Το «αυτεπίστροφον» της λάσπης

Γιατί δεν προόρισται ο ΟΠΑΠ να ανήκει σε κόμματα, παρατάξεις και κυβερνήσεις.
Ο γράφων δεν παρέλειπε να αναφέρεται –εγγράφως και προφορικά– στη διαχρονική «σχέση εμπιστοσύνης» που, εδώ και πενήντα χρόνια συνδέει τον ΟΠΑΠ με την ελληνική κοινωνία, με έμφαση στο στοιχείο της γνωστής «ανταποδοτικότητας». Και είναι, αληθώς, χρήσιμη η υπόμνηση του γεγονότος ότι μέχρι και του έτους 1990, οι υποδομές και οι λειτουργικές ανάγκες του αθλητισμού μας –με την επιφύλαξη κονδυλίων εκ του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων– εκαλύπτοντο αποκλειστικά από τα έσοδα ενός και μόνο παιχνιδιού, του ΠΡΟ-ΠΟ. Έκτοτε είναι επίσης γνωστή η συνεισφορά του ΟΠΑΠ και στον τομέα του πολιτισμού, ευρύτερα δε της κοινωνίας μας (υγεία, παιδεία κ.λπ.).
Αναφερόμαστε, λοιπόν, στον ΟΠΑΠ που πριν από 51 χρόνια ίδρυσε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής και που κάποιοι μάταια επεδίωξαν να μπει «λουκέτο» επί της θητείας του γράφοντος, για να συναντήσουν και να διαπιστώσουν την αυτονόητη αντίσταση, σθεναρή και αμετακίνητη, σύσσωμου του τότε ΔΣ το οποίο με την αγαστή συνεργασία του έμψυχου δυναμικού της εταιρείας, νομιμοποιείται να σεμνύνεται, μολονότι το αυτονόητο έπραξε.
Δηλαδή την επιτέλεση του χρέους και του καθήκοντος, όπως απορρέουν από το θεσμικό, νομικό και κανονιστικό πλαίσιο και υπαγορεύουν οι αρχές, οι κανόνες και οι επιταγές της εταιρικής διακυβέρνησης. Σε πλήρη συμπόρευση και με τη συνείδηση ενός εκάστου, όπως ομοίως είναι και προφανές και αυτονόητο.
Στη διαχρονική πορεία του
ΟΠΑΠ ασφαλώς θα υπήρξαν και λάθη και παραλείψεις. Είναι ανθρώπινο να υπάρξουν και στο μέλλον, μολονότι ο καθένας θα το απευχόταν. Όμως σε κάθε περίπτωση είναι κρίμα –αλλά και άδικο– να εμπλέκεται ο ΟΠΑΠ σε επιχειρηματικές αντιπαλότητες και βεβαίως να αποδίδονται, επί δικαίων και αδίκων, εμμέσως πλην σαφέστατα πράξεις έκνομες και ιδιοτελείς, όπως δεν τους πρέπουν.
Στις περίπου εξωπραγματικές και ενδεχομένως αφελείς αυτές σκέψεις έρχεται ωστόσο να αντιπαραταχθεί η σκληρή πραγματικότητα και ο πόλεμος συμφερόντων, που θα ήθελε έναν ΟΠΑΠ ΞΕΦΡΑΓΟ ΑΜΠΕΛΙ, ανέτοιμο και απροετοίμαστο να αντεπεξέλθει τόσο στις διαφαινόμενες προκλήσεις όσο και στις παρανόμως δραστηριοποιούμενες στη χώρα μας αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες και διαφημίζονται… ασυστόλως από εγχώρια ΜΜΕ, παρά τη ρητή απαγόρευση του νόμου.
