Για αλαζονεία και υπεροψία κατηγορεί η ΠΑΣΚΕ Παπακωνσταντίνου – Ραγκούση!
Η συνδικαλιστική αυτή έκρηξη πυροδοτείται από την προώθηση τριών κυβερνητικών νομοσχεδίων (φορολογικό, ασφαλιστικό, εργασιακό), τα οποία «στραγγίζουν» δικαιώματα και πλήττουν την κοινωνική συνοχή, σύμφωνα με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες.
Οι απεργιακές αποφάσεις και κινητοποιήσεις στηρίζονται από το σύνολο των συνδικαλιστικών παρατάξεων (ΠΑΣΚΕ – ΠΑΣΚ/ΔΥ, ΔΑΚΕ, ΠΑΜΕ, Αυτόνομη Παρέμβαση) και από μόνο του το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την κοινωνική απομόνωση της κυβερνητικής επιλογής στον οικονομικό, ασφαλιστικό και κοινωνικό τομέα. Καθώς όμως η ΠΑΣΚ/ΔΥ και η ΠΑΣΚΕ πρωτοστατούν στις αντιδράσεις (με απομονωμένους τους ελάχιστους συνδικαλιστές σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα που υποστηρίζουν τον Γ. Παπανδρέου «στην προσπάθεια για σωτηρία της ελληνικής οικονομίας και της χώρας»), έχουν καταστεί και στόχος πιέσεων, θεμιτών και αθέμιτων από κυβερνητικά και κομματικά στελέχη.
Έτσι, η ΠΑΣΚ/ΔΥ απηύθυνε επιστολή προς τον πρωθυπουργό, στην οποία, αφού αναλύει τους λόγους για τους οποίους τη βρίσκουν αντίθετη οι μειώσεις των αποδοχών και των συντάξεων που βαθαίνουν την ύφεση και δεν εξευμενίζουν τις αγορές, καταγγέλλει ότι οι υπουργοί Γιώργος Παπακωνσταντίνου και Γιάννης Ραγκούσης, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της παράταξης για συζήτηση των κρίσιμων μέτρων που λαμβάνονται στον δημόσιο τομέα, «αλαζονικά και περιφρονητικά αγνόησαν τις εκκλήσεις τους για συνάντηση και αυθαίρετα προχώρησαν στην κατάρτιση των σχεδίων τους, διαμηνύοντας ότι δεν υπάρχει λόγος για να πραγματοποιηθεί μια τέτοια συνάντηση». Είναι άγνωστο αν η ΠΑΣΚΕ, στην επιστολή της αυτή, ζήτησε συνάντηση με τον πρωθυπουργό, όμως πληροφορούμαστε πως μέχρι στιγμής παραμένει αναπάντητη, δημιουργώντας ερωτηματικά και οργή ανάμεσα στους συνδικαλιστές που πρόσκεινται στο κυβερνών κόμμα.
Επιπλέον, εντείνονται οι προτροπές προς τους συνδικαλιστές, τόσο της ΠΑΣΚ/ΔΥ όσο και της ΠΑΣΚΕ, να αλλάξουν τακτική (;) προκειμένου να συμβάλουν στην άμβλυνση των αντιδράσεων και στον μετριασμό της κοινωνικής αναταραχής. Και επειδή κάτι τέτοιο δεν επιτυγχάνεται, επιστρατεύονται επιχειρήματα περί τροποποίησης του Ν. 1264/82 για τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων (ο νόμος είχε ψηφιστεί επί υπουργίας του Απ. Κακλαμάνη στο υπουργείο Εργασίας).
Σε στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού, ο επικεφαλής της ΠΑΣΚ/ΔΥ Σπ. Παπασπύρος είπε ξεκάθαρα ότι είναι έτοιμος να φύγει αν δεν αρέσει η στάση του και προκάλεσε ανοιχτά τους «κομματικούς πατριώτες» να δημιουργήσουν, αν το επιθυμούν, τις προϋποθέσεις ανατροπής του στο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ που θα γίνει στις αρχές του ερχόμενου Δεκεμβρίου.
Άλλη τακτική ακολουθείται για την ηγεσία της ΠΑΣΚΕ στη ΓΣΕΕ. Οι πληροφορίες που διαρρέουν είναι ότι ο πρόεδρος Γιάννης Παναγόπουλος έχει εκχωρήσει σε κυβέρνηση και ΠΑΣΟΚ την υποστήριξη της παράταξης, παρά την πάγια αντιπαράθεση στην οποία βρίσκεται με τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Ανδρέα Λοβέρδο. Οι διαρροές αυτές έχουν εξοργίσει τόσο τον Γ. Παναγόπουλο όσο και κορυφαία στελέχη της ΠΑΣΚΕ (Στ. Ανέστη, Φιλ. Θωμά, Βαγ. Μουτάφη), που αντιδρούν με δριμύτητα. Ο κ. Ανέστης μάς είπε χαρακτηριστικά ότι η ΠΑΣΚΕ είναι από τις ελάχιστες φορές που κρατά ενιαία και αποφασιστική στάση απέναντι στα κυβερνητικά μέτρα και ουδείς είναι διατεθειμένος να ενδώσει. Η ΠΑΣΚΕ αποδίδει τις διαρροές αυτές σε μια προσπάθεια αποδυνάμωσης του ρόλου και του κύρους της, καταγγέλλει ότι η ΓΣΕΕ αγνοήθηκε πλήρως στη διαδικασία κατάρτισης τόσο του εργασιακού όσο και τους ασφαλιστικού νομοσχεδίου και προειδοποιεί πως θα είναι μόνιμη και διαρκής η αντίδραση της παράταξης στα συγκεκριμένα σχέδια. Το κορυφαίο στέλεχος της ΠΑΣΚΕ και της ΓΣΕΕ χαρακτηρίζει απαράδεκτη, αδιέξοδη και αντικοινωνική την κυβερνητική πολιτική και υπογραμμίζει ότι δεν αποκλείεται, εφόσον οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και συγκεκριμένες, να ληφθεί απόφαση για απεργιακή κινητοποίηση την Πέμπτη και στον ιδιωτικό τομέα.
Πάντως, στελέχη της ΠΑΣΚ/ΔΥ και της ΠΑΣΚΕ αναφέρουν ότι επαπειλείται «υπόγειος πόλεμος» σε βάρος των δύο προέδρων (Παπασπύρου, Παναγόπουλου) για να τους «συνθλίψουν» και να τους αντικαταστήσουν με «πιο βολικούς εκπροσώπους», με τη διαφορά, υπογραμμίζουν τα στελέχη αυτά, ότι «σε αυτήν τη φάση τέτοιοι εκπρόσωποι δεν υπάρχουν». Είναι προφανές ότι ξεκίνησε και σε συνδικαλιστικό επίπεδο άλλης μορφής αναμέτρηση, που μέχρι στιγμής «δεν βγαίνει» στους κυβερνητικούς και κομματικούς αξιωματούχους.