«Ποινικοποίηση» των μη τηρούμενων προεκλογικών υποσχέσεων!

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 είχε εισαχθεί και στη χώρα μας, και συγκεκριμένα στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», μια ευρύτατη συζήτηση που κυριαρχούσε στον ευρωπαϊκό κυρίως Τύπο γύρω από την «ποινικοποίηση» των μη τηρούμενων προεκλογικών υποσχέσεων από τα κόμματα που ανέρχονταν στην εξουσία. Η συζήτηση αυτή είχε προκληθεί και τότε εξαιτίας της σοβούσης οικονομικής κρίσης στην (τότε) ΕΟΚ και, φυσικά, στην Ελλάδα, παρά τις αντίθετες υποσχέσεις για παροχές και ανάπτυξη των σοσιαλιστικών κυρίως κομμάτων που το ένα μετά το άλλο ανελάμβαναν την εξουσία σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες.
Μάλιστα, την ίδια περίπου περίοδο μαινόταν πάλι η συζήτηση, όπως και τώρα, γύρω από την πιθανότητα εξόδου της χώρας μας από την τότε ΕΟΚ εξαιτίας της δεινής δημοσιονομικής πάλι κατάστασης. Τότε μάλιστα είχε δοθεί και δάνειο από την ΕΟΚ προς την κυβέρνηση του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου, το οποίο «βγήκε ξινό» τόσο για το ΠΑΣΟΚ (θυμίζουμε τα σκληρά μέτρα του Οκτωβρίου του 1985) όσο και για τη χώρα μας (θυμίζουμε τις συνεχείς σκληρές δηλώσεις και επιστολές του τότε προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ για την Ελλάδα, που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις κοινοτικές υποχρεώσεις).
Τα λέμε όλα αυτά ύστερα από τις γνωστές δηλώσεις τόσο του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου ότι «δεν υπάρχουν λεφτά για μερεμέτια» όσο και του υπουργού Εργασίας Ανδρέα Λοβέρδου ότι «δεν υπάρχει σάλιο» στην ελληνική οικονομία, ενώ αμφότεροι έλεγαν τα αντίθετα λίγες ημέρες πριν από τις τελευταίες εκλογές και, φυσικά, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, ότι δηλαδή «υπάρχουν λεφτά», ενώ από την άλλη μεριά και την ίδια στιγμή υπογράμμιζαν (ορθώς) ότι «ζούμε με δανεικά».
Στη χώρα μας η συζήτηση αυτή στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», κυρίως με άρθρα του διευθυντή του Γιάννη Μαρίνου, ξεκίνησε και με την επίκληση της ρήσης του Ελευθέριου Βενιζέλου ότι «οι προεκλογικές υποσχέσεις αποτελούν μια μορφή δωροδοκίας του ελληνικού λαού» και για τον λόγο αυτό, όπως δηλαδή και η «δωροδοκία», πρέπει να τιμωρούνται. Η αλήθεια είναι ότι ούτε από τη συζήτηση αυτή βγήκε κανένα συμπέρασμα ούτε υπήρξε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Απόδειξη ότι η ελληνική οικονομία, μολονότι επί τριάντα τώρα χρόνια ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις, συνεχώς βρίσκεται σε χρεοκοπία ή στα πρόθυρα κατάρρευσης.
Αυτό οφείλεται κυρίως στη διαπίστωση ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις, που άλλα υπόσχονταν προεκλογικά στον ελληνικό λαό, από τον φόβο του περιβόητου πολιτικού κόστους, αντί της προώθησης γενναίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αύξαναν ακόμα περισσότερο τα «σύνδρομα» που ταλάνιζαν και ταλανίζουν χρόνια τώρα τη χώρα μας. Η αποθέωση της ισοπέδωσης, της αναξιοκρατίας και της ανικανότητας, η θεοποίηση της μετριότητας και της μακαριότητας στη δημόσια διοίκηση, η άμετρη στοργή σε μειοψηφίες συνδικαλιστών, φοιτητών, μαθητών, αγροτών εις βάρος της πλειοψηφίας ή, αντίθετα, η εγκληματική αδιαφορία προς την τραγική μειοψηφία των ανέργων, των επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι μερικά από τα σύνδρομα αυτά.
Έτσι, αμέσως μετά την άνοδο στην εξουσία άλλου κόμματος «αποκαλυπτόταν» ότι υπάρχει «δημοσιονομικός εκτροχιασμός», «αναξιοπιστία» της χώρας μας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τα στοιχεία της δημιουργικής λογιστικής που στέλνονταν στη Eurostat, άδεια δημόσια ταμεία, τα οποία γέμιζαν και γεμίζουν με τον γνωστό δυσβάσταχτο δανεισμό.
Πάντως, το μελαγχολικό αποτέλεσμα από τη συζήτηση αυτή είναι ότι, αντί «ποινικοποίησης» των προεκλογικών υποσχέσεων, παρατηρούνταν… ανταμοιβή όλων των ολετήρων της οικονομίας με την επάνοδο στην εξουσία ή την «προαγωγή» τους σε ανώτερες θέσεις στη δημόσια ζωή της χώρας μας…


Σχολιάστε εδώ