Επικαιρότητα

1 Και πάλι πολιτική κρίση στην Τουρκία με τη σύγκρουση κυβέρνησης Ερντογάν και «βαθέος κράτος» που εκπροσωπούν οι στρατιωτικοί και οι δικαστικοί. Και βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν συγκρούεται με τους στρατιωτικούς και τους δικαστικούς της χώρας αυτής. Μια συνεχής διαμάχη που ξεκίνησε από το 2004 συνεχίζεται μέχρι σήμερα και μάλιστα με εντεινόμενη οξύτητα. Πράγμα που σημαίνει ότι η συνύπαρξη μεταξύ των οπαδών του Κεμάλ Ατατούρκ και της σημερινής κυβέρνησης Ερντογάν, με τη φανερή απόκλιση προς τον ισλαμισμό, είναι, αν όχι αδύνατη, τουλάχιστον πάρα πολύ δύσκολη. Στην Τουρκία οι Ένοπλες Δυνάμεις θεωρούνται ότι είναι ο θεματοφύλακας της πολιτικής κληρονομιάς του Κεμάλ Ατατούρκ, πέρα από τα κύρια καθήκοντά τους ως εγγυητές της ασφάλειας και της ακεραιότητας της χώρας τους. Αυτή η κληρονομιά του Κεμάλ Ατατούρκ γίνεται κάθε φορά αφορμή και πρόσχημα για να επεμβαίνουν οι Ένοπλες Δυνάμεις, με τη στήριξη και της δικαστικής εξουσίας, στα καθήκοντα της κυβέρνησης. Και όποιος πρωθυπουργός θελήσει να αντισταθεί, καταργείται από τη στρατιωτική ηγεσία ή, αν αυτό είναι δύσκολο ή ακατόρθωτο, καταργείται η δημοκρατία. Και αναλαμβάνουν οι στρατιωτικοί να σώσουν το κεμαλικό κράτος. Όπως συμβαίνει με όλους τους δικτάτορες. Και φυσικά οι δικαστές νομιμοποιούν κάθε παρανομία των στρατιωτικών. Στην τωρινή όμως κρίση, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα προηγούμενα χρόνια. Ο Ερντογάν έλαβε έγκαιρα τα μέτρα του και ξεκαθάρισε το στράτευμα από τους επίδοξους «σωτήρες». Έτσι βρέθηκαν έξω από το στράτευμα με μειωμένη
ισχύ και με μόνους συμμάχους μερικούς εγκληματίες του παρακράτους.
Η Τουρκία απέφυγε να μπει, για άλλη μια φορά, στο σκοτεινό τούνελ της στρατιωτικής δικτατορίας. Η σημερινή στρατιωτική ηγεσία φαίνεται να έχει επίγνωση ότι το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία έχει αλλάξει και ότι ο στρατός πρέπει να αποφεύγει κάθε παρέμβαση στα πολιτικά δρώμενα. Άραγε η κυβέρνηση Ερντογάν θα μπορέσει να απομακρύνει τον στρατό από την πολιτική ζωή της χώρας;

2Το ταξίδι του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στη Ρωσία φαίνεται ότι απέδωσε καρπούς, καθόσον αφορά την κατασκευή αφενός του αγωγού πετρελαίου Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη και αφετέρου του αγωγού αερίου South Stream. Όπως θα πρέπει να θυμάστε, κατά την προεκλογική περίοδο ο πρωθυπουργός είχε ταχθεί εναντίον της κατασκευής αυτών των αγωγών για λόγους τάχα προστασίας του περιβάλλοντος. Τώρα οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στις συναντήσεις του με τον Πρόεδρο της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ και τον πρωθυπουργό Βλαντιμίρ Πούτιν κυριάρχησαν τα θέματα της συνέχισης των εργασιών για την κατασκευή των αγωγών, αφού ο δικός μας πρωθυπουργός δήλωσε ότι επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης είναι η συνέχιση των εργασιών και ότι δεν υπάρχουν εμπόδια πλέον για να προχωρήσουμε στην υλοποίηση, συνεργαζόμενοι με τη Βουλγαρία, από την οποία περνάνε οι δύο αυτοί αγωγοί. Από την πλευρά της Ρωσίας, ο Πούτιν δεσμεύτηκε ότι η ρωσική κυβέρνηση, ως υπεύθυνη για την εξόρυξη και τη μεταφορά του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, θα επιλύει
οποιαδήποτε ζητήματα αφορούν την
εξασφάλιση ανταγωνιστικών τιμών. Και επεσήμανε ότι οι χώρες της Ευρώπης είναι ανεξάρτητες και μπορούν να καθορίζουν μόνες τους την πολιτική τους στον ενεργειακό τομέα. Από την άποψη αυτή, για τη Ρωσία και για την Ελλάδα οι δύο αυτοί αγωγοί έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Η Ρωσία αυτήν την εποχή προβαίνει σε έρευνες μεγάλης έκτασης για καινούργια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Έτσι έχει ανάγκη μεταφοράς της αναμενόμενης αύξησης της παραγωγής τους. Και οι αγωγοί δίνουν τις δυνατότητες αξιοποίησης της παραγωγής,
αφού θα καλύπτουν τις ενεργειακές
ανάγκες της Ευρώπης. Και για την Ελλάδα τα έργα είναι σπουδαίας σημασίας, αφού θα συμβάλουν αποφασιστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Και επιπλέον θα βάλουν μέσα στο ενεργειακό παιχνίδι τη χώρα μας. Αυτά τα κατανόησε η σημερινή κυβέρνηση και για τον λόγο αυτόν έδωσε το πράσινο φως για τη συνέχιση κατασκευής των δύο αγωγών. Τώρα απομένει η Βουλγαρία να ολοκληρώσει τη μελέτη περιβαλλοντικής προστασίας, με την καθοδήγηση των ρωσικών αρμοδίων υπηρεσιών, ώστε να αρχίσει και εκεί η εκτέλεση των έργων. Στην επενδυτική αδράνεια που χαρακτηρίζει τη σημερινή κατάσταση, η εκτέλεση αυτών των μεγάλων αναπτυξιακών έργων είναι πραγματική «ανάσα ζωής» για την οικονομία της χώρας μας.


Σχολιάστε εδώ