ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ ΜΕ ΑΝΤΙΟ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ!
Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών αναγνώρισαν ότι δεν μπορεί πλέον η Ελλάδα να αντιμετωπίσει μόνη της την κερδοσκοπική επίθεση των αγορών. Και έτσι ο πρωθυπουργός
ανήγγειλε στις 23 Απριλίου, την ημέρα της ονομαστικής του εορτής, το δώρο που προπαρασκεύαζε για τον ελληνικό λαό: την προσφυγή μας στο ΔΝΤ. Από τη Γερμανία
η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ του απάντησε, την ίδια μέρα, ότι για να δοθεί δάνειο στην Ελλάδα μέσω του σχεδίου στήριξης θα πρέπει να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των κρατών της Ευρωζώνης και κυρίως της Γερμανίας. Και πρόσθεσε ότι το ΔΝΤ, η Κομισιόν και η ΕΚΤ θα πρέπει να
αποφασίσουν αν χρειάζεται η Ελλάδα ένα πρόγραμμα βοήθειας προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα του ευρώ.
Με άλλα λόγια, στο αίτημα του κ. Παπανδρέου για ενεργοποίηση του σχεδίου στήριξης η κ. Μέρκελ θέτει βασικό κριτήριο όχι φυσικά τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας αλλά την εξασφάλιση της σταθερότητας του ευρώ. Λίγη ώρα ύστερα από τη δήλωση αυτή της Μέρκελ εκδόθηκε κοινή ανακοίνωση της Κομισιόν, της προεδρίας του Eurogroup και της ΕΚΤ σύμφωνα με την οποία «η υποστήριξη της Ελλάδος θα βασίζεται στο πρόγραμμα που προετοιμάζεται τώρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ».
Στο επίκεντρο λοιπόν βρίσκεται το ΔΝΤ και οι απαιτήσεις του για την οικονομική πολιτική που θα πρέπει να
ακολουθήσει η Ελλάδα. Να γιατί ο υπουργός Οικονομικών βρέθηκε τις μέρες αυτές στις ΗΠΑ και είχε συναντήσεις με τον επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν. Το ΔΝΤ έχει αντιρρήσεις, καθώς φαίνεται, να δανειοδοτήσει την Ελλάδα αν προηγουμένως δεν ξεκαθαρίσει απόλυτα και δεν έχει ενεργοποιηθεί ο δανεισμός της Ελλάδος από τα κράτη της ΕΕ. Έτσι λοιπόν πέφτουμε σε έναν φαύλο κύκλο: Από τη μια η Μέρκελ θέλει να ακολουθήσουμε με απόλυτη αυστηρότητα τις συνταγές του ΔΝΤ σε βάθος χρόνου και όχι μόνο για το 2010 (κι αυτό αποτελεί προϋπόθεση εκ μέρους της Γερμανίας για συμμετοχή στο σχέδιο στήριξης) και από την άλλη το ΔΝΤ θέλει να προηγηθούν στον δανεισμό τα κράτη της ΕΕ και μετά να χορηγήσει αυτό το μερίδιό του στον δανεισμό της Ελλάδος.