Στη διάρκεια της υπερτριετούς θητείας του γράφοντος (Μάιος 2004 – Νοέμβριος 2007), με την πολύτιμη συνεπικουρία στελεχών της ΕΛΑΣ, της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων και βεβαίως στελεχών της εταιρείας, τόσο με μηνυτήριες αναφορές στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή όσο και με σειρά εξώδικων και δικαστικών παρεμβάσεων, συγκεκριμένα ΜΜΕ –που ευθέως παραβίαζαν τον νόμο– είτε υποχρεώθηκαν να συμμορφωθούν είτε αποστερήθηκαν εσόδων από τη διαφημιστική δαπάνη της εταιρείας, ενώ ακόμη και σήμερα απειλούνται με την καταβολή αποζημίωσης δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ στην ΟΠΑΠ ΑΕ, ύστερα από κατατεθείσες σχετικές αγωγές, από την τότε διοίκηση. Πολλά, συνεπώς, τα «μέτωπα» που ανοίχθηκαν τότε αδιαφόρως του εκτοπίσματος των αδικοπραγούντων και βεβαίως με όλες τις εντεύθεν… συνέπειες διαπόμπευσης και σπίλωσης υπολήψεων, έως και τις μέρες μας.
Όμως δεν αμυνόταν απλώς η τότε διοίκηση απέναντι στους επίδοξους εισβολείς. Φρόντιζε, προεχόντως, για τη «θωράκιση» της ΟΠΑΠ ΑΕ, με όλες τις εντεύθεν ευεργετικές για την εταιρεία συνέπειες στην εξελικτική της πορεία.
Και ας μην… ξεχνούν ορισμένες πλευρές ότι αυτή η τότε διοίκηση έφερε από το μηδέν τη διενέργεια του παιχνιδιού Πάμε Στοίχημα μέσα στους κόλπους της εταιρείας, αρνούμενη να προχωρήσει στην «υποχρεωτική» και για μία, επιπλέον, τριετία ανανέωση της συγκεκριμένης επταετούς διάρκειας σύμβασης, που είχε συνομολογηθεί το έτος 1999, εξοικονομώντας για την ΟΠΑΠ ΑΕ έξοδα της τάξης των 600 εκατ. ευρώ (πλέον 120 εκατ. ευρώ ΦΠΑ) για την τριετία αυτή.
Και ας μη διαφεύγει, ομοίως, την προσοχή το γεγονός της άψογης και άμεμπτης καθημερινής διαχείρισης των ύψους περίπου 400 εκατ. ευρώ διαθέσιμων της ΟΠΑΠ ΑΕ σε επενδύσεις «μηδενικού ρίσκου» (overnight repos) μακράν ομολόγων και άλλων παραλλαγών τους, ακριβώς στο χρονικό εκείνο διάστημα που, ατυχώς, συνέβησαν τα όσα γνωστά.
Η επενδυτική κοινότητα, ωστόσο, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αξιολογούσε και έκρινε τα βήματα της περιόδου εκείνης, επιτρέποντας στην
ΟΠΑΠ ΑΕ να συνεισφέρει το έτος 2005 και πέραν του ετησίως απονεμόμενου μερίσματος, το ποσό του 1 δισ. 300 εκατ. ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο.
Χρήσιμο εξάλλου είναι να υπομνησθεί ότι κατά τον χρόνο «παραίτησης» της τότε διοίκησης (Νοέμβριος 2007) η τιμή της μετοχής της ΟΠΑΠ ΑΕ βρισκόταν στα 27,80 ευρώ –έχοντας ενδιάμεσα αγγίξει και τα 33– ενώ κυμαινόταν στα σημερινά επίπεδα (15-16 ευρώ) κατά τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων της, δηλαδή τον Ιούνιο του 2004.
Αυτό το αληθές έργο –το οποίο αποτέλεσε προϊόν μιας άκρως συλλογικής προσπάθειας και ουδόλως αποπειράται να πιστωθεί ο γράφων– ουδέποτε αναγνωρίστηκε… εγχωρίως!
Αντίθετα έως και πρόσφατα, μάταια επιχειρείται να σπιλωθεί. Μάταια γιατί φιλτάτη πάντων η αλήθεια. Και πολλές αλήθειες ουδέποτε υπήρξαν.
