«Μεγάλος αδελφός» της οικογένειας Μητσοτάκη ήταν ο Χριστοφοράκος!

Σύμφωνα με τον μάρτυρα, ο πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γιώργος Σανιδάς ήταν ο σχεδιαστής και ο ανακριτής Νίκος Ζαγοριανός το εκτελεστικό όργανο. Μάλιστα είπε ότι ο τελευταίος επελέγη γιατί ήταν εύκολα χειραγωγήσιμος, ότι λειτούργησε περισσότερο ως πολιτικό φερέφωνο και λιγότερο ως ανεξάρτητος δικαστής και ζήτησε να αρθεί το τηλεφωνικό απόρρητο του ανακριτή ώστε να αποκαλυφθούν οι δεσμοί των δύο δικαστικών κατά τη διάρκεια της δικαστικής έρευνας. Υποστήριξε επιπροσθέτως ότι αν και ο ίδιος κατέθεσε από τον Μάιο του 2008 στοιχεία από καταθέσεις στελεχών και διακινητών των μαύρων ταμείων της Ζήμενς στη Γερμανία, τα οποία περιείχαν αποκαλύψεις για χρηματισμό πολιτικών, ο φάκελος δεν στάλθηκε ποτέ στη Βουλή. Ο κ. Μαντζουράνης είπε επίσης ότι επειδή προέκυπταν ερευνητέες επαφές πολιτικών από τα δύο μεγάλα κόμματα με τον Μ. Χριστοφοράκο, ο Ν. Ζαγοριανός δεν έδινε τα έγγραφα στους κατηγορούμενους, ενώ πρόσθεσε ότι παρότι δεν μπορούσε να προκύψει υποψία ύποπτης συναλλαγής, ο Μιχάλης Χριστοφοράκος είχε στενή συμβιωτική σχέση με την οικογένεια Μητσοτάκη όπου λειτουργούσε ως «ο μεγάλος αδελφός» που φρόντιζε για όλα, από οικοσυσκευές μέχρι τηλεφωνικά κέντρα.
Στο μεταξύ, αύριο ανοίγει στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής ο φάκελος των συμβάσεων του ΟΤΕ από το 1997 και πρώτοι μάρτυρες που θα εξεταστούν θα είναι οι διατελέσαντες διαχρονικώς πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι και μέλη των διοικήσεων του ΟΤΕ, δηλαδή οι Νίκος Μανασής, Ελευθέριος Αντωνακόπουλος, Δημήτριος Παπούλιας, Γιώργος Χρυσολούρης, Νικήτας Μπαριτάκης, Απόστολος Μπαράτσας και Γιώργος Συμεωνίδης. Παράλληλα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Σήφης Βαλυράκης ζήτησε από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοΐδη να ενημερώσει τα μέλη για την παραλαβή και λειτουργία του συστήματος ασφαλείας CFI.
Σημειώνεται τέλος ότι σύμφωνα με τη Νομική Σύμβουλο του Κράτους Ευγενία Βελώνη που πήρε εντολή τον Ιούλιο του 2008 από τον τότε υπουργό Οικονομικών να διερευνήσει το θέμα, δεν διαπιστώθηκε ζημία του ελληνικού Δημοσίου από τις συμβάσεις που υπογράφηκαν τα τελευταία έτη με τη Ζήμενς.