Έτσι η Ελλάδα, που πρέπει οπωσδήποτε μέχρι τις 19 Μαΐου να πληρώσει ληξιπρόθεσμο χρέος ύψους 12 δισ. ευρώ, βρίσκεται αντιμέτωπη με τη διαφωνία ΕΕ και ΔΝΤ για το ποιος θα κάνει την αρχή. Και το ερώτημα είναι γιατί ο ένας περιμένει το εναρκτήριο λάκτισμα να δοθεί από τον άλλον; Και μάλιστα όταν η Ελλάδα καίγεται για να μπορέσει να δανειστεί μέχρι τις 19 Μαΐου;
Πολλές εξηγήσεις μπορούν να δοθούν στο παιχνίδι αυτό. Χρονοτριβούν ίσως για να περάσει η κρίσιμη αυτή ημερομηνία οπότε η Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη, αν δεν εξασφαλίσει δάνειο, να κηρύξει παύση πληρωμών; Μήπως αυτό επιδιώκει η κ. Μέρκελ για να τεθεί η χώρα μας εκτός Ευρωζώνης; Είναι μια δικαιολογημένη απορία που ασφαλώς κρύβει κάποιες επιθυμίες των κρατών μελών της Ευρωζώνης που ακολουθούν τη γερμανική συμπεριφορά. Μια άλλη εξήγηση της χρονοτριβής είναι ότι η Γερμανία (κυβέρνηση και λαός) επιθυμούν να μη δημιουργηθεί προηγούμενο στήριξης αδύναμων κρίκων της Ευρωζώνης σε βάρος των γερμανικών συμφερόντων. Όμως, ανεξάρτητα από το ποια εκδοχή είναι η πραγματική, ένα είναι γεγονός. Ότι αν εξαναγκαστούν οι αδύναμοι κρίκοι να αποχωρήσουν από την Ευρωζώνη, αυτό θα πλήξει τα οικονομικά συμφέροντα και της Γερμανίας, καθώς η Ευρωζώνη διευκολύνει αφάνταστα τις εξαγωγές των ισχυρών οικονομικά χωρών μελών της και η Γερμανία μαζί με τη Γαλλία συγκαταλέγονται στις δύο ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης.
Αυτήν την πραγματικότητα ουσιαστικά αναγνώρισε και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών κ. Σόιμπλε, ο οποίος την Τρίτη (27/4) δήλωσε ότι η Γερμανία δεν θα αφήσει την Ελλάδα να καταρρεύσει. Ανεξάρτητα από το ποια εκδοχή είναι αυτή που ανταποκρίνεται στις πραγματικές διαθέσεις της γερμανικής κυβέρνησης, θα πρέπει να δεχτούμε
ότι οι εκ διαμέτρου αντίθετες τοποθετήσεις κυβερνητικών παραγόντων των ισχυρών κρατών μελών της ΕΕ και
αξιωματούχων της Ευρωζώνης δημιουργούν ένα κλίμα που γεννά με τις παλινωδίες αμφισβητήσεις, καθόσον αφορά την τελική στάση της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Για τον λόγο αυτόν ο κ. Παπακωνσταντίνου κατά την τελευταία επίσκεψή του στις ΗΠΑ αντιμετώπισε τον προβληματισμό και τη διστακτικότητα του ΔΝΤ σε ό,τι αφορά τη χορήγηση δανείου προς την Ελλάδα. Το Ταμείο θέλει να ξεκαθαρίσει απόλυτα ότι θα ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός στήριξης της Ελλάδος από την ΕΕ, όπως προβλέπει το σχέδιο στήριξης της 25ης Μαρτίου. Θέλει να γνωρίζει ακριβώς τα ποσά που θα καταβάλουνε οι χώρες της ΕΕ που θα συμμετάσχουν στον δανεισμό μας. Και τις δεσμεύσεις που θα αναλάβουν για τη μελλοντική στήριξη της Ελλάδος τα προσεχή τρία χρόνια, στα οποία υπολογίζεται ότι θα υπάρχουν έντονες δημοσιονομικές δυσκολίες για τη χώρα μας. Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, καθώς καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει από το εθνικό της κοινοβούλιο πιστώσεις σε βάθος τριών ετών, καθώς όλων των κρατών οι προϋπολογισμοί είναι ετήσιας διάρκειας.
Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις που έγιναν στην Ουάσινγκτον και συνεχίζονται, έχουν στόχο την επίλυση αυτών των προβλημάτων. Και ενώ η προθεσμία τρέχει προς τις 19 Μαΐου και ακόμη υπάρχουν σημαντικά θέματα για επίλυση, η Ελλάδα αποδυναμώνεται διαπραγματευτικά φοβούμενη ότι δεν θα μπορέσει να έχει ληφθεί οριστική απόφαση μέχρι την κρίσιμη ημερομηνία. Έτσι παραδίδεται στα χέρια, για να μην πούμε στις δαγκάνες, του ΔΝΤ το οποίο έχει τον πρώτο λόγο για τα μέτρα που πρέπει να λάβει η Ελλάδα. Και έναντι των αυστηρών μέτρων λιτότητας στα οποία τελικά θα μας υποχρεώσει το ΔΝΤ, η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή είναι χωρίς κανένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα.
