Η αυτοκάθαρση και οι «σωτήρες»

Στην πράξη έχουμε την εκχώρηση των κρίσιμων αποφάσεων στο ΔΝΤ και στην «τρόικα», ενώ η κυβέρνηση, οι υπουργοί, διαχειρίζονται απλώς τις εντολές που λαμβάνουν… Αποτελούν ένα είδος ανώτερων κυβερνητικών υπαλλήλων – εισηγητών που προτείνουν απλώς ορισμένα μέτρα, για τα οποία τις τελικές αποφάσεις λαμβάνει η τρόικα, ο Όλι Ρεν, το ΔΝΤ, ο κ. Τρισέ… Αυτό ακριβώς συνέβη με το περιεχόμενο των μέτρων του συμφώνου, αυτό ακριβώς συμβαίνει τις ημέρες αυτές με το ασφαλιστικό / συνταξιοδοτικό…

Εάν όμως στο επίπεδο των αποφάσεων, της πολιτικής βούλησης και της δυνατότητας επιβολής των επιλογών και μέτρων στην κοινωνία, η κυβέρνηση υποχώρησε σ’ ένα δεύτερο επίπεδο άσκησης της εξουσίας, στο πλαίσιο της νομοθετικής εξουσίας απογυμνώνεται από τον βασικό της ρόλο: Η ψήφος των βουλευτών για τις κρίσιμες επιλογές των συμφωνιών μεταξύ της τρόικας και της ελληνικής κυβέρνησης θεωρείται περιττή, βλαπτική και εν πολλοίς επικίνδυνη… Είναι κρίμα που παλαιοί κοινοβουλευτικοί άνδρες δεν αντέδρασαν και δεν κατήγγειλαν με τον τρόπο που άρμοζε τις αντιδημοκρατικές αυτές αυθαιρεσίες.

Ο πρωθυπουργός παραπέμπει στο ΔΝΤ και στην τρόικα τους εκπροσώπους της ΑΔΕΔΥ, για να διατυπώσουν «εκεί» τα αιτήματά τους, παραδεχόμενος ότι έχουμε εκχωρήσει εξουσίες… Το Κοινοβούλιο τίθεται εκτός της διαδικασίας. Εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, μέσα σε λίγες εβδομάδες, σε λίγες ημέρες, αποδυναμώνονται, υπονομεύονται, ευτελίζονται…

Διερωτόμαστε άραγε ποια είναι η πιο βαθιά, η πιο επικίνδυνη όψη της κρίσης: η οικονομική ή η πολιτική; Μια κοινωνία μπορεί να παλέψει, μπορεί να οργανωθεί, μπορεί να κινηθεί δημιουργικά και να αντιμετωπίσει μια οικονομική κρίση. Πώς μπορεί όμως να πορευθεί όταν οι πολιτικοί θεσμοί βρίσκονται σε κρίση, όταν η πολιτική ελίτ έχει απαξιωθεί, όταν οι ίδιοι οι πυλώνες της δημοκρατικής Πολιτείας, εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, υπονομεύονται και πλήττονται άμεσα; Πού θα στηριχθεί η κοινωνία όταν οι ύπατοι θεσμοί υποβαθμίζονται και ευτελίζονται;

Ο νεοφιλελεύθερος ολετήρας που τέθηκε σε λειτουργία δεν θα διαλύσει μόνο τους κοινωνικούς θεσμούς, τις εργασιακές σχέσεις, την παραγωγική δομή της χώρας: Πρώτο «θύμα» σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι η ίδια η πολιτική εξουσία, οι κυβερνήσεις και τα κόμματα που τις στηρίζουν… Δεν χρειάζεται να επικαλεστούμε παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία όταν ήδη η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υφίσταται έντονη κριτική και αμφισβήτηση από τους ίδιους τους «κηδεμόνες» της (σύμφωνα με χαρακτηρισμό του πρωθυπουργού) για τις ικανότητές της όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων και την καταστολή των κοινωνικών αντιδράσεων. Απόλυτη, πρωταρχική ανάγκη συνεπώς για το ίδιο το σύστημα είναι η διατήρηση και η αναπαραγωγή του πολιτικού συστήματος και μάλιστα σε περίοδο βαθιάς κρίσης.

