ΠΑΚΤΩΛΟΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΡΩΝ ΠΟΥ ΕΞΑΝΕΜΙΣΤΗΚΕ ΑΣΚΟΠΑ
Δεν λείπουν φυσικά οι υπερβολές και οι «τρομοκρατικές» προβλέψεις για τις μελλοντικές εξελίξεις. Μεταξύ των άλλων ρίχτηκε η ιδέα από μερικούς να συσταθεί Εξεταστική Επιτροπή στη Βουλή για να ελέγξει το πώς φτάσαμε στη σημερινή οικονομική κατάσταση, η οποία φυσικά δεν οφείλεται αποκλειστικά στην επίδραση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αλλά προϋπήρξε, συνεπεία της κατασπατάλησης και της κακοδιαχείρισης των χρηματικών πόρων του κράτους.
Την περίοδο από το 1981, οπότε η χώρα μας κατέστη πλήρες μέλος της τότε ΕΟΚ μέχρι και σήμερα, πακτωλός χρημάτων έχει εισρεύσει στον δημόσιο κορβανά. Δεν είναι μόνον η αύξηση της φορολογίας και η αύξηση του δημοσίου χρέους, είναι και οι καθαρές εισροές από την ΕΕ με τα διάφορα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, από τα γνωστά μας πακέτα Ντελόρ, Σαντέρ κ.λπ. Και πέραν αυτών έχουμε και τα ποσά τα οποία εισέπραξε το κράτος από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Στα περίπου τριάντα χρόνια που η χώρα μας αποτελεί πλήρες μέλος της ΕΕ, δηλαδή από το 1981 μέχρι το τέλος του 2009, οι καθαρές εισροές στη χώρα μας από τα διάφορα κοινοτικά ταμεία έφτασαν στα 82,2 δισ. ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τον πίνακα που παραθέτουμε στο τέλος του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τα στοιχεία των κρατικών προϋπολογισμών των οικείων ετών. Βέβαια αυτή η δωρεάν βοήθεια προς την Ελλάδα είναι το αποτέλεσμα της άποψης ότι οι οικονομικά ισχυρές χώρες μιας οικονομικής ένωσης πρέπει να βοηθήσουν οικονομικά τις ασθενείς χώρες για να αναπτυχθούν, γιατί διαφορετικά μέσα στο πλαίσιο μιας οικονομικής ένωσης οι ασθενείς οικονομίες καταδικάζονται σε στασιμοπληθωρισμό. Κι αυτή η δωρεάν μεταφορά χρηματικών πόρων προς τις ασθενείς οικονομίες πρέπει να αξιοποιηθεί για την εξειδίκευσή τους στους κλάδους όπου διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και θεωρούνται βιώσιμοι μέσα στο πλαίσιο οικονομίας της ένωσης.
Ύστερα από αυτά δημιουργείται το ερώτημα: Οι κυβερνήσεις της περιόδου 1981-2009 πώς διαχειρίστηκαν αυτόν τον πακτωλό των κοινοτικών χρηματικών εισροών; Πέτυχαν εξειδίκευση της ελληνικής οικονομίας; Όχι βέβαια! Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων αυτών εξανεμίστηκε σε έργα βιτρίνας ή σε μελέτες έργων, χωρίς ποτέ να εκτελεστούν πολλά από τα έργα. Οι μελέτες παρέμειναν στα συρτάρια των υπουργείων σαν αθάνατα μνημεία ενός σπάταλου κράτους που βάδιζε χωρίς πρόγραμμα και χωρίς στόχους.