Η υπερβολική αύξηση των spreads που απαιτούν οι κερδοσκόποι της χρηματοπιστωτικής αγοράς έχει κλείσει πλέον τη διέξοδο του ιδιωτικού δανεισμού της Ελλάδος. «Ελπίζαμε», δήλωσε ο πρωθυπουργός από το Καστελλόριζο η απόφαση για τη σύσταση μηχανισμού χρηματοδότησης θα αρκούσε για να ηρεμήσει και να συνετίσει τις αγορές ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη χρηματοδότηση της χώρας μας από τη χρηματοπιστωτική αγορά με τα φυσιολογικά επιτόκια που επικρατούν για τις δανειοδοτήσεις και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Οι αγορές όμως δεν ανταποκρίθηκαν». Όμως γιατί να ανταποκριθούν; Οι κερδοσκόποι δεν τρώνε κουτόχορτο ούτε παρασύρονται από λογοπαίγνια και παχιά λόγια των επίσημων κυβερνητικών παραγόντων. Απλώς σταθμίζουν την πραγματικότητα και η πραγματικότητα είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση πρώτη δήλωσε μερικές μέρες μετά την ορκωμοσία της ότι εξελέγη από τον ελληνικό λαό για να γλιτώσει τη χώρα από τη χρεοκοπία. Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, ο κ. Παπανδρέου διαλαλούσε συνεχώς ότι «υπάρχουν χρήματα». Και ύστερα από λίγες ημέρες δήλωσε ότι η Ελλάδα είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Έτσι, δεν φταίνε οι εταιρείες αξιολόγησης για την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας. Εμείς τους δώσαμε την αφορμή. Ο πρωθυπουργός σπατάλησε πολύτιμο χρόνο σε επισκέψεις στο εξωτερικό, όπου παρουσίαζε το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδος πελώριο, ενώ θα έπρεπε να σπεύσει να δανειστεί πρώτα με τα χαμηλά spreads που ίσχυαν το τρίμηνο Οκτωβρίου – Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου 2009 και μετά να δημοσιοποιεί τη δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας.
Και ο πρωθυπουργός δεν είναι άπειρος, έχει διατελέσει υπουργός Εξωτερικών, γεγονός που θα έπρεπε να του δώσει εμπειρία στον χειρισμό τέτοιων θεμάτων. Έτσι, στους έξι μήνες και πλέον που ασκεί την εξουσία η κυβέρνηση, στο θέμα του έγκαιρου δανεισμού της χώρας μας δεν κατάφερε να σημειώσει καμιά επιτυχία. Και τώρα που έφτασε ο κόμπος στο χτένι προσποιείται ότι τάχα διαπραγματεύεται τους όρους δανεισμού, ενώ στην πραγματικότητα, αφού δεν διαθέτει διαπραγματευτικά πλεονεκτήματα, δεν μπορεί τώρα παρά να δεχτεί όλους τους όρους που θα επιβάλει το ΔΝΤ, η Γερμανία και η ΕΚΤ, η περίφημη δηλαδή Τρόικα.
Ο πρωθυπουργός έδωσε την εντύπωση, και ευχόμαστε να είναι πεπλανημένη, ότι από την αρχή της κυβερνητικής του θητείας θέλησε να κατασκευάσει μια επικοινωνιακή βόμβα πολλών μεγατόνων με πυρίτιδα τις δημοσιονομικές δυσχέρειες και την οικονομική τρομοκρατία. Τη βόμβα αυτή προφανώς ήθελε να την εκτοξεύσει
εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων, με απώτερο στόχο να εξασφαλίσει τη μακροημέρευσή του στην εξουσία. Αυτή η βόμβα όμως δυστυχώς έσκασε στα χέρια του. Και είναι πλέον ο πρωθυπουργός που έφερε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, με την ανοχή βέβαια και της ΕΕ.
Και για να τελειώνουμε τη σημερινή μας ανάλυση, θα πρέπει να τονίσουμε ότι η λύση που δόθηκε με την ανάμειξη του ΔΝΤ θα σφραγίσει για πάρα πολλά χρόνια τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και θα μας καταδικάσει σε μακροχρόνια και βαθιά ύφεση.