Δύο είναι οι «συνταγές» που δρομολογούνται αυτήν την περίοδο για την «υποστύλωση» του κυβερνητικού σχήματος αλλά και ευρύτερα του πολιτικού συστήματος: Η πρώτη αφορά την ενεργοποίηση και την προβολή των εφεδρικών λύσεων ή και εφεδρικών «προσωπικοτήτων» που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ευρύτερα συναινετικά κυβερνητικά σχήματα, τα οποία θα επιχειρούσε να υποστηρίξει η «εσωτερική κομματική τρόικα» που συγκροτείται από το ΠΑΣΟΚ, τον ΛΑΟΣ και τη ΝΔ.

Η Ντόρα Μπακογιάννη, που ενεργοποιήθηκε αυτές τις ημέρες επιλέγοντας την «εθελουσία έξοδό της» από τη ΝΔ, προορίζεται για έναν διπλό ρόλο: Αφενός για τη στήριξη της εφαρμογής των μέτρων και για τη νομιμοποίηση της νέας ηγεμονικής πολιτικής δομής που συγκροτείται από το ΔΝΤ και την τρόικα. Αφετέρου όμως για τη σταδιακή αποδυνάμωση του Α. Σαμαρά και της κυρίαρχης σήμερα ομάδας στελεχών στη ΝΔ, με άμεσο στόχο την περιθωριοποίηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και την αδυναμία ουσιαστικής παρέμβασής της στις εξελίξεις. Απώτερος στόχος για την κ. Μπακογιάννη παραμένει η «επανακατάληψη» της ηγεσίας της ΝΔ, ένας στόχος όμως που μάλλον θα παραμείνει ανεκπλήρωτος αφού ενδεχομένως θα έχουμε ριζικές αλλαγές στο κομματικό σκηνικό την επόμενη περίοδο.

Η άλλη κατεύθυνση που επιλέγεται από τα κόμματα είναι η διαδικασία της «μετάνοιας» για τα όσα έχουν συντελεστεί, μια διαδικασία που σηματοδοτείται με προτάσεις για μείωση του αριθμού των βουλευτών σε διακόσιους, σε «αυστηρά» μέτρα για το «πόθεν έσχες», για την παράταση της παραγραφής των αδικημάτων κ.λπ. κ.λπ. Μέτρα, μέτρα, προτάσεις, μεταρρυθμίσεις, αλλαγές συνταγματικού χαρακτήρα… Ασφαλώς κάποια από τα μέτρα αυτά είναι θετικά. Όμως η πολιτική, τα πολιτικά πρόσωπα και τα κόμματα δεν «ηθικοποιούνται» μόνο με αυστηρές διατάξεις ελέγχου και επιβολής ποινών…

Το ιστορικό πρόβλημα του καιρού μας είναι το γεγονός ότι η πολιτική, το πολιτικό σύστημα έχουν απολέσει την αυτονομία τους, την αξιοπιστία τους γιατί έχουν «προσαρμοστεί» ή καλύτερα έχουν υποταχθεί στα οικονομικά συμφέροντα και στις δομές του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πιστεύουν άραγε αυτοί οι πολιτικοί, που σήμερα κόπτονται υπέρ ριζικών μεταρρυθμίσεων, ότι εάν ο αριθμός των βουλευτών περιοριστεί στους διακόσιους θα αποκτήσει την αυτονομία του το πολιτικό σύστημα, θα εκφράσει τα κοινωνικά συμφέροντα, θα ανακτήσει την αξιοπιστία του;

Γι’ αυτό και τελικώς όλες αυτές οι προτάσεις, οι μεταρρυθμίσεις, δεν αποτελούν κατά βάθος παρά ένα άλλοθι, μια τελευταία απόπειρα προκειμένου να πεισθεί η κοινωνία ότι το σημερινό πολιτικό σύστημα, τα κόμματα της διακυβέρνησης αποτελούν όχι μόνο μια παρούσα, «μονόδρομη», λύση, αλλά μπορούν να οδηγήσουν τη χώρα και την κοινωνία σε ένα καλύτερο μέλλον…

Κι όλα αυτά σ’ ένα σκηνικό μέσα στο οποίο ο πρόεδρος του ΣΕΒ θέλει να προβάλει την επιχειρηματική τάξη ως το νέο, σύγχρονο, πολιτικό υποκείμενο που θα αντιμετωπίσει την κρίση και θα θεμελιώσει ως υπέρτατες πνευματικές αξίες τις «αρχές» της συναλλαγής, της κερδοσκοπίας, του κοινωνικού δαρβινισμού, «αρχές» που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη νεοφιλελεύθερη αγορά, ενώ την ίδια στιγμή ο πρωθυπουργός της χώρας, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, πορεύεται προς το μέλλον «υποβασταζόμενος» από τον Γ. Καρατζαφέρη και την οικογένεια Μητσοτάκη…


Σχολιάστε εδώ