Ώδινεν όρος και έτεκε… Ταλάτ!

Αυτό συνέβη όχι γιατί πέτυχε να δώσει ώθηση στον διακηρυγμένο στόχο της επίσκεψής του, που ήταν η ουσιαστικοποίηση και η δυναμική ώθηση των διαπραγματεύσεων προς την κατεύθυνση της επίλυσης του κυπριακού προβλήματος, αλλά γιατί προκάλεσε βάναυσα το αίσθημα δικαίου των Κυπρίων, επισκεπτόμενος, ως μη όφειλε, τον επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στο ούτω καλούμενο «προεδρικό» του μέγαρο στα κατεχόμενα της Κύπρου.
Ο κ. Μπαν Κι Μουν αιφνιδίασε αρνητικά γιατί ως Γενικός Γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού θέλησε να νομιμοποιήσει πολιτικά εν προκειμένω τον κ. Ταλάτ, τους «θεσμούς» και τα «σύμβολά» του ως αντίστοιχα του Προέδρου Χριστόφια και του θεσμού του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι γεγονός πως η παρουσία του Γ.Γ. στην Κύπρο, μεσουσών των διαπραγματεύσεων, θα μπορούσε να βοηθήσει εάν ο Γ.Γ. ερχόταν αποφασισμένος να πιέσει και να υποδείξει τις κατευθύνσεις που έπρεπε να ακολουθηθούν, κατευθύνσεις ενταγμένες στο πλαίσιο του Χάρτη του ΟΗΕ και των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, μεταφέροντας την πίεση στη διαπραγμάτευση, όχι στην πλευρά του κ. Χριστόφια και των Ελλήνων, αλλά στην τουρκική πλευρά, που διαδηλώνει με όλα τα μέσα τη διεθνή παρανομία στο κυπριακό πρόβλημα.
Εάν ακολουθούσε αυτή την τακτική, όχι μόνο θα δικαίωνε τον ρόλο του ως Γ.Γ. του ΟΗΕ, αλλά κυρίως θα βοηθούσε στην εξισορρόπηση της διαπραγμάτευσης, πιέζοντας εκείνους οι οποίοι έχουν την υποχρέωση να κάνουν υποχωρήσεις ενισχύοντας την προοπτική της λύσης. Αντʼ αυτού, έδωσε ένα «χαστούκι» στην ελληνική πλευρά, ενίσχυσε τον κ. Ταλάτ, τον οποίο οι Αγγλοαμερικανοί επεδίωκαν via Μπαν Κι Μουν να ενισχύσουν στις επικείμενες ψευδοεκλογές των κατεχομένων, ενισχύοντας όμως εν τέλει την αδιαλλαξία των Τούρκων.
Η επίσκεψη Μπαν Κι Μουν, δεν ήταν απλώς μια αποτυχία ενεργού παρέμβασης του διεθνούς παράγοντα στο Κυπριακό, αλλά σηματοδότησε και μια αρνητική εξέλιξη στην ίδια τη διαπραγμάτευση, αφού κάτι τέτοιο ενισχύει αναμφισβήτητα την αδιαλλαξία της άλλης πλευράς.
Οφείλουμε να έχουμε πάντοτε κατά νου πως η διεθνής πολιτική, και εν προκειμένω η πολιτική διαπραγμάτευση, επηρεάζεται όχι μόνο από τη δύναμη και την ικανότητα διεκδίκησης αλλά και από τη σημειολογία των συμβόλων και τον συμβολισμό των πολιτικών κινήσεων που λαμβάνουν χώρα στο τακτικό επίπεδο.
Επομένως, εάν δεν προσέξουμε να αποκαταστήσουμε αυτό το αρνητικό πλαίσιο που προκάλεσε η επίσκεψη, και το οποίο προς στιγμή συμβολίζει στα μάτια του διεθνούς Οργανισμού και της διεθνούς κοινότητας την εξίσωση δύο «κρατικών οντοτήτων», οδεύουμε προς μια υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως υποκειμένου Διεθνούς Δικαίου και μια αναβάθμιση της κατεχόμενης περιοχής ως κρατικής οντότητας.
Πρέπει να έχουμε κατά νου πάντοτε τη θουκυδίδεια αρχή πως το Δίκαιο δεν εφαρμόζεται erga omnes αλλά χρησιμοποιείται από τους ισχυρούς για την επιβολή της θέλησής τους.
Δεν ήταν τυχαία η ταυτόχρονη κινητοποίηση της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου σε ανώτατο επίπεδο επεχείρησαν να ανατρέψουν τη βασική δομή του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Κυπριακό. Πρέπει να αναμένουμε λίαν προσεχώς και άλλες κινήσεις της τουρκικής πλευράς προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης της «κρατικής υπόστασης» του «ψευδοκράτους», και ενώ όλα αυτά τα άκρως αρνητικά συμβαίνουν για την εξέλιξη του κυπριακού προβλήματος, εμείς παραμένουμε εμβρόντητοι παρατηρητές των εξελίξεων, διαρκώς αιφνιδιαζόμενοι και διαμαρτυρόμενοι.
Η πολιτική ηγεσία του τόπου, Λευκωσίας και Αθηνών, πρέπει να καταλάβει πως πολιτική δεν σημαίνει Πυροσβεστική Υπηρεσία, αλλά ικανότητα πρόβλεψης. Αυτό σημαίνει χάραξη στρατηγικής που να θέτει στόχους και να τους «παντρεύει» με τα μέσα. Επομένως, οφείλουμε από εδώ και στο εξής να κινηθούμε στο πλαίσιο ενός στρατηγικού πλάνου σωτηρίας της Κύπρου, που προϋποθέτει την ενίσχυση και περαιτέρω αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως διεθνούς παρουσίας και παρέμβασης επί τη βάση των αρχών της πολιτικής και όχι την επανάπαυση στις αρχές του Δικαίου, το οποίο το υπερασπίζεσαι μόνο εφόσον έχεις σχεδιάσει στο πολιτικό επίπεδο τον τρόπο προώθησης και πραγμάτωσής του.


Σχολιάστε εδώ