Ο… ΚΛΗΡΟΣ ΕΠΕΣΕ ΣΤΟΝ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΑΒΗ Ή ΟΧΙ ΤΟΥ C4I!

Από τα πρώτα στοιχεία που φθάνουν στην Επιτροπή για την έρευνα του σκανδάλου Ζήμενς σχετικά με το σύστημα Ολυμπιακής Ασφάλειας C4I προκύπτει ότι ο κ. Μιχάλης Χριστοφοράκος δεν θα κουραστεί πολύ για να πετύχει την απαλλαγή του από την κατηγορία της απάτης εις βάρος του Δημοσίου, που του έχει αποδοθεί.
Πράγματι ο Μιχάλης Χριστοφοράκος κατηγορείται ότι εζημίωσε το Δημόσιο κατά το ποσόν των 254.999.000 ευρώ, δηλαδή κατά την αξία του τιμήματος που συμφωνήθηκε με την από 19-5-2003 σύμβαση για την προμήθεια του συστήματος Ολυμπιακής Ασφάλειας C4I, το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει παραδοθεί στο Δημόσιο σε πλήρη λειτουργία, και των 30 υποσυστημάτων που περιλαμβάνει, παρόλο που έχουν εκπνεύσει οι συμβατικές προθεσμίες εντός των οποίων έπρεπε να έχουν παραδοθεί.
Επιπλέον καταλογίζεται στον κ. Χριστοφοράκο ότι με απατηλά μέσα έπεισε το ελληνικό Δημόσιο να υπογράψει μια επιζήμια γιʼ αυτό σύμβαση, παρόλο που γνώριζε εκ των προτέρων ότι η Ζήμενς δεν διέθετε (αν είναι δυνατόν!) την κατάλληλη τεχνογνωσία και την αναγκαία υποδομή (προσωπικό, οργάνωση, μεθοδολογία) για να ανταποκριθεί στην εκτέλεση μιας τέτοιας παραγγελίας.
Δυστυχώς όμως για μια ακόμη φορά το κύρος και η συναλλακτική αξιοπιστία του Ελληνικού Δημοσίου χάνονται μέσα στον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκομένων στην υπόθεση υπηρεσιών του, που λειτουργούν ασύνδετα και ασυνάρτητα.
Έτσι από τις υπηρεσίες του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη διαβιβάζονται στην κ. Βελώνη (νομική σύμβουλο του Δημοσίου που χειρίζεται την υπόθεση) έγγραφα, στα οποία αναφέρεται ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει υποστεί καμία βλάβη από την σύμβαση αυτή.
Όμως χωρίς βλάβη του απατηθέντος δεν υπάρχει απάτη (άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα). Επιπλέον αναφέρουν ότι τόσο το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, που αρχικά υπέγραψε την από 19-5-2003 σύμβαση προμήθειας του C4I, όσο και το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (τότε Δημόσιας Τάξης), που στη συνέχεια από το έτος 2006 χειρίστηκε για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου την υπόθεση, δεν είχαν ως αντισυμβαλλόμενό τους τη Ζήμενς αλλά την εταιρία SAIC.
Επομένως ο κ. Χριστοφοράκος ουδέποτε διαπραγματεύθηκε με το Δημόσιο για την προμήθεια του C4I και άρα είναι αδύνατο να το έχει εξαπατήσει.
Τέλος στο από 7-2-2010 ενημερωτικό σημείωμα του προϊσταμένου του Κλάδου Οικονομοτεχνικών και Πληροφορικής του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας αναφέρεται: «Επειδή η παραλαβή του συστήματος C4I έγινε με ελλείψεις – αποκλίσεις ύψους 20.667.195 ευρώ, προϋπόθεση απαραίτητη για την οριστική του παραλαβή από τον έχοντα την οικονομική εξουσία» (άρθρο 69 παρ. 2 Π.Δ. 284/89). Την εξουσία αυτή κατά τον χρόνο παραλαβής, ήτοι την 14η-11-2008 είχε ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών κ. Μαρκογιαννάκης, ο οποίος όμως μέχρι το τέλος της θητείας του δεν είχε αποδεχθεί την παραλαβή, με αποτέλεσμα η προμηθεύτρια εταιρεία SAIC να έχει προσφύγει στη Διαιτησία.
