Το αδιέξοδο της καθηλωμένης Αριστεράς

Οι παλιές απαντήσεις δεν πείθουν. Σήμερα δεν διώκεται η Αριστερά ούτε φιμώνεται όπως στο παρελθόν. Απολαύει μεγάλης προβολής, ίσως και υπέρμετρης, καθώς διαθέτει ιμάντες -και κατισχύει- σε ευαίσθητους χώρους όπως είναι τα ΜΜΕ, ο πολιτισμός και τα πανεπιστήμια. Σήμερα η κοινωνία γνωρίζει άριστα τις θέσεις της. Πέρασαν ανεπιστρεπτί οι εποχές της
ιδεολογικής τρομοκρατίας και των διώξεων, των τραμπουκισμών και της ειδεχθούς προπαγάνδας. Αφού λοιπόν ο κόσμος ξέρει καλά τις θέσεις και τις απόψεις της Αριστεράς, γιατί παραμένει δύσπιστος και αρνητικός απέναντί της;
Η εύκολη απάντηση, στην οποία καταφεύγουν βολικά ουκ ολίγοι στοχαστές της Αριστεράς, είναι ότι η εν γένει Δεξιά (παραδοσιακή και σοσιαλφιλελεύθερη) είναι ρεαλιστική, εύπλαστη και μαυλιστική για όλα τα κοινωνικά στρώματα, ακόμη και για τα φτωχότερα (όνειρο κοινωνικής ανόδου κ.λπ.). Ενώ η Αριστερά αντιστρατεύεται τις ευκολίες αυτές, δεν τάζει ψεύτικους παράδεισους, δεν ενδίδει στις καθεστωτικές σειρήνες και, επομένως, έχει εξ υπαρχής δύσκολο έργο. Όπερ σημαίνει, σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, ότι απέναντι στο «υλιστικό σύμπαν» της κρατούσης, καπιταλιστικής λογικής, η Αριστερά παρατάσσει έναν πολιτικά ηθικό κόσμο, με ελευθερωτικό λόγο και λυτρωτική προοπτική.
Η δεύτερη απάντηση – προσέγγιση είναι σκληρή και απομυθοποιητική: Το ευλογημένο θεωρητικό σύμπαν της Αριστεράς προσκρούει και θρυμματίζεται στον ανελαστικό, δογματοπαγή χαρακτήρα της και στην υπεροπτική, επηρμένη συμπεριφορά της έναντι της κοινωνίας. Επομένως, τίθενται άμεσα προς συζήτηση δύο κρίσιμα θέματα: Πρώτον, κατά πόσον είναι όντως προοδευτικές και ριζοσπαστικές ορισμένες θέσεις της Αριστεράς. Και δεύτερον, αν η συμπεριφορά της είναι συμβατή με τις διακηρύξεις της…
Δοκιμασμένες στη βάσανο της καθημερινότητος ορισμένες θέσεις της Αριστεράς (με ευδιάκριτες τις αποχρώσεις μεταξύ ΚΚΕ / ΣΥΡΙΖΑ) αποκαλύπτονται αφόρητα απλουστευτικές, επικίνδυνα δογματικές και καταφανώς σε διάσταση με το λαϊκό αισθητήριο. Με απλή ανάγνωση των απόψεων που διατυπώνει η Αριστερά (κυρίως ο Συνασπισμός / ΣΥΡΙΖΑ) για τα «εθνικά θέματα», το «μεταναστευτικό» και τις προσπάθειες στοιχειώδους ανάταξης της χώρας (ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, σχέδιο «Καλλικράτης» κ.ά.) πείθει ότι η Αριστερά είναι βαθιά νυχτωμένη, αδυνατώντας να συλλάβει τα στοιχειώδη. Φέρ’ ειπείν ότι ο ευλογημένος διεθνισμός δεν είναι ανάχωμα αλλά πυρήνας και αφετηρία του πατριωτισμού, που αντιμάχεται τον ευήθη εθνικισμό, αλλά δεν νομιμοποιεί την αφέλεια και τον θηριώδη εθνικισμό των άλλων (περίπτωση Μακεδονικού). Και όμως, η Αριστερά (κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ) δεν εμφορείται απλώς από δήθεν προοδευτικές απόψεις που σκοντάφτουν στις απαιτήσεις της Ιστορίας και της λογικής, αλλά προπαγανδίζει τις απόψεις αυτές με επηρμένη αμεριμνησία και αλαζονική, περιφρονητική διάθεση απέναντι στις αγωνίες και στις εύλογες ανησυχίες της κοινωνίας. Η «περίπτωση Δραγώνα», στην οποία έσπευσε να συμπαρασταθεί ολόκληρη η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι χαρακτηριστική.
