Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ – ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΙΘΑΚΗ;

Ή δη ανακοινώθηκε προ ημερών και η δεύτερη δέσμη μέτρων, που έγινε με ενθουσιασμό δεκτή και από την ΕΕ και από το ΔΝΤ. Δεν θα αναφερθούμε στις λεπτομέρειες των νέων ρυθμίσεων, καθώς αυτές είναι ήδη γνωστές. Θα θέλαμε μόνο να επισημάνουμε ότι δεν είναι μόνο η σκληρότητα των μέτρων που εντυπωσιάζει και προκαλεί σοκ ακόμα και στους ξένους. Είναι και η πιθανή διάρκειά τους. Όλοι οι παράγοντες της ΕΕ και του ΔΝΤ με δηλώσεις τους συνεχώς προειδοποιούν ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι για την εφαρμογή και άλλων συμπληρωματικών μέτρων που τυχόν θα χρειαστούν. Έτσι όμως η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια κατάσταση αβεβαιότητας, που παραλύει κάθε παραγωγική δραστηριότητα και εμποδίζει την ανάκαμψη της οικονομίας μας. Θα ακολουθήσουν και άλλες δέσμες μέτρων. Αυτό είναι σίγουρο, καθώς το δημοσιονομικό μας πρόβλημα είναι βαθύ και δεν μπορεί να λυθεί προς το παρόν σε προσδιορίσιμο χρόνο. Για αρκετά χρόνια θα υπάρχουν δέσμες μέτρων αν δεν προσπαθήσουμε να εκδιώξουμε είτε νόμιμα είτε βίαια το ΔΝΤ. Η συχνότητα με την οποία θα δεχόμαστε την επιβολή νέων μέτρων θα είναι τουλάχιστον το τρίμηνο. Η ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε την υποχρέωση, απέναντι στην τρόικα των δανειστών μας, να υποβάλλει έκθεση κάθε τρίμηνο σχετικά με την πορεία προς τη δημοσιονομική εξισορρόπηση. Και εάν υπάρχουν υστερήσεις στην απόδοση των μέτρων, τότε θα υποδεικνύεται η εφαρμογή ακόμη αυστηρότερων ρυθμίσεων. Εάν λοιπόν τα έσοδα δεν πιάσουν τους στόχους ή οι δημόσιες δαπάνες δεν μειωθούν κατά το μέτρο που έχει καθορίσει η τρόικα, τότε κάθε τρίμηνο θα έχουμε και καινούργια δέσμη μέτρων και φυσικά δεν ξέρουμε επί πόσα χρόνια θα διατηρηθεί αυτή η κατάσταση επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτή η λύση θα συνεχιστεί μέχρις ότου εκμηδενιστούν ολοκληρωτικά τα εισοδήματα των οικονομικά ασθενέστερων πολιτών.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η κάθε δέσμη μέτρων αφαιρεί πόρους χρηματικούς από την οικονομίας μας. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που καταλήγει στην εξαθλίωση των εργαζομένων, στην αύξηση της ανεργίας και στη σημαντική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας. Γιατί την οικονομική δραστηριότητα δεν μπορεί να τη διατηρήσει η ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών που δημιουργείται από τις εύπορες κατηγορίες των πολιτών. Γιατί οι κατηγορίες αυτές είναι μικρές σε μέγεθος, και προκειμένου να διατηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, τα φυγαδεύουν σε άλλες χώρες. Ήρθε και η προ μηνών ατυχής δήλωση του αντιπροέδρου της κυβέρνηση κ. Πάγκαλου ότι «Αρμαγεδδών έρχεται στις κεφαλές των ευπόρων». Η δήλωση αυτή αποτέλεσε όμως κάποια προειδοποίηση και έδωσε το έναυσμα για τη μετανάστευση ελληνικών κεφαλαίων στο εξωτερικό. Ο Αρμαγεδδών όμως δεν έπληξε τις κεφαλές των ευπόρων. Έπληξε τους οικονομικά αδύναμους. Έπληξε ακόμη και την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας. Η υπουργός Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας κ. Κατσέλη δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι ο νέος αναπτυξιακός νόμος θα είναι έτοιμος μέχρι τον Σεπτέμβριο, οπότε και θα κατατεθεί στη Βουλή για ψήφιση. Στις συνθήκες που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία, ασφαλώς μοιάζει με ανέκδοτο να μιλάμε για ανάπτυξη. Όταν το κράτος είναι υποχρεωμένο να αποζητά όχι τα περισσεύματα της οικονομίας, αλλά και τους αναγκαίους χρηματικούς πόρους για την επιβίωση των νοικοκυριών, δεν μπορούμε να μιλάμε βέβαια για αναπτυξιακή πολιτική, για αναπτυξιακούς νόμους και για αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. Και όλα όσα υπόσχονται οι κυβερνητικοί παράγοντες περί ανάπτυξης είναι παρηγοριά και μόνο, και δεν έχουν καμία βαρύτητα. Φρονούμε ότι θα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της θα βοηθούσε αποτελεσματικά και γρήγορα στην εξασφάλιση της δημοσιονομικής ισορροπίας. Έτσι όμως όπως σχεδιάστηκαν τα επόμενα βήματα, πέφτουμε σε μακροχρόνια και βαθιά ύφεση. Και είναι δίκαιη η απορία μιας κοπέλας που είπε σε υπαίθριο ρεπορτάζ καναλιού: «Πώς εμείς οι αγράμματοι άνθρωποι βρίσκουμε λύσεις στα προβλήματά μας και εσείς όλοι οι μορφωμένοι δεν μπορείτε να βρείτε μια λύση γι’ αυτήν την ωραία χώρα». Η απορία αυτή εκδηλώνει με αριστουργηματικό τρόπο το αίσθημα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, που είχε τη δικαιολογημένη απαίτηση από τους πολιτικούς και τους οικονομολόγους να βρουν λύσεις στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας μας που να κυριαρχούνται από την αγάπη στην Ελλάδα. Όμως όλοι αυτοί οι υπεύθυνοι παράγοντες έθεσαν το ατομικό τους συμφέρον υπεράνω όλων.
