Κλείνει το παράθυρο για τις off-shore!
δΔεν γνωρίζουμε πόσο συχνά διαβάζουν το «Π» στο υπουργείο Οικονομικών, φαίνεται, πάντως, ότι για ένα σοβαρό φορολογικό θέμα που μόνο η εφημερίδα μας το ανέδειξε από τις στήλες της ελήφθη μέριμνα στο νομοσχέδιο της φορομεταρρύθμισης. Επιτέλους, το υπουργείο Οικονομικών αποφάσισε να κλείσει το παράθυρο που έμενε διάπλατα ανοικτό για χρόνια, επιτρέποντας στις ελληνικές εταιρείες να μεταφέρουν μέσω offshore εταιρειών μεγάλο μέρος των εισοδημάτων τους σε φορολογικούς παραδείσους ή σε χώρες εντός (βλ. Κύπρος) και εκτός Ευρωζώνης με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (φορολογικός συντελεστής χαμηλότερος από το μισό τού εδώ ισχύοντος συντελεστή).
δΜε το Κεφάλαιο Ζ’ του φορολογικού νομοσχεδίου, με τον τίτλο «Πληρωμές προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κρατών μη συνεργάσιμων στον φορολογικό τομέα ή κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς», αυτής της μορφής η φοροαποφυγή, δηλαδή η νομότυπη φοροδιαφυγή, τελειώνει οριστικά. Ορίζεται, ειδικότερα, ότι οποιαδήποτε πληρωμή από ελληνική εταιρεία σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εδρεύει σε φορολογικό παράδεισο ή σε χώρα με προνομιακό φορολογικό καθεστώς δεν θα εκπίπτει στο εξής, αρχής γενομένης από 1/1/2010, από το εισόδημα των ελληνικών εταιρειών.
δΔεν μπορεί κανείς εύκολα να υπολογίσει το μέγεθος της πρόσθετης φορολογικής βάσης που δημιουργείται με αυτήν τη διάταξη, αλλά είναι γνωστό σε
όσους ασχολούνται με το θέμα ότι κάθε χρόνο έκαναν… φτερά προς τους φορολογικούς παραδείσους εισοδήματα δισεκατομμυρίων, με τιμολόγια υπεράκτιων εταιρειών, τα οποία στη συνέχεια εμφανίζονταν στην εφορία και εξασφάλιζαν στις εταιρείες έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος. Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν κυνηγάει μόνο τα «μικρά ψάρια», αλλά άπλωσε τα δίχτυα του και για τα «μεγάλα ψάρια», που ως τώρα ξεγλιστρούσαν. Το σωστό να λέγεται…
δΠολλή κουβέντα για τα καύσιμα και για το πλαφόν σε οκτώ νομούς γίνεται τις τελευταίες ημέρες, αλλά λίγη ουσία έχουν όλα αυτά σε μια αγορά όπου ο ανταγωνισμός είναι αγαθό εν ανεπαρκεία, με βάση το ίδιο το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της. Για ποια διαμόρφωση των τιμών με όρους ανταγωνισμού μπορούμε να μιλήσουμε, άραγε, όταν οι ίδιες οι κυβερνήσεις θάβουν όσο πιο βαθιά μπορούν το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού που διαπίστωσε όλες τις ρυθμιστικές στρεβλώσεις, που ουσιαστικά απαγορεύουν τον υγιή ανταγωνισμό;
δΓια ποιον ανταγωνισμό μιλάμε, άραγε, όταν οι όμιλοι των δύο καθετοποιημένων διυλιστηρίων ελέγχουν το 100% στο στάδιο της διύλισης και πάνω από το 50% στην εμπορία, έχοντας μάλιστα και τα μεγαλύτερα δίκτυα ιδιόκτητων πρατηρίων; Τι απόφαση θα βγάλει,
άραγε, η Επιτροπή Ανταγωνισμού τον Μάιο, όταν κληθεί να εξετάσει την καταγγελία του ΣΥΝ (από το 2006…), σύμφωνα με την οποία τα δύο διυλιστήρια είχαν ταυτόσημους τιμοκαταλόγους σε όλα τα προϊόντα πλην της σούπερ αμόλυβδης; Θα βρει επιτέλους κάποιος πολιτικός το θάρρος να συγκρουσθεί με τα ολιγοπώλια των καυσίμων ή θα συνεχίζεται στον αιώνα τον άπαντα η φασαρία άνευ αποτελέσματος για τα περιθώρια κέρδους των βενζινοπωλών, που μπορεί να μην είναι άγιοι, αλλά σίγουρα δεν έχουν τη βασική ευθύνη για τα ρεκόρ ακρίβειας στα καύσιμα;