένεια
δέν μίλαγα μπροστά της.

Ώσπου μιά μέρα τό έμαθα
πρός δόξαν τής φυλής μου
καί πλήρωσα άχ! τά μαλλιά
τής άδειας κεφαλής μου.

Ήταν στό δικαστήριο
πού ακούω τήν πουτανίτσα
νά λέγει εις τόν Πρόεδρο:
«ΜΕ ΛΕΝΕ ΕΛΛΑΔΙΤΣΑ».
………………………………………………………………………………………………ΛΗΞΙΑΡΧΙΚΗ ΠΡΑΞΗ
Όνομα αυτής: Ελλαδίτσα.
Χρονολογία γεννήσεως: Άγνωστος.
Ημερομηνία γεννήσεως:
13 καί Τρίτη.
Τοκετός: Πρόωρος, εφταμηνίτικος.
Όνομα πατρός:
Ελλάδιος Άρπαγας.
Όνομα μητρός: Γαβριέλα Ρωσίς.
Τέκνα: 10.000.000, μέ ειδικάς ανάγκας άπαντα.


Σχολιάστε εδώ