Στα 2,1 εκατ. φύλλα η αγορά των εφημερίδων
Έντεκα χρόνια με σκαμπανεβάσματα στις κυκλοφορίες των εφημερίδων, που σήμερα βρίσκονται περίπου στα ίδια επίπεδα με το 1999, έχοντας όμως το πλεονέκτημα των… δώρων. Το κεντρικό ερώτημα είναι αν οι εφημερίδες, με όλο αυτό το επιπλέον κόστος των ακριβών ταινιών, μπορούν να αντιμετωπίσουν την κρίση, καθώς
-όπως προκύπτει και από τον πίνακα- η αγορά κινείται περίπου στα 2,1 εκατ. φύλλα.
Το 1999 κατά μέσον όρο οι πωλήσεις όλων των εφημερίδων ήταν στα 2.126.932 φύλλα και το 2009 μόλις στα 2.094.900 φύλλα, παρότι οι προσφορές είναι και περισσότερες και ακριβότερες, με αυξημένη βέβαια τιμή στις εφημερίδες. Οι καλύτερες χρονιές ήταν το 2005, με 2.357.245 φύλλα μέσον όρο, και το 2006, με 2.301.225 φύλλα. Η χρονιά με τη χαμηλότερη κυκλοφορία ήταν το 2003, με πωλήσεις κατά μέσον όρο 1.915.784 φύλλων.
Ενδιαφέρον έχει η μάχη στα κυριακάτικα. Στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας η μάχη στα κυριακάτικα ήταν μεταξύ του «Βήματος», της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» και του «Έθνους της Κυριακής», την εποχή που διένεμε τους χάρτες. Η έκδοση όμως του «Θέματος» την τελευταία πενταετία άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού, επαναπροσδιορίζοντας το περιεχόμενο της δημοσιογραφίας, με θέματα όπως τα γυμνά του Ζαχόπουλου μεταξύ άλλων, και με ακριβές προσφορές κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή. Στις ημερήσιες εκδόσεις τα «Νέα» παραμένουν στην πρώτη θέση χωρίς αμφισβήτηση, αφού η δεύτερη «Ελευθεροτυπία» χάνει διαρκώς έδαφος.
Το πρόβλημα όμως εξακολουθεί να υφίσταται, αφού η δεξαμενή των αγοραστών δεν διευρύνεται, σε αντίθεση με τον δαπανηρό ανταγωνισμό που βρίσκεται ακόμη στα ύψη. Εάν επιβληθεί ΦΠΑ 19% στην τελική τιμή των εφημερίδων μαζί με τις προσφορές, θα αλλάξει το σκηνικό, αφού ένα μεγάλο μέρος των καταναλωτών -ίσως και οι μισοί πλέον- αγοράζει εφημερίδες μόνο για τα δώρα. Από την άλλη πλευρά, οι εφημερίδες του Σαββατοκύριακου είναι εκείνες που συντηρούν τις ημερήσιες εκδόσεις, οι οποίες έχουν να αντιμετωπίσουν την ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας, που παρέχει τις ειδήσεις σε πραγματικό χρόνο και δωρεάν. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου δεν είναι ξεκάθαρο το παιχνίδι και απουσιάζουν οι κανόνες, δεν είναι εύκολο να αλλάξει η κατάσταση χωρίς ένα μεγάλο σοκ.