Και δεν είναι μόνον οι καθαρές εισροές από την ΕΕ, το κράτος εισέπραξε και σημαντικά ποσά από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ειδικά κατά την περίοδο 1990-2004, όπου όλα τα «ασημικά» του κράτους εκποιήθηκαν σε διαφόρους ξένους και έλληνες επενδυτές και επιχειρηματίες. Ισχυρίζονταν οι κυβερνήσεις ότι τα ποσά αυτά αναλώνονταν για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους. Όμως το δημόσιο χρέος από το 34,5% του ΑΕΠ που ήταν το 1981 έφτασε στο 62,2% το 1987, και μετά μεσολάβησε η ανώμαλη πολιτική κατάσταση που δημιουργήθηκε το 1988 και διήρκησε μέχρι το 1993, που ο Αντώνης Σαμαράς έριξε την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία έφτασε το χρέος στο 111,6% του ΑΕΠ. Και μέχρι τώρα το δημόσιο χρέος κινείται σ’ αυτά τα επίπεδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ αριθμητικά έχει γιγαντωθεί. Η δημόσια περιουσία πουλήθηκε, αλλά το δημόσιο χρέος δεν συγκρατήθηκε. Τι έγιναν άραγε κι αυτά τα χρήματα; Ποτέ δεν έγινε ένας λεπτομερής απολογισμός των εισπράξεων από τις αποκρατικοποιήσεις και των δαπανών που έγιναν για την πραγματοποίησή τους. Πόσα χρήματα δόθηκαν στις διάφορες εταιρείες και τράπεζες που μεσολάβησαν για να βρεθούν οι αγοραστές-επενδυτές; Πόσα χρήματα δόθηκαν για την εκτίμηση της αξίας της εκποιούμενης κρατικής επιχείρησης; Πόσα χρήματα δόθηκαν σε χρηματιστές, ξένους και Έλληνες, ως αμοιβή για την πώληση των μετοχών των ΔΕΚΟ;
Η ΕΕ φυσικά δεν ζημιώθηκε από τους χρηματικούς πόρους που δωρεάν έδωσε στην Ελλάδα. Τα προϊόντα των οικονομικά ισχυρών χωρών μελών της ΕΕ (όπως π.χ. Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) κατέκτησαν την ελληνική αγορά και αύξησαν τις εξαγωγές τους στην Ελλάδα. Έτσι έλυσαν και το πρόβλημα της τόνωσης της απασχόλησης και της διάθεσης των περισσευμάτων της βιομηχανικής τους παραγωγής. Η ελληνική αγορά και οι έλληνες καταναλωτές ήσαν καταναλωτικά ακόρεστοι και αυξήθηκαν οι πωλήσεις με την υπερχρέωση των ελληνικών νοικοκυριών (κάρτες, καταναλωτικά και προσωπικά δάνεια, στεγαστικά κ.λπ.). Με τον τρόπο αυτόν η χώρα μας βάδισε σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που στηρίχθηκε βασικά σε δύο παράγοντες: α) στη δωρεάν μεταφορά πόρων από την ΕΕ και β) στον υπερδανεισμό του κράτους, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Δηλαδή, βασίσαμε την ανάπτυξή μας σε παράγοντες προσωρινούς και επικίνδυνους, που δεν μας εξασφάλιζαν τις προϋποθέσεις συνεχούς μεγέθυνσης της οικονομίας μας. Έτσι, αυτή η οικονομικά στρεβλή κατάσταση, που οδήγησε τους Έλληνες σε υπερκατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών, ευνόησε περισσότερο τους συνεταίρους μας στην ΕΕ και λιγότερο την ανύψωση της δικής μας παραγωγικής μηχανής. Η ελληνική παραγωγική μηχανή παρέμεινε σε στασιμότητα και υποβαθμισμένη από τεχνολογική άποψη. Κι αυτό ευνόησε σημαντικά τους συνεταίρους μας στην ΕΕ. Στην Ελλάδα οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία από το 1980 και μετά ήσαν πολύ περιορισμένες. Αντιθέτως παρατηρήθηκε μεγάλη αποδημία ελληνικών κεφαλαίων προς τις γειτονικές βαλκανικές χώρες και τις χώρες του καταρρεύσαντος κομμουνιστικού συστήματος. Οι τέως κομμουνιστικές χώρες έπρεπε να γευθούν τα αγαθά του συστήματος της ελεύθερης (ασύδοτης) αγοράς. Και το σύνθημα που δόθηκε από τη μητρόπολη του καπιταλισμού (τις ΗΠΑ) ήταν ότι θα έπρεπε οι δυτικές χώρες της Ευρώπης να συμβάλουν με επενδύσεις στην οικονομική ανάπτυξη των τέως ανατολικών κρατών. Έτσι, οι έλληνες επιχειρηματίες και οι τράπεζες άρχισαν αθρόως να επενδύουν στις αγορές αυτές κυνηγώντας το «χρυσόμαλλο δέρας» στην Ανατολή. Το ενδιαφέρον στράφηκε στην εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων και των ελληνικών τραπεζών, γεγονός που δημιούργησε τις προϋποθέσεις της αποβιομηχάνισης της ελληνικής οικονομίας. Ένας άλλος παράγοντας που προκάλεσε εκροές ελληνικών κεφαλαίων σε διάφορες χώρες, κυρίως ασιατικές, ήταν και το μεγάλο κύμα οικονομικών μεταναστών που κατέκλυσε τη χώρα μας. Με οικονομικούς μετανάστες που υπερέβαιναν το 1.000.000, ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού εθνικού εισοδήματος στελνόταν στις χώρες καταγωγής τους. Όμως είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί δούλεψαν στην Ελλάδα και συνέβαλαν στην αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ, και μάλιστα με αμοιβές πολύ κατώτερες από αυτές των ελλήνων εργατών. Όμως παρά τη συμβολή τους αυτή, την οποία κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, παραμένει το γεγονός ότι προκαλούν αποδημία ελληνικών κεφαλαίων σε άλλες χώρες. Και συνεπώς εξασθένηση των δυνατοτήτων της οικονομίας της χώρας μας.
Όλα δείχνουν ότι οι εκροές ελληνικών κεφαλαίων προς το εξωτερικό θα συνεχιστούν, καθώς οι έλληνες μεγαλοκαταθέτες φροντίζουν να φυγαδεύουν στο εξωτερικό τις καταθέσεις τους, τρομοκρατημένοι από τα μέτρα για το «πόθεν έσχες» που ανακοίνωσε ότι προτίθεται να λάβει η κυβέρνηση. Ήδη τις 100 πρώτες μέρες της κυβέρνησης υπολογίζεται ότι έχουν φυγαδευτεί στο εξωτερικό πάνω από 10 δισ. ευρώ. Και κυρίως στην Κύπρο και στη Βουλγαρία. Το χρήμα, βλέπετε, δεν έχει πατρίδα, ούτε ενδιαφέρεται για τις προεκτάσεις και τις συνέπειες των όποιων επιλογών του.
Τώρα η ελληνική οικονομία βρίσκεται στριμωγμένη στη γωνία και επικίνδυνα εξασθενισμένη. Την εξασθένισαν οι επιθέσεις ελλήνων και ξένων αρπακτικών. Αυτοί που ευεργετήθηκαν από τη σπάταλη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων και προκάλεσαν τα ελλείμματα και την υπερχρέωση αυτοί σήμερα καταδικάζουν την οικονομία μας σε αφανισμό. Πολύ πρόσφατα ο πρωθυπουργός κάλεσε όλους τους έλληνες πολίτες να συμμετάσχουν στην προσπάθεια ανόρθωσης της οικονομίας μας. Και γιατί όλοι, κύριε πρωθυπουργέ; Να συμμετάσχουν αυτοί που ευεργετήθηκαν και άρπαξαν τον πακτωλό των χρημάτων που προήλθαν από τις κοινοτικές εισροές, από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, από την αύξηση του δανεισμού του κράτους και από την αύξηση της φορολογίας. Αυτούς τους κυρίους τους γνωρίζει ασφαλώς η κυβέρνηση και οφείλει να τους πειθαναγκάσει να συνδράμουν την προσπάθεια της οικονομικής ανόρθωσης της χώρας μας. Ναι στην πρόταση για συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής που θα ελέγξει τη δημοσιονομική διαχείριση, κυρίως από το 1988 μέχρι σήμερα. Και να κληθεί η πολιτική ηγεσία των δύο κομμάτων εξουσίας να λογοδοτήσει για τις πράξεις της. Έστω κι αν έχει παραγραφεί κάθε παράνομη πράξη. Ο λαός πρέπει να πληροφορηθεί τι έγινε όλο αυτό το χρήμα που εισέρρευσε στη χώρα και ποιοι είναι αυτοί που άρπαξαν τον ιδρώτα του ελληνικού λαού, αλλά και την οικονομική βοήθεια των ευρωπαίων συνεταίρων μας.