Μυθοποιημένα ορισμένα στοιχεία της Αριστεράς έχουν ιδρύσει καθεστώς. Θεωρούνται κτήμα της και μονοπωλιακώς το περιφέρει στην πολιτική αγορά. Εξ ορισμού λοιπόν Αριστερά σημαίνει «διαρκής ευαισθησία». Εξ ορισμού οι λέξεις ριζοσπαστισμός, ανοχή, πλουραλισμός, ανοιχτοί ορίζοντες, αξιοκρατία και άλλες παρεμφερείς ταυτίζονται αφετηριακά κυρίως με την Αριστερά… Δύσκολα θα μπορούσε κανείς να παρακάμψει υψηλά δείγματα ήθους, αφοσίωσης και κοινωνικών αγώνων εκ μέρους της Αριστεράς. Ωστόσο είναι υπαρκτή και η αναιρετική πτυχή τους. Οδυνηρά υπαρκτή… Ξεκινώντας από λογής αγριότητες και ανθρωποφαγικές εκδηλώσεις στους κόλπους της (όχι μόνο στις δύσκολες εποχές αλλά και σήμερα), περνάει κανείς από κοιλάδες καθεστωτικής αντιλήψεως και πρακτικής (διορισμοί, ρουσφέτια κ.λπ. σε δήμους που ελέγχονται από την Αριστερά) και φτάνει σε γκρίζα οροπέδια ίντριγκας, ιδιοτέλειας, δυσανεξίας και προκρούστειας λογικής. Τη λογική αυτή καταγγέλλει για πολλοστή φορά ο Περικλής Κοροβέσης, ο οποίος σημείωσε προχθές στην «Ελευθεροτυπία» σε σημείωμα με τίτλο «Η προκρούστεια Αριστερά»:
«Ο Προκρούστης θα μπορούσε να θεωρηθεί ο ιδρυτής του μέτρου και της τάξης. Δηλαδή ό,τι ξεφεύγει από αυτά είναι παράπτωμα και πρέπει να τιμωρηθεί. Ό,τι είναι διαφορετικό πρέπει να τυποποιηθεί. Σκέφτομαι με πόνο ψυχής αντί για μια κοινωνία ελευθερίας που οραματιστήκαμε -κάποιοι από εμάς πλήρωσαν και το αντίτιμο- παλέψαμε για την παντοδυναμία του μέτριου; Δηλαδή του Προκρούστη;».
Την ίδια ημέρα (Παρασκευή 15 Ιανουαρίου) η Τζίνα Πολίτη σημείωνε στην «Αυγή»: «Ο κόσμος χάνεται και η Κουμουνδούρου χτενίζεται. Ένας λόγος προβλέψιμος, στερεότυπος, εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται από τα στελέχη, ένας λόγος στείρος, που στερείται κάθε πολιτικής και ριζοσπαστικής πράξης (…). Καταφέρατε να μας κάνετε τον περίγελο του κόσμου. Μη θεωρείτε λοιπόν ως δεδομένο ούτε καν το 3% και κάτι που σας δίνουν οι δημοσκοπήσεις…».
Το σημείωμα της κυρίας Πολίτη αποδίδει με οργή και οδύνη τα τραγελαφικά που χαρακτηρίζουν εσχάτως τον εν λόγω χώρο. Εύκολα επομένως μπορεί να φανταστεί κανείς πώς κρίνει η κοινωνία συνολικά τις εξελίξεις αυτές, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι ο κόσμος επιστρατεύει και άλλα κριτήρια πέραν εκείνων που χρησιμοποιούν τα στελέχη και φίλα προσκείμενοι στον Συνασπισμό και στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το επιμύθιο είναι καταθλιπτικό: Αναπαυμένη σε δάφνες του παρελθόντος, επηρμένη ως νομέας και ιδιοκτήτης προοδευτικών ιδεών και απόψεων, περιφρονητική και υβριστική απέναντι στους αλλοδόξους (ειδικά ένα μέρος του Συνασπισμού), λαϊκίστικη σε αρκετά πεδία και άκρως καθεστωτική όταν ασκεί τοπικά εξουσία, αυταρχική και προκρούστεια στα εσωτερικά της, η Αριστερά θα συνεχίσει να πορεύεται καθηλωμένη στο περιθώριο, αδυνατώντας να πείσει. Και όταν τίθεται το καίριο «γιατί;», θα παίρνει την ίδια μαραμένη και βολική απάντηση από τους καθ’ ύλην αρμοδίους της Αριστεράς, που αγωνιούν για την τύχη της, αλλά δεν υπεισέρχονται στον πυρήνα του προβλήματος. Αν το έπρατταν, ένας ολόκληρος κόσμος θα κατέρρεε μέσα τους. Όπως κατέρρευσε κάποτε ο «Υπαρκτός»…


Σχολιάστε εδώ