Όμως τα όσα σήμερα διαλαμβάνονται στο άρθρο αυτό για τα «όποια» θετικά συνέβησαν την περίοδο εκείνη γράφονται για πρώτη φορά. Αντίθετα, τα αφορώντα στη νομιμότητα των πράξεων της τότε διοίκησης ούτε για πρώτη φορά απαντώνται ούτε όψιμα, αφού επίκαιρα και άμεσα είχαν ενυπόγραφα απαντηθεί από τον γράφοντα από διετίας, ευθύς ως είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικές αιτιάσεις. Κατά συνέπεια, ουδείς νομιμοποιείται να παρατηρήσει «γιατί δεν τα έλεγες τότε που έπρεπε».
Αλλά για να επανέλθουμε στα θετικά, ε… κάποτε έπρεπε να επισημανθούν κι αυτά! Έστω και μετά παρέλευση δύο και πλέον χρόνων από την «παραίτηση» της τότε διοίκησης…
Για τους… ανησυχούντες δημοσιογραφικώς και επανερχόμενους αύθις, τα αφορώντα στη σύμβαση με την ανάδοχο εταιρεία επισήμως δημοσιοποιήθηκαν και διά του ΧΑ (επαναβεβαιωθέντα ομοίως επισήμως και διά της αυτής οδού και από τη διάδοχο της τότε– και προκάτοχο της νυν– διοίκησης της εταιρείας).
Ειδικότερα και αναφορικά με τη νομιμότητα της σύμβασης περί αυτής έκρινε τόσο η ελληνική Δικαιοσύνη (βλ. Απόφαση 7597/25.7.07 Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων Πρωτοδικείου Αθηνών) όσο και το Κολλέγιο των Επιτρόπων της ΕΕ, προς την οποία είχε καταγγελθεί παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού.
(Τα δήθεν… «σκάνδαλα» γράφονται πρωτοσέλιδα. Η εξέλιξή τους αποσιωπάται και όποιον πάρει η λάσπη…)
Σε κάθε περίπτωση πάντως αναπάντητο παραμένει το ερώτημα για εκείνους που μεθόδευσαν την «κατεύθυνση» του δημόσιου διεθνούς διαγωνισμού για την τεχνολογική αναβάθμιση της εταιρείας, υποχρεώνοντας έτσι την τότε διοίκηση στην εκ των πραγμάτων ακύρωσή του, αρνούμενη να συμπράξει στις κάθε μορφής μεθοδεύσεις, μολονότι –έγκαιρα διαβλέπουσα τους κινδύνους– είχε αποδεδειγμένα εξαντλήσει κι αυτά τα απώτατα όρια πρόνοιας και επιμέλειας.
Και εδώ δεν πρόκειται για ισχυρισμούς. Ομιλούν περί αυτών τα επίσημα στοιχεία που τηρούνται στα αρχεία της ΟΠΑΠ ΑΕ.
Συμπερασματικά, όφειλε η τότε διοίκηση –μπροστά στην κατάσταση που είχε διαμορφωθεί– ΝΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΠΑΝΤΑ ΟΜΑΛΗ ΚΑΙ ΑΠΡΟΣΚΟΠΤΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΠΑΠ ΑΕ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΚΕΙΝΟΥ ΠΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΘΑ ΥΛΟΠΟΙΟΥΝΤΟ ΟΙ ΒΕΛΤΙΣΤΕΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ.
Κι αυτό ακριβώς έπραξε η τότε διοίκηση, χωρίς όμως να έχει παύσει –ακόμη και σήμερα– να επιχειρείται η σπίλωσή της.
Αλλά, για να μη θεωρηθεί ότι ο γράφων δεν βλέπει πέρα από τη μύτη του, οι ανησυχούσες γραφίδες αναζητούν «λάθος σκάνδαλο», δηλαδή ανύπαρκτο κατά το σκέλος που αφορά στην τότε διοίκηση της εταιρείας, όπως από διετίας και πλέον είχε επισημάνει ο γράφων από τις πάντα φιλόξενες στήλες αυτής της εφημερίδας.