Και το Βατοπέδι
Στο περιθώριο των κυβερνητικών χειρισμών βρέθηκε η Εξεταστική Επιτροπή για τη διερεύνηση του σκανδάλου της Μονής Βατοπεδίου μετά την εντολή του υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με την οποία ανακαλείται η πράξη του πρώην υπουργού κ. Παπαθανασίου για την αποδοχή της γνωμοδότησης του ΝΣΚ που προέβλεπε την επιστροφή των ακινήτων που είχαν περιέλθει στη Μονή Βατοπεδίου. Η γνωμοδότηση της πλειοψηφίας του ΝΣΚ πρότεινε την αποδοχή, υπό όρους, της πρότασης της Μονής Βατοπεδίου να επιστρέψει στο ελληνικό Δημόσιο όσα ακίνητα, από τα ανταλλαγέντα με τη Βιστωνίτιδα, βρίσκονταν ακόμη στην κατοχή της καθώς και το τίμημα όσων από αυτά μεταβιβάστηκαν σε τρίτους, ενώ προσέθετε ότι το ζήτημα της κυριότητας της λιμνοθάλασσας και των παραλιμνίων εκτάσεων θα λυθεί στα δικαστήρια. Οι χειρισμοί του κ. Παπακωνσταντίνου προκάλεσαν την αντίδραση των βουλευτών της ΝΔ στην Εξεταστική Επιτροπή. Χαρακτηριστικά ο Νίκος Δένδιας είπε ότι προκάλεσε «αλγεινή εντύπωση» η δημοσιοποίηση της απόφασης πρώτα στον Τύπο και εκ των υστέρων στην Επιτροπή.
Εξεταζόμενος ο πρόεδρος του ΝΣΚ Γ. Τζεφεράκος, διατύπωσε την άποψη ότι η απόφαση του υπουργού Οικονομικών θα επιφέρει περαιτέρω καθυστέρηση στην επιστροφή των ακινήτων στο Δημόσιο.
Ο μειοψηφών νομικός σύμβουλος Παναγιώτης Κιούσης, που επέμεινε το 2009 να απορριφθεί η συμβιβαστική πρόταση της Μονής Βατοπεδίου και να επιστρέψει στο Δημόσιο τα ακίνητα που της είχαν παραχωρηθεί (η μειοψηφία είχε επίσης προκρίνει τη δικαστική διαμάχη στα κατά τόπους δικαστήρια σχετικά με την κυριότητα των οικοπέδων με την οποία συγκλίνει η απόφαση Παπακωνσταντίνου) υποστήριξε ότι δεν πρέπει να υπάρχει υπόνοια ότι το Δημόσιο αναγνωρίζει την ύπαρξη εκκρεμότητας με τη Μονή Βατοπεδίου. Ο δε καθηγητής Μιχάλης Σταθόπουλος, στην κατάθεσή του, αν και δέχτηκε ότι η απόφαση της πλειοψηφίας του ΝΣΚ που είχε υιοθετήσει η προηγούμενη κυβέρνηση συντομεύει τις διαδικασίες επιστροφής κάποιων ακινήτων στο Δημόσιο, είπε ότι είναι προτιμότερη η απόφαση του κ. Παπακωνσταντίνου για προσφυγή στη Δικαιοσύνη, γιατί δεν αποκλείεται η Μονή που προτείνει τον συμβιβασμό, και δεν φαίνεται να κερδίζει τίποτα, να έχει κάτι στο μυαλό της, όπως ενδεχομένως ότι αναγνωρίζοντας το Δημόσιο την καλοπιστία της αποσείει από πάνω της και τις ποινικές ευθύνες.
Όσο για τον αντιπρόεδρο του ΝΣΚ Δημήτρη Αναστασόπουλο, που ήταν εισηγητής στη γνωμοδότηση που υιοθέτησε ο τέως υπουργός Οικονομικών Γ. Παπαθανασίου, υποστήριξε ότι δεν έγινε συμβιβασμός με τη Μονή και ότι η προσπάθεια ήταν να σωθούν τα ακίνητα, χωρίς να δώσει τίποτα στο Δημόσιο.
Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ κατήγγειλαν προσπάθειες της κυβέρνησης της ΝΔ το πρώτο εξάμηνο του 2009 για να κλείσει η υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου με συμβιβασμό με το Δημόσιο. Αναφέρθηκαν σε στενή επικοινωνία, εν γνώσει του υπουργείου Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης, της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και της Μονής Βατοπεδίου, πριν μάλιστα εκδοθεί η γνωμοδότηση της ολομέλειας του ΝΣΚ, ενώ τονίστηκε παράλληλα ότι η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων δεν προχώρησε σε κανέναν έλεγχο σε σχέση με τα χρηματικά ποσά που διακινήθηκαν στην υπόθεση.


Σχολιάστε εδώ