Με τα δεδομένα αυτά η υπόθεση αυτή, παρά το τεράστιο οικονομικό της αντικείμενο, φαίνεται να καρκινοβατεί όχι μόνο στο ποινικό αλλά και στο διοικητικό μέρος. Πέντε μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο νέος υπουργός κ. Μιχ. Χρυσοχοΐδης, ενώ καθημερινά βοά ο Τύπος και η κοινή γνώμη έχει σκανδαλιστεί, εντούτοις μέχρι σήμερα παρατείνει την εκκρεμότητα αυτή, η οποία ουσιαστικά νομιμοποιεί τον κ. Χριστοφοράκο και τους συνεταίρους του.
Η νέα ηγεσία του υπουργείου πρέπει να διαχειριστεί την «καυτή πατάτα» του C4I, που επιμένει να κρατάει στα χέρια της σφυρίζοντας αδιάφορα, κατά τρόπο που να διασφαλίζει τα συμφέροντα του Δημοσίου: Ή θα δεχθεί την παραλαβή του C4I, οπότε ο κ. Χριστοφοράκος είναι αθώος, ή θα απορρίψει την παραλαβή του ενισχύοντας ουσιαστικά την εναντίον του κατηγορία.
Ο υπουργός δηλαδή που υπέγραψε στις 19 Μαρτίου 2003 τη σύμβαση για το C4I είναι ο ίδιος που σήμερα του έλαχε να πρέπει να υπογράψει την παραλαβή του. Και το δίλημμα που έχει μπροστά του δεν είναι απλή υπόθεση.
Θυμίζουμε ότι υφυπουργός Δημόσιας Τάξης που είχε χειριστεί στην αρχή το περιβόητο C4I ήταν ο Βαγγέλης Μαλέσιος, που εξαιτίας της υπόθεσης αυτής βρέθηκε εκτός πολιτικής.
Πρωτοφανές «αλισβερίσι»
Βόρβορος ο ΟΤΕ, καθώς η έρευνα της Εξεταστικής Επιτροπής που ερευνά το σκάνδαλο της Ζήμενς φέρνει στο φως στοιχεία από τα οποία προκύπτει ένα πρωτοφανές «αλισβερίσι» με τις προμήθειες του Οργανισμού. Βουλευτές που μετέχουν στην Επιτροπή κάνουν λόγο για εμπλοκή διοικητών, μελών των διοικητικών συμβουλίων, διευθυντικών στελεχών, ακόμη και συνδικαλιστών, ενώ υπογραμμίζουν ότι τις τελευταίες δεκαετίες ο ΟΤΕ ανήκε κατά το ένα ήμισυ στη Ζήμενς και κατά το άλλο ήμισυ στην Ιντρακόμ του Σωκρ. Κόκκαλη. Παρά τα στοιχεία που έρχονται στο φως, οι βουλευτές εκτιμούν ότι η έρευνα δεν θα αποφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα με τον καταλογισμό ευθυνών σε συγκεκριμένα πρόσωπα, αν προηγουμένως δεν ανοίξουν οι λογαριασμοί σε τράπεζες στην Ελβετία.
Κόλαφος για Καστανίδη
«Κόλαφο» για τον υπουργό Δικαιοσύνης αποτελεί η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου (με ψήφους 9 προς 2) με την οποία ο πρώην ανακριτής της υπόθεσης Ζήμενς Ν. Ζαγοριανός θα συνεχίσει να ασκεί κανονικά τα καθήκοντά του.
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Καστανίδης είχε υποβάλει ερώτημα προς το Δικαστικό Συμβούλιο ζητώντας ουσιαστικά να τεθεί εκτός δικαστικού σώματος ο κ. Ζαγοριανός, το οποίο και απορρίφθηκε με… πανηγυρικό τρόπο. Στην απόφασή του το Συμβούλιο σημειώνει ότι τα στοιχεία που προέκυψαν από τη σχετική έρευνα δεν κρίθηκαν επαρκή για να θεμελιώσουν μια τέτοια απόφαση.


Σχολιάστε εδώ