Είναι βέβαιο λοιπόν ότι παίχθηκαν παιχνίδια, στις πλάτες όμως της τότε διοίκησης.
Ονοματεπώνυμα… δεν διαθέτει ο γράφων. Πλην εκείνων που μετείχαν στην τότε σύνθεση του ΔΣ και που σθεναρά αντέδρασαν στο «άδειασμα» που τους επιφυλάχθηκε, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες που τους αναλογούσαν και προασπίζοντας το συμφέρον της εταιρείας και των μετόχων της, όπως άλλωστε αξιώνει και το εν ευρεία εννοία δημόσιο συμφέρον.
Κι ενώ αυτά αφορούν στο παρελθόν –με τη λάσπη αποσταλείσα σε λάθος αποδέκτες– η νέα διοίκηση της εταιρείας αναλαμβάνει τα καθήκοντά της σε καιρούς ιδιαίτερα χαλεπούς.
Αλλά με την ΟΠΑΠ ΑΕ –όπως η ίδια η παρούσα διοίκηση και ίσως μόνη αυτή «αυθεντικά» μπορεί να διαπιστώσει– ικανή, δυνατή και έτοιμη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις των καιρών.
Η αβεβαιότητα, ωστόσο, για το μέλλον της ΟΠΑΠ ΑΕ –ακριβέστερα για την «τύχη» που της επιφυλάσσει ο κύριος μέτοχός της, το ελληνικό Δημόσιο– συνεπάγεται αυτονόητη αβεβαιότητα και αιτιολογημένο εκνευρισμό στην επενδυτική κοινότητα εν γένει.
Τα ερωτήματα πλανώνται:
α) Θα αποφασιστεί διάθεση και νέου πακέτου μετοχών;
β) Εάν ναι, μέχρι ποίου ποσοστού;
γ) Θα χορηγηθούν μήπως νέες άδειες για το παιχνίδι του Στοιχήματος;
δ) Εάν ναι, πώς θα καταπέσει η σύμβαση Δημοσίου – ΟΠΑΠ και το «αποκλειστικό» δικαίωμα που έχει παραχωρηθεί (έναντι λίαν σοβαρού τιμήματος) μέχρι το 2020;
ε) Ποια η τύχη των πρακτόρων – συνεργατών της εταιρείας;
στ) Θα συνεχισθεί η σθεναρή προάσπιση του μονοπωλιακού δικαιώματος του κράτους, όπως ανελλιπώς –και ορθώς– συμβαίνει μέχρι σήμερα από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ;
Σε κάθε περίπτωση, η ευχή και η (προδήλως ως εκ του περισσού) προτροπή είναι μία:
Τον ΟΠΑΠ και τα μάτια σας!
Ας επιτραπεί (συγχωρηθεί) η ευχή αυτή, γιατί περί ευχής και όχι προτροπής-συμβουλής πρόκειται. Νομιμοποιείται ο γράφων σ’ αυτήν γιατί δεν ήταν… «περαστικός»!
Τον ΟΠΑΠ τον ήξερε επί 30 χρόνια ως υπάλληλος της ΓΓΑ.
Η συγκυρία το έφερε να τον βιώσει και από μέσα, επί τριάμισι χρόνια.
Πήρε, άλλωστε, πολλά από τον ΟΠΑΠ!
Τόσα όσα οι υψηλές νόμιμες αποδοχές του. Αλλά και ουδέποτε τον χρέωσε –σε προσωπικό επίπεδο– έστω και για ένα γεύμα, έστω και για έναν καφέ. «Χόρτασε», άλλωστε, και από λάσπη…
Αλλά πήρε πολλά και σε επίπεδο ανθρώπινων σχέσεων από τη συνεργασία του με συναδέλφους, στελέχη και υπαλλήλους προς τους οποίους οι ευχαριστίες δεν αποτιμώνται σε χρήμα.


Σχολιάστε εδώ