Ο κ. πρωθυπουργός κάλεσε κατ’ επανάληψιν τους Έλληνες σε θυσίες και παρομοίασε τη λύση που δόθηκε, της προσφυγής στο μηχανισμό στήριξης, σαν Οδύσσεια για τον ελληνικό λαό, που κάποτε όμως θα μας οδηγήσει στην Ιθάκη. Οι θυσίες ήδη είναι γνωστές. Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι πόσο εισόδημα θα κληθεί να θυσιάσει ο Έλληνας τελικά. Πού θα φτάσει άραγε η ανεργία με την ύφεση; Πόσο θα αυξηθεί ο πληθωρισμός; Πόσο θα συρρικνωθεί το κοινωνικό κράτος; Πότε η ελληνική οικονομία θα βγει επιτέλους από την κατάσταση της τριπλής επιτήρησης; Πότε η κυβέρνηση θα αποκτήσει κυριαρχικά δικαιώματα επί της ελληνικής οικονομίας; Όλα αυτά τα ερωτήματα κυριαρχούν μέσα στην ψυχή του Έλληνα και έχουν ως αποτέλεσμα έντονες αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική και οικονομική κατάσταση του ελληνικού λαού. Σημαντικές θα είναι οι συνέπειες. Από κοινωνικής πλευράς θα έχουμε αύξηση της εγκληματικότητας και ισχυρή διατάραξη της κοινωνικής συνοχής. Ο λαός θα στραφεί πλέον σ’ ένα τυφλό αγώνα επιβίωσης, επιστρατεύοντας κάθε ηθικό και ανήθικο μέσο. Δεν είναι μόνο η ύφεση και η αύξηση της ανεργίας και του πληθωρισμού που θα φέρουν τα μέτρα που μας επέβαλε και θα μας επιβάλλει στο μέλλον το ΔΝΤ. Είναι και οι κραδασμοί που θα προκληθούν στο ασφαλιστικό μας σύστημα. Ο αγώνας του συμπαθούς υπουργού Εργασίας κ. Λοβέρδου θα τιναχτεί στον αέρα. Η αύξηση της ανεργίας και η σπουδή των εργαζομένων που έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα να βγουν στη σύνταξη, το κλείσιμο πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θα προκαλέσουν σημαντική υστέρηση στα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων. Έτσι η λύση θα είναι μονόδρομος για επιχορήγηση του ασφαλιστικού συστήματος από τον κρατικό προϋπολογισμό. Όμως κάτω από τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες αυτό δεν θα είναι μέσα στις δυνατότητες του κράτους. Συνεπώς θα οδηγηθούμε σε μείωση των ασφαλιστικών παροχών και σε αύξηση των εισφορών, των εργοδοτών και των εργαζομένων. Άραγε αυτές τις παρενέργειες των μέτρων τις έχει σταθμίσει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και οι κύριοι σύμβουλοι, οι παχυλά αμειβόμενοι, που υπηρετούν σ’ αυτό; Από κανέναν υπεύθυνο παράγοντα μέχρι σήμερα δεν ακούσαμε να μιλάει για τις παρενέργειες που θα έχουν τα μέτρα στη διατήρηση του σημερινού ασφαλιστικού καθεστώτος. Επειδή οι θυσίες θα είναι επώδυνες, ίσως θα έπρεπε ο πρωθυπουργός μόνος του και έγκαιρα να ζητήσει τη σύγκληση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών για να συζητήσουν τις συνέπειες των μέτρων. Και εκεί ίσως να έπεφταν στο τραπέζι των συζητήσεων και άλλες προτάσεις από τους πολιτικούς αρχηγούς για να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων. Γιατί άραγε ο κ. Παπανδρέου τορπίλισε τη σύγκληση του συμβουλίου και απλώς θέλησε να πραγματοποιηθεί μετά την ψήφιση των μέτρων από τη Βουλή; Τότε όμως το Συμβούλιο δεν θα μπορούσε να ανατρέψει κάποιο λάθος ή να προσφέρει τίποτα το ουσιαστικό. Οι υποψίες ότι τα μέτρα ήταν προφανώς προσυμφωνημένα και δεν μπορούν να ανατραπούν φαίνεται ότι αγγίζουν την πραγματικότητα ή τουλάχιστον φαίνεται να έχουν προκαλέσει σύγχυση στην κυβέρνηση τα δύσκολα δημοσιονομικά προβλήματα που την εμποδίζουν να λαμβάνει σωστές αποφάσεις.
Και ως επίλογο της σημερινής μας παρουσίασης θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κυβέρνηση με τις αποφάσεις που πήρε ασφαλώς έλυσε το πρόβλημα δανεισμού της Ελλάδος και απέφυγε την εκμετάλλευση της χώρας μας από τα κερδοσκοπικά κεφάλαια. Και αυτό βέβαια ισχύει για τα τρία χρόνια, που η ΕΕ και το ΔΝΤ θα δανείζουν την Ελλάδα. Όμως δεν μπόρεσε η κυβέρνηση να επιμετρήσει σωστά το μεγάλο εύρος των αρνητικών επιπτώσεων που θα προκαλέσει τελικά η λύση που προκρίθηκε.


Σχολιάστε εδώ