Πότε το φως στο τούνελ;
Μια αντικειμενική ματιά στα μέτρα της κυβέρνησης στον εισοδηματικό και φορολογικό τομέα αποκαλύπτει μια προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να μη θιγούν σημαντικά μηνιαία εισοδήματα έως 2.000 ευρώ τον μήνα. Γιʼ αυτό και δίνεται αύξηση στις συντάξεις έως τα 2.000 ευρώ. Ό,τι χάνει ένας μισθωτός καθαρών αποδοχών 2.000 ευρώ από την περικοπή επιδομάτων αναπληρώνεται εν μέρει με τη φορολογική ελάφρυνση που προκύπτει για ετήσια εισοδήματα έως 40.000 ευρώ. Έγινε λοιπόν μια προσπάθεια από την κυβέρνηση να μην πληρώσουν το μάρμαρο της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης τα χαμηλά εισοδήματα.
•Ωστόσο το πάγωμα των αμοιβών στο Δημόσιο και η οριζόντια περικοπή του 10% των επιδομάτων εκ των πραγμάτων περιορίζουν το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών. Κι ενώ η κρατούσα κατάσταση εξήγησε επαρκώς το μέγεθος της κρίσης στα δημόσια οικονομικά, ουδόλως ασχολήθηκε με το χρονοδιάγραμμα εξόδου από την κρίση και πολύ περισσότερο με τη δίκαιη αναπλήρωση αύριο των «χαμένων» του σήμερα. Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου οφείλει, εκτός από την έκκληση «να βάλουν όλοι πλάτη» ώστε να βγούμε από την κρίση, να πει καθαρά ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα «εξόδου» και τι μέλλει γενέσθαι με τις απώλειες εισοδήματος εκείνων «που βάζουν πλάτη», ιδιαίτερα όταν αυτοί ανήκουν στα χαμηλά και στα μεσαία εισοδήματα.
•Κατά τη γνώμη μας, το φορολογικό νομοσχέδιο όντως στοχεύει στο να πληρώσουν όλοι ανάλογα με το εισόδημά τους. Όμως άλλο η στόχευση κι άλλο το αποτέλεσμα – και εκ του αποτελέσματος θα κριθεί η κυβέρνηση. Πάντως, στο φορολογικό διατηρείται η υπερφορολόγηση των νοικοκυριών στα οποία εργάζεται μόνο ένα μέλος. Έτσι, ένα τέτοιο νοικοκυριό που εργάζεται ένα μέλος του και έχει ετήσιο εισόδημα άνω των 60.000 ευρώ φορολογείται με 40% ανώτατο συντελεστή, ενώ ένα άλλο στο οποίο εργάζονται δύο μέλη, παρότι μπορεί να συγκεντρώνουν πολύ μεγαλύτερο εισόδημα από 60.000 ευρώ (αθροιστικά), όχι μόνο δεν φορολογείται με 40% συντελεστή, αλλά επειδή σπάει στα δύο έχει και φορολογική ελάφρυνση. Δύο μέτρα και δύο σταθμά;